Του Νίκου Μωραΐτη
Οι Έλληνες πάντα αγαπούσαν την ιδιοκτησία. Δεν αποδεικνύεται μόνο από το ποσοστό ιδιόκτητης κατοικίας που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Η φράση «να βάλω το ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μου» συνοψίζει τον πόθο και τον μόχθο των ανθρώπων σε αυτή τη χώρα, από το ‘50 και μετά.
Ένα κεραμίδι, ακόμα και αυθαίρετο. Ακόμα και με πλίνθους, με μπετά γυμνά, χωρίς καμία αισθητική. Κάπως έτσι χτίστηκε αυτή η χώρα, αλλά πώς μπορείς να κατηγορήσεις έναν φτωχό λαό που θέλησε να φτιάξει με τα χέρια τη ζωή του;
Και για να μη βγάλω την ουρά μου απ’ έξω, με το που άρχισα να δουλεύω και να βάζω κάποια λεφτά στην άκρη, το όνειρό μου ήταν ένα σπίτι. Ένα δικό μου σπίτι.
Αν όμως είναι λογικό να θέλεις να έχεις ένα δικό σου σπίτι, είναι ακατανόητο, παράλογο και απεχθές να θέλεις να έχεις μία δική σου χώρα ή ένα δικό σου κόμμα.
Η διαστρέβλωση της προσωπικής επιθυμίας των Ελλήνων για ιδιοκτησία είναι ότι οι Έλληνες ψηφίζουν εκείνους που θεωρούν τους εαυτούς τους νόμιμους ιδιοκτήτες της χώρας. Γιατί τι άλλο είναι ο Μητσοτάκης, παρά η σημερινή όψη μίας οικογένειας που δε δούλεψε ποτέ κι έκανε τεράστια περιουσία από την πολιτική;
Η πιο σκληρή έννοια ιδιοκτησίας επί μίας χώρας. Του ανήκει. Άμα θέλει την πνίγει, και πνίγει τον πνιγμό στα ΜΜΕ που ελέγχει.
Άμα θέλει την καίει και σβήνει τη φωτιά στο νερό του καθεστώτος και της προπαγάνδας που κατέχει. Ο αλαζόνας ιδιοκτήτης, που οι ενοικιαστές της χώρας -αυτοί που θα έπρεπε να είναι ιδιοκτήτες της- τον ψηφίζουν με αντάλλαγμα ένα pass.
Πώς μπορεί όμως εκείνη η μερίδα του κόσμου που αντιστάθηκε, που προσπάθησε να μην εκλεγεί ο ιδιοκτήτης της χώρας πρωθυπουργός, να εκλέξει στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ τούς ιδιοκτήτες του κόμματος; Είναι άτοπο. Γι’ αυτό και δε θα συμβεί.
Με ρωτάνε πολλοί «πες μας, ποιοι είναι οι ιδιοκτήτες του ΣΥΡΙΖΑ, να ξέρουμε». Αλλά μόλις ψέλλισα κάποια ονόματα, έγινα «τοξικός».
Να σας πω κάτι; Δε χρειάζεται να ειπωθούν ονόματα. Είναι μικρή αυτή η χώρα και γνωριζόμαστε μεταξύ μας.
Αν πεις «διαπλεκόμενα», δε χρειάζεται να πεις ονόματα. Όλοι καταλαβαίνουν.
Αν πεις «Αγία οικογένεια», δε χρειάζεται να πεις ονόματα. Όλοι καταλαβαίνουν.
Αν πεις «παράγκα», δε χρειάζεται να πεις ονόματα. Όλοι καταλαβαίνουν.
(Ακόμα κι αν πεις «ο τραγουδιστής της αγάπης», δε χρειάζεται να πεις όνομα. Όλοι καταλαβαίνουν.)
Οι ιδιοκτήτες, λοιπόν, του ΣΥΡΙΖΑ είναι γνωστοί σε όλους.
Είναι όσοι ετοίμαζαν από καιρό την ανέλιξή τους στην ηγεσία υπονομεύοντας τον αρχηγό τους – όπως αποκάλυψε εκτός των άλλων σε συνέντευξή του και ο «τσιπρικός» Χρήστος Σπίρτζης.
Ιδιοκτήτες του ΣΥΡΙΖΑ είναι όσοι έχουν στα χέρια τους τον μηχανισμό του κόμματος και τον κινητοποιούν μαζεύοντας υπογραφές κατά το δοκούν, ποτέ όμως όταν ένα στέλεχος πει «UFO» όσους προτίθενται να ψηφίσουν άλλο στέλεχος για πρόεδρο ή όταν ο «αγκαλίτσας» δημοσιογράφος της διαπλοκής αποκαλεί «Barbie του ΣΥΡΙΖΑ» τον συνυποψήφιό τους.
Ιδιοκτήτες του ΣΥΡΙΖΑ είναι εκείνοι που βρήκαν θαλπωρή και αγκαλιά σε όλο εκείνο το χυδαίο μιντιακό σύστημα που έβριζε επί 10 χρόνια τον Πρόεδρο και -υποτίθεται- φίλο τους, και τώρα επιτίθεται εν εξάλλω στον συνυποψήφιό τους.
Ιδιοκτήτες του ΣΥΡΙΖΑ είναι αυτοί που πήραν -με ποιο δικαίωμα αλήθεια;- τα αρχεία των μελών και τηλεφωνούν προωθώντας πιεστικά συγκεκριμένη υποψηφιότητα και διαβάλλοντας τους άλλους υποψηφίους.
Ιδιοκτήτες του ΣΥΡΙΖΑ είναι όσοι, με το που έφυγε ο Τσίπρας, κάθησαν στην καρέκλα του, έβαλαν τα πόδια στο τραπέζι, πήραν μια βαθιά ανάσα, είπαν «επιτέλους!» και ονειρεύτηκαν την εξουσία τους.
Κι ύστερα εμφανίστηκε ο Κασσελάκης κι έπεσαν φαρδιοί πλατιοί στο πάτωμα.