Πώς η οικονομική ανθεκτικότητα της Ρωσίας-Κίνας, BRICS ακυρώνουν τα σχέδια των ΗΠΑ

Του Γιώργη-Βύρωνα Δάβου*

Ενώ πλέον η αποτυχία της πολυθρύλητης ουκρανικής αντεπίθεσης θεωρείται γεγονός αδιαμφισβήτητο (τη εξαιρέσει μεμονωμένων Αμερικανών στρατιωτικών και τούτο για να τηρηθούν τα προσχήματα), άλλη μία πτυχή της μάχης που ξεκίνησαν και συντηρούν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν εξελίσσεται σύμφωνα με τους σχεδιασμούς στην Ουάσιγκτον.

Η οικονομία της Ρωσίας, που ο πόλεμος στην Ουκρανία επέπρωτο να κλυδωνίσει, έως και να ισοπεδώσει, καίτοι δεν καταγράφει εξαιρετική ανάπτυξη, ανακάμπτει. Βαδίζει, μεν, αλλά πόρρω απέχει από το να καταρρεύσει. Αυτός είναι (περισσότερο και από τη στρατιωτική ανικανότητα της Ουκρανίας και της Δύσης να τον καταβάλουν στο πεδίο των μαχών) και ο κύριος λόγος, που ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν φαίνεται διατεθειμένος να διαπραγματευτεί ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την Ουκρανία και τη Δύση τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Εάν προστεθούν και οι υπόλοιπες εξωτερικές γεωπολιτικές εντάσεις και η εσωτερική δυναμική, τόσο στη Δύση, όσο και στη Ρωσία, με την τελευταία (όπως στην περίπτωση της ανταρσίας των Wagner) να ανταπεξέρχεται καλύτερα από τους αντιπάλους της, η Μόσχα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση, από εκείνη που οι συστοιχίες των ΜΜΕ της Δύσης και οι ηγεσίες της θέλουν να παρουσιάσουν.

 Σε αντίθεση με τις αφηγήσεις, που περιοδικά «ξαναζεσταίνουν» και «ξανασερβίρουν» οι δυτικές κυβερνήσεις και τα φιλικά τους μέσα ενημέρωσης για την υπό κατάρρευση ρωσική οικονομία, ενδεικτικό γράφημα που δημοσίευσε πρόσφατα η Corriere della Sera (μία από τις πλέον φιλικές στον πόλεμο και τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας εφημερίδα) αποδεικνύουν το εντελώς αντίθετο. Όπως τονίζεται μάλιστα στο κείμενο του άρθρου, ακόμη και έμμεσες πηγές, όπως για παράδειγμα τα επίπεδα στους ρύπους από τις μεταλλουργικές μονάδες της Ρωσίας, μετά μια μακρά πτώση το 2022, είναι κατά 4% υψηλότερα από ό,τι πριν έξι μήνες.  Μία έκλυση αερίων, που δεν οφείλεται  μόνο «στη διύλιση πετρελαίου, αλλά και στην παραγωγή οικοδομικών υλικών, που έχουν αφήσει πίσω τους το  ισχνό φθινόπωρο του 2022 και παρουσιάζουν μία επιτάχυνση ανάμεσα στο 2,5% και 3,5% (και πάλι σε εξαμηνιαία βάση)».

Μπορεί η Κίνα και η Σαουδική Αραβία να έχουν συμβάλει η καθεμία με τις πολιτικές τους στην εκμετάλλευση από τη Μόσχα των αυξημένων εξαγωγών ρωσικού αργού πετρελαίου, όμως τα στοιχεία της ανάπτυξης της οικονομίας της δεν περιορίζονται μόνο σε αυτό.

Το γράφημα παρουσιάζει και πιστοποιεί την άνοδο της καμπύλης της ρωσικής οικονομίας με βάση τη στρατιωτική, την ενεργειακή αλλά και την κατασκευαστική παραγωγή. Βέβαια, πιστό στην ανάγκη της δυτικής προπαγάνδας να μην αποκαλύψει την αποτυχία της πολιτικής για στραγγαλισμό της ρωσικής οικονομίας με τον πόλεμο και τις κυρώσεις, ο συντάκτης του, επιμένει πως τα στοιχεία αποκαλύπτουν «ναι μεν μία φτωχή Ρωσία», αλλά που «φαίνεται να έχει βγει από την ύφεση, η οποία την είχε πλήξει πέρυσι. Κι αυτό το πέτυχε χάρις στην παραγωγική ανάκαμψη του στρατιωτικοβιομηχανικού τομέα της». Ο ίδιος συντάκτης επιμένει -επικαλούμενος την ανάγνωση που έκανε στην ίδια εφημερίδα η Αλεξάντρα Προκοπένκο- πως αυτό οφείλεται στον «στρατιωτικό κεϋνσιανισμό» που εφαρμόζει η Ρωσία, διοχετεύοντας τεράστια κεφάλαια στη στρατιωτική παραγωγή για τις ανάγκες του πολέμου. Μόνο που οι οξύνοες τούτοι αναλυτές δεν αποκαλύπτουν πως και η Δύση και πολύ περισσότερο οι ΗΠΑ κατευθύνουν πολλαπλάσια ποσά στη στρατιωτική τους βιομηχανία ενόψει Ουκρανικού εν σχέσει προς αυτά που δαπανά η Ρωσία (800 δισεκ. η Αμερική, μόλις 60 δισεκ. η Ρωσία). Ωστόσο οι χώρες που έχουν βυθισθεί στην ύφεση, την ακρίβεια, τον πληθωρισμό είναι ακριβώς οι χώρες της Δύσης. Απεναντίας, όλα τα στοιχεία τεκμαίρουν πως στη Ρωσία δεν υπάρχει πληθωρισμός και ούτε σπάνις προϊόντων (τη εξαιρέσει τις δυτικές καταναλωτικές «μάρκες», που κι αυτό πλήττει τις χώρες παραγωγής, όχι τη Ρωσία). Αν μη τι άλλο, δεν είναι και η Δύση -με επικεφαλής το ΝΑΤΟ που επιβάλλει στα μέλη του αύξηση των αμυντικών δαπανών- αυτή που κατ’ εξοχήν εφαρμόζει τον «στρατιωτικό κεϋνσιανισμό;».

Φυσικά, εάν επιβεβαιωθεί η σταθερότητα της οικονομίας στη Ρωσία, η Δύση -προειδοποιεί ο συντάκτης του άρθρου- θα πρέπει τότε να προετοιμασθεί ότι ο πόλεμος θα συνεχισθεί «τουλάχιστον για ενάμιση χρόνο ακόμη» με ό,τι τούτο μπορεί να σημαίνει για την πληγωμένη δυτική οικονομία.

Όσο οι εξελίξεις στο μέτωπο είναι αρνητικές για το δυτικό στρατόπεδο και το Κίεβο (όπου τα πανάκριβα συστήματα Patriot δεν μπορούν να αναχαιτίσουν τους φθηνότερους και πιο αποτελεσματικούς ρωσικούς πυραύλους Kinzhal και όπου στην εαρινή αντεπίθεση οι Ουκρανοί απώλεσαν το 20% του εξοπλισμού τους τουλάχιστον) και όσο η ρωσική οικονομία αντέχει, όπως δείχνει, ο Πούτιν δεν πρόκειται να συναινέσει σε μία θετική για την Ουάσιγκτον ειρήνευση. Τη στιγμή δε που και άλλες γεωπολιτικές εξελίξεις -όπως στον Νίγηρα- πλήττουν διαρκώς την αξιοπιστία και τους πόρους της Δύσης και σε άλλες ηπείρους, αυξάνοντας κι εκεί τη ρωσική επιρροή.

Επιπλέον, οι πολιτικές και οικονομικές ολιγαρχίες των ΗΠΑ έχουν αρχίσει και φοβούνται και άλλες δύο πιθανές και σημαντικές εξελίξεις στο ευρύτερο οικονομικο-στρατηγικό επίπεδο, όπου κι εκεί η Ρωσία θα παίξει σημαντικό ρόλο: το εναλλακτικό Χρηματιστήριο Χρυσού στη Μόσχα (ως απάντηση στο LBMA του Λονδίνου) και τη δημιουργία του ενός ενιαίου νομίσματος από τις χώρες των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική). Εάν αυτά τα δύο εγχειρήματα τεθούν σε εφαρμογή, τότε αυτό θα σημάνει την επίσημη κατάρρευση της μονοκρατορίας του δολαρίου και θα αποτελούσε παράλληλα πλήγμα για τα αποθεματικά των ΗΠΑ. Βεβαίως, ακόμη δεν έχει καν υπάρξει πρόβλεψη για την έναρξη λειτουργίας των δύο τούτων μηχανισμών. Βέβαια, στις 22-24 Αυγούστου 2023 στη σύνοδο κορυφής των BRICS αναμένεται να επιταχυνθεί η διαδικασία για τη δημιουργία ενός τέτοιου νομίσματος και φυσικά θα υπάρξουν εξελίξεις στον τομέα αυτό.

Σε περίπτωση που υλοποιηθεί το εναλλακτικό Χρηματιστήριο Χρυσού στη Μόσχα, κι εν μέσω ακριβώς τούτης της αβεβαιότητας, τότε θα γίνει το όργανο που θα μπορεί να συγκεντρώσει τις χώρες και τις εταιρείες του κλάδου που παράγουν το 65% του πολύτιμου αυτού μετάλλου στον πλανήτη -δηλ. έξω από την εμβέλεια των δυτικών κρατών. Αυτό θα υπονόμευε καίρια το  LBMA ως επίσημου καθοριστή τιμών. Βέβαια, η δυναμική των τιμών του λονδρέζικου Χρηματιστήριου ουσιαστικά παράγεται στο Comex της Wall Street και σχεδόν αποκλειστικά με συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, τον περίφημο «χάρτινο χρυσό». Βάσει αυτού του συστήματος, ο επενδυτής δεν είναι βέβαιος πως οι αποδόσεις του από τον «τεχνητό» τούτο μηχανισμό μπορούν να είναι οι ίδιες με εκείνες του «φυσικού» χρυσού.

Και στο σημείο αυτό έρχεται να χτυπήσει η Μόσχα, της οποίας τα αποθέματα, αλλά και η αγορά χρυσού έχουν μείνει αλώβητες από τις κυρώσεις. Με βάση τις προβλέψεις, σε περίπτωση που σήμερα ξεκινούσε το νέο Χρηματιστήριο τότε θα υπήρχαν δύο τιμές του χρυσού σε δολάρια: η τρέχουσα στο LBMA (που στις 9 Ιουλίου 2023 είναι ίση με 1.925 δολάρια/ουγγιά) και αυτή του νεοσύστατο ανταγωνιστικού και εναλλακτικού χρηματιστηρίου, που θα το όριζε αμέσως στα περίπου 2.350 δολάρια/ουγγιά. Αμέσως, αμέσως θα παρατηρηθεί μία απότομη υποτίμηση του δολαρίου που θα έφερνε όλο και περισσότερο το νόμισμα στο τέλος της οικονομικής κυριαρχίας του στον κόσμο.

Τέλος, υπενθυμίζουμε ότι με μία τιμή 2.700-2.800 δολάρια/ουγγιά  μέσα σε τρία χρόνια θα έχουμε ουσιαστικά το τέλος του δολαρίου ΗΠΑ ως μοναδικό παγκόσμιο αποθεματικό ενεργητικό. Με βάση αυτά τα στοιχεία, το μέσο μερίδιο των κεντρικών τραπεζών σε όλο τον κόσμο θα μειωνόταν σε περίπου 35% και ο όγκος του παγκόσμιου εμπορίου σε δολάρια δεν θα ξεπερνούσε το 50-52%. Εν ολίγοις, θα σημειωνόταν το τέλος του μονοπωλίου που θα είχε το δολάριο ως ανταλλακτική μονάδα -όχι κατ’ ανάγκη μία κατάρρευσή του.

Εάν η δημιουργία ενός τέτοιου Χρηματιστηρίου ακόμη ανήκει στη σφαίρα των υποθέσεων, εκείνο που ανησυχεί περισσότερο τις ΗΠΑ και τα οικονομικά λόμπι της είναι το νόμισμα των BRICS. Ήδη, η αύξουσα αντικατάσταση του δολαρίου από το γουάν στις διμερείς εμπορικές συμφωνίες της Κίνας με μία σειρά από άλλα κράτη (η Βραζιλία αποτελεί το τελευταίο παράδειγμα), στοιχίζει αρκετά στην ευρωστία του δολαρίου ως παγκόσμιας ανταλλακτικής μονάδας. Ταυτόχρονα, όπως επισημαίνει σε άρθρο της η Wall Street Journal, η αποστράγγιση των κινεζικών χρημάτων κι επενδύσεων από τον δυτικό κόσμο και η αναδρομολόγησή τους σε επενδύσεις στη Μέση Ανατολή, στη Λατινική Αμερική και την Αφρική, θα εκτοξεύσει το τεράστιο αμερικανικό χρέος που κάλυπταν αυτές. Κάτι που για λίγο μόνο με κοπή επιπλέον νομίσματος θα μπορούσε η Fed να αποσοβήσει, δημιουργώντας αναπόφευκτα νέο πληθωρισμό.

Από τη σύνοδο των αμερικανικών κρατών τον περασμένο Μάιο η Βραζιλία επέκρινε τις ΗΠΑ για τη νομισματική της πολιτική και ο πρόεδρός της Λουίς Ινάσιου «Λούλα» ντα Σίλβα σάλπισε την επιτάχυνση δημιουργίας ενός νομίσματος των BRICS, που θα έδινε ώθηση στην αυτόνομη ανάπτυξη των περιφερειακών μεγάλων οικονομιών. Το εγχείρημα τούτο είναι δύσκολο, γιατί θα πρέπει να συμφωνηθεί μία ισοτιμία που θα μπορεί να είναι βιώσιμη και σταθερή για τις διαφορετικού επιπέδου και ταχύτητας ανάπτυξης οικονομίες των χωρών αυτών. Γιατί, το ενιαίο νόμισμα απαιτεί ακόμη και συντονισμένο βαθμό ανάπτυξής τους. Πχ τι θα γινόταν εάν σε πέντε χρόνια η κινεζική οικονομία αναπτυσσόταν, φερ’ ειπείν, τρεις φορές περισσότερο από το συμφωνημένο επίπεδο; Αυτό θα υπονόμευε το ίδιο το νόμισμα, τις σχέσεις ισορροπίας κι ισχύος μεταξύ της ομάδας αυτής κι αντί για ένα πιο αρμονικό νόμισμα, θα είχαμε παρόμοιες παθολογικές συνέπειες με εκείνες της χρήσης του δολαρίου και καινούργιους ανταγωνισμούς και επιβολή εξουσίας. Κι ίσως νέες συστημικές κρίσεις, άλλης εποχής βέβαια και με άλλους πρωταγωνιστές.

Εντούτοις, εκείνο που τα γεγονότα και τα οικονομικά δεδομένα φαίνεται ότι επικυρώνουν και κυρίως δρομολογούν σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι πως η αμερικανική επικυριαρχία αρχίζει να αμφισβητείται. Τόσο στο στρατιωτικό επίπεδο, από την Ουκρανία, την Ταϊβάν μέχρι την Αφρική, όσο και ως ρυθμιστή της οικονομίας του πλανήτη, με την επιταχυνόμενη ανάδυση πολλών παικτών και εναλλακτικών μηχανισμών, η Ουάσιγκτον δεν μπορεί πλέον να ελέγξει χωρίς η ίδια να πληγεί σε μεγάλο βαθμό.

*Ο Γιώργης-Βύρων Δάβος εργάζεται ως δημοσιογράφος και κριτικός Τέχνης και διδάσκει Αισθητική στην Ακαδημία της Μπρέρα (Μιλάνου) και Κοινωνιογλωσσολογία και Λογική Φιλοσοφία της Γλώσσας στο Πανεπιστήμιο του Βίγο (Ισπανία), ενώ στον ελεύθερο χρόνο του….γράφει.

Διαβάστε οπωσδήποτε

google news svg icon

Ακουλούθησε το Periodista.gr στο Google News για να μαθαίνεις όσα δεν τολμούν ή δεν θέλουν να γράψουν οι άλλοι.

Περισσότερα

Άρθρα
ΔΗΜΟΦΙΛΗ