«STOP» σε παροχές και επιδόματα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία έχει αρχίσει να δημιουργεί έναν «κουμπαρά» για το 2025, που ενεργοποιείται με το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας.
Η κυβέρνηση δεν θα διανείμει ούτε ένα ευρώ από την υπέρβαση των φορολογικών εσόδων που καταγράφεται στον Προϋπολογισμό, προκειμένου αυτά τα χρήματα να μπορεί να τα διαθέσει το 2025 σε κάποιες φοροελαφρύνσεις.
Οι Έλληνες καταναλωτές, που βιώνουν καθημερινά ακραία ακρίβεια σε τρόφιμα και καύσιμα, μένουν ουσιαστικά απροστάτευτοι.
Είναι ενδεικτικό ότι το πρώτο τρίμηνο του 2024 τα 451.000.000 ευρώ εκ των 598.000.000 ευρώ που ήταν η υπέρβαση των στόχων των φορολογικών εσόδων προήλθαν από την καταβολή φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων.
Μάλιστα, σύμφωνα με κύκλους του οικονομικού επιτελείου, το πρώτο εξάμηνο του έτους οι εισπράξεις θα κλείσουν στα 28 δισ. ευρώ και στο δεύτερο εξάμηνο θα επιτευχθεί νέο ρεκόρ εσόδων, που θα αγγίξουν τα 35 δισ. ευρώ.
Ανώτατος αξιωματούχος του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών διευκρίνιζε πως, παρά την υπέρβαση των εσόδων έναντι των στόχων, η κυβέρνηση θα παραμείνει προσηλωμένη στους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, βάζοντας τέλος και στα σενάρια για διανομή μιας νέας επιταγής ακρίβειας ακόμα και πριν από τα Χριστούγεννα, όπως συνέβαινε τα τελευταία χρόνια.
Σημειώνεται πως το 2024 πιθανότατα θα είναι η τελευταία χρονιά που θα επιτρέπεται να ανακοινωθούν έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις μεσούσης της χρονιάς, όπως γινόταν επί μία δεκαετία.
Από του χρόνου οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες της Ε.Ε. βάζουν φρένο στην παροχολογία και απαγορεύουν «δώρα» αν προκύψει υπερπλεόνασμα. Στο μέλλον οι όποιες ενισχύσεις πρέπει να προϋπολογίζονται σε ετήσια ή μόνιμη βάση και όχι να ανακοινώνονται μεσούσης της χρονιάς σαν πρόσθετα μέτρα για έκτακτους λόγους και σκοπούς – ούτε φυσικά ως προεκλογικές παροχές πριν από τις κάλπες.
Το φθινόπωρο θα αξιολογηθεί αν το 2023 ήταν το τελευταίο έτος που μπόρεσαν να δοθούν έκτακτες παροχές τέτοιου τύπου.
Ήδη, πάντως, η κυβέρνηση έχει προαναγγείλει την εφαρμογή έξι μέτρων για το 2025 με κόστος 880.000.000 ευρώ, όπως:
- Μείωση 0,5% των ασφαλιστικών εισφορών με κόστος 225.000.000 ευρώ.
- Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος με κόστος 120.000.000 ευρώ.
- Μονιμοποίηση της επιστροφής του ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο με νέα μέθοδο, με εκτιμώμενο κόστος περί τα 100.000.000 ευρώ.
- Παράταση της αναστολής του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές με κόστος 20.000.000 ευρώ.
- Αύξηση του φοιτητικού στεγαστικού επιδόματος με κόστος 15.000.000 ευρώ.
- Αύξηση των συντάξεων με βάση το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό, με κόστος περί τα 400.000.000 ευρώ.