Η κυβέρνηση χωρίς την παραμικρή ενημέρωση του ελληνικού λαού ούτε καν της Βουλής και της αντιπολίτευσης , συνεχίζει και επιτείνει εν κρυπτώ την αιμορραγία των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων προκειμένου να εξοπλίζει το εγκληματικό πολεμοκάπηλο καθεστώς του παράνομου Ζελένσκι για να συνεχίζει ένα επιθετικό αλλά και αδιέξοδο πόλεμο.
Το θέμα είναι τι κάνει η δήθεν αντιπολίτευση στη Βουλή αλλά τι λέμε , αντιπολίτευση στην κυβέρνηση στη Βουλή δεν υπάρχει παρά μόνο ”κόμματα δεκανίκια” στον Μητσοτάκη . Ο βαθμός και ο τρόπος που κάνει πλάτες το κάθε κόμμα διαφέρει και όχι η ουσία
Κ.Μ.
Το Ρωσικό πρακτορείο ΙTAR TASS μετέδωσε την σχετική είδηση ,επικαλούμενο πηγές του στην Αθήνα.
Σύμφωνα με το πρακτορείο η Αθήνα έχει προκαλέσει την οργή της Μόσχας, γιατί συνεχίζει να τροφοδοτεί με όπλα, πυρομαχικά και μεγάλες ποσότητες εκρηκτικών την Ουκρανία. Αυτό γίνεται είτε μέσω Αλεξανδρούπολης, είτε μέσω Βαλκανικών χωρών που χρησιμοποιούνται ως “ενδιάμεσες” για να μην εκτεθεί η όλη διαδικασία.
Ιδιαίτερη σημασία έχει ο μεγάλος αριθμός βλημάτων Πυροβολικού, που στέλνεται από την Ελλάδα στην Ουκρανία. Αναρωτιέται κανείς: Δεν αποδυναμώνουν κάτι παρόμοιες αποφάσεις τις αμυντικές θέσεις των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων ,από την στιγμή, που η Ελλάδα εισάγει αυτά τα εξοπλιστικά και δεν τα παράγει!
Πιο αναλυτικά τώρα: Οι πληροφορίες αναφέρουν ξένα φορτηγά (με βουλγαρικές, ρουμανικές και πολωνικές πινακίδες) μεταφέρουν κοντέινερ κυρίως με βλήματα στις βαλκανικές χώρες. Επίσης πυρομαχικά και οπλικά συστήματα μεταφέρονται και από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης”.
Επίσης κυρίως αμερικανικά οπλικά συστήματα ξεφορτώνονται στην Αλεξανδρούπολη και στη συνέχεια παραδίδονται στον προορισμό τους σιδηροδρομικώς.
Το άρθρο αναφέρει ότι “νέο φορτίο όπλων που μεταφέρθηκε από μεγάλες αποθήκες πυρομαχικών στη Βόρεια Ελλάδα σε φορτηγά σε κοντέινερ προς «άγνωστη κατεύθυνση».
Πριν από περίπου 10 ημέρες, πολύ μεγάλες αποθήκες πυρομαχικών που βρίσκονταν κοντά στα Ιωάννινα, όπου βρισκόταν παλαιότερα το στρατιωτικό στρατόπεδο ΗΠΑ-ΝΑΤΟ, εκκενώθηκαν.
Εκτιμάται ότι τα κοντέινερ που μετέφεραν τα ελληνικά φορτηγά περιείχαν κυρίως βλήματα πυροβολικού. Στάλθηκαν μαζικά από την Ελλάδα στην Ουκρανία, κάτι που ανέφερε σε συναντήσεις με τον Βλαντιμίρ Ζελένσκι ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος, όπως και η πρώην υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη, επαναλαμβάνει ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε πόλεμο με τη Ρωσία.
Μέχρι τώρα, η ελληνική κυβέρνηση απέφευγε συστηματικά να παρέχει συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με το τι όπλα και σε ποιες ποσότητες στάλθηκαν στην Ουκρανία.
Πρόσφατα σε μια άτυπη ενημέρωση Τύπου, ένας Έλληνας ανώτερος στρατιωτικός αξιωματούχος, τόνισε ότι όταν ξεκίνησε η σύγκρουση στην Ουκρανία, οι ευρωπαϊκές χώρες δεν είχαν αποθέματα πυρομαχικών για να στείλουν στην Ουκρανία και έτσι η Ελλάδα, η οποία είχε μεγάλα αποθέματα, το ανέλαβε. να το κάνει και συνεχίζει να στέλνει αυτά τα όπλα.
Δημοσιογραφικές πληροφορίες ανέφεραν επίσης ότι η Ελλάδα σκοπεύει να πουλήσει πυρομαχικά αξίας 150 εκατομμυρίων ευρώ στην Τσεχία, με προορισμό την Ουκρανία, κάτι που όμως θα απαιτήσει την έγκριση της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής”, καταλήγει το άρθρο.
Δώσαμε πυρομαχικά που λήγουν στην Ουκρανία-Δήλωση του υπουργού Άμυνας κ. Δένδια σε συνέντευξη σε ΜΜΕ
Πριν μήνες ο ΥΠΕΘΑ κ. Δένδιας είχε ανακοινώσει ότι “θέλω να είμαι ειλικρινής, πυρομαχικά τα οποία πρόκειται να λήξουν σε έναν ορατό ορίζοντα, άρα σημαίνει ότι εμείς ούτως ή άλλως θα πρέπει κάποια στιγμή να τα αντικαταστήσουμε και μπορεί να πουληθούν, είναι πολύ μεγάλο κέρδος για τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις γιατί έχουμε ανάγκη για κάτι τέτοιο.
Είναι χρήσιμο πράγματα τα οποία είτε μας περισσεύουν, είτε θα λήξουν και άρα θα πρέπει να τα αντικαταστήσουμε, να μπορούμε να τα πουλήσουμε και με τα χρήματα αυτά να αγοράσουμε κάτι άλλο”
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα κοστοβόρος σε αίμα, χρήμα και πυρομαχικά, αφού κανένας δεν είχε προβλέψει ότι θα έχει τόσο μεγάλη διάρκεια.
Το αποτέλεσμα των παραπάνω είναι το stock πυρομαχικών των ΗΠΑ αλλά και άλλων Δυτικών κρατών να παρουσιάσει μεγάλη μείωση, γεγονός που θα έχει ως συνέπεια την περιορισμένη εξυπηρέτηση απαιτήσεων που ενδεχομένως να προέλθουν από ένα άλλο πολεμικό μέτωπο.