Του Μιχάλη Ψύλου
Νιώθουμε περισσότερη συμπόνια για πέντε άνδρες που αγνοούνται σε ένα βαθυσκάφος στον Ατλαντικό, παρά για εκατοντάδες πρόσφυγες που πνίγηκαν στη Μεσόγειο; Πολλοί άνθρωποι διατυπώνουν αυτήν τη στιγμή αυτό το ερώτημα στα κοινωνικά δίκτυα.
Μήπως υπάρχει κάτι νοσηρό με την προσοχή που αποδίδουμε όλοι μας, και φυσικά και τα μέσα ενημέρωσης, στο να παρακολουθούμε με αγωνία τη μοίρα αυτής της άτυχης και για πολλούς άχρηστης αποστολής;
Η καθηγήτρια Νευροψυχολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Βίρτσμπουργκ, Γκριτ Χάιν, δίνει μια ψύχραιμη ερμηνεία του φαινομένου. «Χωρίς κηρύγματα, χωρίς ηθικολογικές κρίσεις και αίσθηση κοινωνικού μίσους για τους πέντε εκατομμυριούχους –επιβάτες του βαθυσκάφους», λέει η καθηγήτρια Χάιν και προσθέτει: «Η συμπόνια και η ενσυναίσθηση αυξάνονται με την εγγύτητα ή την ομοιότητα με ένα άτομο που επηρεάζεται».
H Γερμανίδα καθηγήτρια τονίζει ότι «οταν μιλάμε για ενσυναίσθηση, συχνά εννοούμε διαφορετικά πράγματα. Με καταλαβαίνει ο άλλος; Μπορεί να μπει στη θέση μου; Η ενσυναίσθηση είναι μια επιθυμητή ιδιότητα, μια διαπροσωπική αξία. Σήμερα, η ενσυναίσθηση θεωρείται αρχικά ως ένα κοινωνικό συναίσθημα: μια άμεση συναισθηματική αντίδραση στα συναισθήματα και τις καταστάσεις των άλλων. Αυτό είναι επίσης συνεπές με την προέλευση της λέξης: όπως και η συμπάθεια, η ενσυναίσθηση προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη πάθος, που σημαίνει έντονο συναίσθημα».
Όπως λέει η Γκριτ Χάιν, «είναι πιο εύκολο να βάλεις τον εαυτό σου σε μια κατάσταση να είσαι κλειδωμένος σε ένα μικρό χώρο. Ακόμα κι αν είναι μόνο σε ένα ασανσέρ. Αντίθετα, είναι μάλλον δύσκολο για πολλούς από εμάς να φανταστούμε πώς είναι να ξεκινάς ένα επικίνδυνο ταξίδι με παιδιά και όλα σου τα υπάρχοντα. Είναι κάτι που για πολλούς από εμάς είναι πολύ πιο αφηρημένο από το να είμαστε κλεισμένοι σε ένα μικρό χώρο». Αυτό θα μπορούσε επίσης να εξηγήσει αυτή την ισχυρότερη ενσυναισθητική αντίδραση σε αυτούς τους πέντε άντρες στο υποβρύχιο.
Η δύναμη του ρεπορτάζ
Το γεγονός αυτό οφείλεται και στο ρεπορτάζ. «Τη στιγμή που έχω πληροφορίες για ένα άτομο, μου δημιουργεί αυτό το συναίσθημα της γνώσης, του να είμαι πιο κοντά. Και αυτό αυξάνει τη συμπόνια», λέει η Γερμανίδα καθηγήτρια. Είναι μάλιστα πεπεισμένη ότι αυτό θα μπορούσε εξίσου εύκολα να δημιουργηθεί με την αναφορά για τους πρόσφυγες, αν τα μέσα ενημέρωσης μπορούσαν να «προσωποποιήσουν» τα θύματα αλλά αυτό συνήθως δεν συμβαίνει με αυτόν τον τρόπο.
«Υπάρχει σίγουρα το φαινόμενο που η συμπόνια εξαφανίζεται και φυσικά υπάρχει λόγος για αυτό εν μέρει: Εάν συσσωρεύονταν συνεχώς άσχημα νέα και απαντούσαμε συναισθηματικά στον ίδιο βαθμό με κάθε αναφορά, αυτό θα οδηγούσε σε συναισθηματική «εξάντληση». Σε σύγκριση, αυτή η υποβρύχια αγωνία είναι αρκετά μοναδική, τραβάει την προσοχή και είναι κάτι με το οποίο ασχολούμαστε πιο εντατικά».
Αυτό θα μπορούσε επίσης να εξηγήσει αυτή την ισχυρότερη ενσυναισθηματική αντίδραση σε αυτούς τους πέντε μεγιστάνες στο υποβρύχιο. Ανάμεσά τους και ο ιδιοκτήτης της εταιρείας OceanGate που οργανώνει αυτές τις τρομακτικές αποστολές, βάζοντας τους συμμετέχοντες να υπογράψουν τρεις φορές σε μια κάρτα με την επιγραφή: «Γνωρίζω ότι θα μπορούσα να πεθάνω».
Φυσικά μοιάζει περίεργο, αλλά ακόμα και οι ακροβάτες που περπατούν σε τεντωμένο σκοινί ανάμεσα στους ουρανοξύστες ξέρουν ότι διακινδυνεύουν, και χωρίς να ξοδέψουν καν 250.000 δολάρια, όπως οι επιβαίνοντες στο βαθυσκάφος. Ηθελαν να ικανοποιήσουν την αιώνια έλξη του κινδύνου, αλλά και την ιδιοτροπία όσων, έχοντας χρήματα, να μπορούν να τα πετάξουν στη θάλασσα; Από απλή περιέργεια και ιδιοτροπία να είναι μοναδικοί;
Φυσικά, όλοι έχουν το δικαίωμα να το κάνουν. Αλλά υπάρχει κάτι άρρωστο στην υπερβολική αναζήτηση αυτής της μοναδικότητας, στο οικονομικό και ανθρώπινο κόστος που κάποιος είναι διατεθειμένος να ρισκάρει. Πολλοί πρωτοπόροι της ιστορίας,ξόδεψαν χρήματα, χρόνο , ακόμη και τη ζωή τους σε τιτάνιες επιχειρήσεις. Σε πρωτόγνωρα εγχειρήματα, που άνοιξαν δρόμους στην ανθρωπότητα: Ο Μάρκο Πόλο, ο Κολόμβος, ο Μαγκελάνος, ο Αμούδσεν και τόσοι άλλοι. Και ο κόσμος θα ήταν ίσως πιο μικρός, χωρίς αυτούς…