Η αναστήλωση ενός σπουδαίου μνημείου
Στην είδηση της αναστήλωσης του ανακτόρου του Φιλίππου Β΄ στις Αιγές και στα εγκαίνια σήμερα από τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αναφέρεται ο γερμανόφωνος Τύπος. Η αυστριακή Der Standard γράφει: «Μετά από δεκαετίες εργασιών, έφτασε επιτέλους η ώρα. Την Παρασκευή, ένα μερικώς αναστηλωμένο αρχαίο ανάκτορο, μεγάλης ιστορικής σημασίας, θα ανοίξει τις πύλες του για τους επισκέπτες στην Ελλάδα. Πρόκειται για το παλάτι του Φιλίππου Β΄, πατέρα του θρυλικού Μακεδόνα βασιλιά Μεγάλου Αλεξάνδρου. ‘Είναι το ανάκτορο στο οποίο εστέφθη, ως βασιλεύς των Μακεδόνων, ο Μέγας Αλέξανδρος’, δήλωσε η Ελληνίδα υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη.
Ο ηγεμόνας είναι διάσημος για την τεράστια επέκταση της αυτοκρατορίας του με εκστρατείες που έφθασαν μέχρι την Ινδία. Αυτό σηματοδότησε την έναρξη της ελληνιστικής εποχής. Η συνολική έκταση του χώρου κοντά στις Αιγές είναι 25.000 τετραγωνικά μέτρα, ανακοίνωσε την Πέμπτη το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού. Το ανάκτορο καλύπτει έκταση περίπου 1.000 τετραγωνικών μέτρων, καθιστώντας το μεγαλύτερο κτίριο στην κλασική Ελλάδα. Ο Γερμανός αρχαιολόγος Βόλφραμ Χέπφνερ, ο οποίος ειδικεύεται στην αρχιτεκτονική της ύστερης κλασικής περιόδου, είχε κάποτε αναφερθεί στο ανάκτορο ως τον ‘Παρθενώνα της Μακεδονίας’.
Άνοδος του τουρισμού το 2024
Στις προτιμήσεις των Γερμανών για διακοπές αναφέρεται δημοσίευμα του Spiegel και σημειώνει: «Οτουριστικός κλάδος στη Γερμανία, ενόψει της μεγάλης ζήτησης για την καλοκαιρινή περίοδο, αναμένει αύξηση των πωλήσεων των πακέτων για διακοπές και των ιδιωτικών ταξιδιών. Η ένωση DRV προβλέπει ότι οι άνθρωποι στη Γερμανία θα δαπανήσουν συνολικά 78 δισεκατομμύρια ευρώ για υπηρεσίες που έχουν κλείσει πριν από την έναρξη των διακοπών τους, τόσο για ταξιδιωτικά πακέτα όσο και για ατομικά οργανωμένες διακοπές. Οι μέχρι στιγμής κρατήσεις είναι σημαντικά υψηλότερες από πέρυσι αλλά και από το 2019, τη χρονιά πριν από την πανδημία. Η Τουρκία και η Ελλάδα αναμένεται να πολύ ψηλά στις προτιμήσεις. Στα ταξίδια μεγάλων αποστάσεων, η DRV αναμένει αύξηση των ταξιδιωτών κατά 11% και αύξηση των πωλήσεων κατά 18% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος».