Σοβαρά ερωτήματα για τη διαχείριση της κρίσης στο ελληνικό πρωτάθλημα μπάσκετ προκύπτουν από τις τελευταίες εξελίξεις μετά τα επεισόδια στο ΣΕΦ και την πρωτοβουλία του αναπληρωτή υπουργού Αθλητισμού, Γιάννη Βρούτση, να καλέσει σε κοινή συνάντηση τους ιδιοκτήτες των ΚΑΕ Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός.
Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος ανταποκρίθηκε άμεσα και θετικά στο κάλεσμα, δηλώνοντας έτοιμος να δώσει το παρών στη συνάντηση της Τετάρτης, δείχνοντας υπευθυνότητα και διάθεση να συμβάλει στην αποκλιμάκωση της έντασης. Αντίθετα, από την πλευρά των Παναγιώτη και Γιώργου Αγγελόπουλου δεν υπήρξε καμία αποδοχή της πρόσκλησης, υπονομεύοντας στην πράξη την πρωτοβουλία για συνεννόηση και την κοινή προσπάθεια για επανεκκίνηση του πρωταθλήματος σε πνεύμα σεβασμού και αθλητικής δεοντολογίας.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι η τοποθέτηση του κ. Βρούτση, παρά το κάλεσμα για “ενότητα και μηδενική τοξικότητα”, φάνηκε να αποδίδει ευθύνες συλλήβδην, αποφεύγοντας να στηρίξει την μοναδική πλευρά που ουσιαστικά προσήλθε στον διάλογο: αυτή του Παναθηναϊκού.
Αντί να διασφαλίσει μια ισορροπημένη παρέμβαση με ξεκάθαρη πολιτική βούληση, ο υπουργός ουσιαστικά δήλωσε ότι “αν δεν είναι και οι δύο παρόντες, το πρωτάθλημα σταματάει στο γραφείο μου”, επιλέγοντας τη λύση της ακύρωσης αντί της διαχείρισης. Έτσι, η υπόθεση του πρωταθλήματος κινδυνεύει να κριθεί εκτός παρκέ – όχι μόνο εξαιτίας της έντασης, αλλά και λόγω πολιτικής αδράνειας και επιλεκτικής ανοχής.
Η στάση του Δημήτρη Γιαννακόπουλου έδειξε την πρόθεση να προχωρήσει σε βήματα υπέρ της εξυγίανσης του χώρου, θέτοντας τον εαυτό του στη διάθεση μιας λύσης που, όπως φαίνεται, δεν επιθυμούν όλοι. Ο Παναθηναϊκός, με τη στάση αυτή, τοποθετείται ως δύναμη υπευθυνότητας σε μια περίοδο όπου το ελληνικό μπάσκετ δοκιμάζεται όχι μόνο στο γήπεδο αλλά και θεσμικά.
Σε κάθε περίπτωση, το βάρος για την κατάρρευση ή την επανεκκίνηση του πρωταθλήματος πέφτει πλέον στους ώμους όσων απέχουν – και σε εκείνους που, ενώ έχουν την εξουσία, δείχνουν να μη θέλουν να τη χρησιμοποιήσουν αποφασιστικά.