Του Μιχάλη Ψύλλου
Δεν είναι Πρωταπριλιάτικο αστείο: Από σήμερα ,το ρωσικό αέριο θα είναι διαθέσιμο στην Ευρώπη-και στην Ελλάδα φυσικά- μόνο αν η πληρωμή γίνει σε ρούβλια, όπως ανακοίνωσε χθες ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν. Οι Ευρωπαίοι πελάτες της Μόσχας θα πρέπει «να ανοίξουν λογαριασμούς σε ρούβλια σε ρωσικές τράπεζες», για να πληρώνεται η Gazprom.
Θέλει πραγματικά ο Πούτιν να κλείσει τη στρόφιγγα του ρωσικού φυσικού αερίου; Μια ματιά στο διάταγμα που υπέγραψε ο Ρώσος πρόεδρος και δημοσιεύουν τα μέσα ενημέρωσης στη Μόσχα, δείχνει ότι είναι λιγότερο σκληρό από όσο φαίνεται. Η εικόνα που προκύπτει είναι λιγότερο ανησυχητική από αυτή που αποκάλυψε δημόσια ο Πούτιν. Οι ξένοι πελάτες θα μπορούν να συνεχίσουν να πληρώνουν σε ευρώ ή σε δολάρια για το φυσικό αέριο. Στη συνέχεια, η ρωσική τράπεζα Gazprombank θα μετατρέψει το ξένο νόμισμα σε ρούβλια μεταφέροντάς τα σε άλλο λογαριασμό. Επιπλέον, το διάταγμα προβλέπει επίσης τη δυνατότητα ορισμένες πληρωμές αερίου από ξένους αγοραστές να μην γίνονται σε ρούβλια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, ωστόσο, θα απαιτείται εξουσιοδότηση η οποία θα εκδοθεί από τη Ρωσική Κυβερνητική Επιτροπή.
Βραχυπρόθεσμα, επίσης, δεν θα υπάρξουν ουσιαστικές συνέπειες, δεδομένου ότι οδεύουμε προς το καλοκαίρι όπου η κατανάλωση φυσικού αερίου είναι πολύ χαμηλότερη. Κάποια προβλήματα μπορεί να αρχίσουν να συμβαίνουν τον επόμενο χειμώνα. Αλλά μέχρι τότε θα έχει κυλήσει πολύ νερό κάτω από τις γέφυρες του Μόσκοβα, του Ρήνου και του Σηκουάνα.
Η Ευρώπη δεν έχει ακόμη επιβάλει συγκεκριμένες κυρώσεις επειδή θέλει να προστατεύσει το εμπόριο ενέργειας. Αρκετές ρωσικές τράπεζες που θα έπρεπε να είχαν τιμωρηθεί αμέσως -όπως η Gazprombank, για παράδειγμα- γλίτωσαν έτσι ώστε η διαπραγμάτευση ενέργειας να παραμείνει δυνατή.
«Πόκερ με καλό χαρτί»
Το θέμα είναι πάντως ότι ο Πούτιν παίζει «πόκερ», έχοντας «καλό χαρτί»: Παρά τις κυρώσεις, η Ρωσία θα λάβει περισσότερα χρήματα φέτος από ό,τι περίμενε. Η οικονομία υποφέρει, αλλά ο Ρώσος Πρόεδρος μπορεί να αναμένει έσοδα ρεκόρ από τις επιχειρήσεις φυσικού αερίου και πετρελαίου, όπως λέει ο Γερμανός οικονομολόγος, ειδικός σε ενεργειακά θέματα, Τζάνις Κλούγκε, στέλεχος στο «Science and Politics Foundation».
Στο παρελθόν, ο ρωσικός προϋπολογισμός στηριζόταν σε ποσοστό 40-50% στις συναλλαγές με πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Τα έσοδα της Μόσχας καθορίζονται από δύο παράγοντες: πρώτον, από τις τιμές ενέργειας στην παγκόσμια αγορά και, δεύτερον, από τη συναλλαγματική ισοτιμία του ρουβλίου. Με την τιμή αγοράς του ρωσικού πετρελαίου σήμερα στα 82 δολάρια το βαρέλι,ο Πούτιν μπορεί να είναι ικανοποιημένος ,καθώς το Κρεμλίνο είχε καταρτίσει τον προγραμματισμό του για τον εφετινό προϋπολογισμό με το βαρέλι στα 62 δολάρια. Σχεδίαζε επίσης τον κρατικό προϋπολογισμό με συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου-ρούβλι 72, αλλά τώρα το δολάριο είναι στα 83 ρούβλια. Σχεδόν όσο και πριν τον πόλεμο. Αλλά για τις εξαγωγές ενέργειας αυτό είναι πλεονέκτημα. Αν πολλαπλασιάσουμε την τιμή του πετρελαίου με τη συναλλαγματική ισοτιμία του ρουβλίου, δείχνει ότι η Μόσχα ανέμενε έσοδα περίπου 4.500 ρούβλια ανά βαρέλι πετρελαίου, αλλά παίρνει πολύ περισσότερα, περίπου 7.000 ρούβλια.
Το φυσικό αέριο επίσης θα μπορούσε να αποφέρει έσοδα ρεκόρ για την Gazprom .Υπάρχει, φυσικά και ο πληθωρισμός, ο οποίος θα είναι πολύ υψηλός φέτος. Όμως τα έσοδα ρεκόρ από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο όχι μόνο θα αντισταθμίσουν αυτές τις απώλειες, αλλά ο Πούτιν πιθανότατα θα καταγράψει σημαντική αύξηση των εσόδων από φέτος.
Φυσικά, τέτοιες συγκρούσεις μεταξύ χωρών παίζονται επίσης στρατηγικά σαν τα παιχνίδια δοκιμασίας θάρρους: Δύο αυτοκίνητα τρέχουν κατευθείαν το ένα προς το άλλο, όποιος τα αποφύγει πρώτος χάνει. Ένα ευρωπαϊκό ενεργειακό εμπάργκο, θα μπορούσε φυσικά να αλλάξει τον λογισμό του Πούτιν. Γιατί ο Ρώσος πρόεδρος πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι ο πόλεμος θέτει σε κίνδυνο τη ισχύ του στη Ρωσία. Μεσοπρόθεσμα, οι κυρώσεις και το εμπάργκο θα ήταν επίσης πολύ επιζήμιες για τις στρατιωτικές δυνατότητες της Ρωσίας. Αυτό θα μπορούσε να γίνει σημαντικό εάν ο πόλεμος συνεχιστεί και τελικά εμπλακεί το ΝΑΤΟ. Κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει αυτή τη στιγμή.
Από την άλλη, οι ευρωπαικές χώρες, εξαρτημένες σκληρά από το ρωσικό φυσικό αέριο, αναζητούν εναλλακτικές πηγές. Εργάζονται ήδη σκληρά προσπαθώντας να συνάψουν συμφωνίες με το Κατάρ, την Αλγερία, την Αγκόλα και το Κονγκό για την αύξηση του εφοδιασμού με φυσικό αέριο και τη σταδιακή μείωση της εξάρτησης από τη Ρωσία. Υπάρχει και η αμερικανική προσφορά για 15 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα LNG ως το τέλος του χρόνου, που βέβαια δεν μπορεί να καλύψει τις ευρωπαϊκές ανάγκες. Σε κάθε περίπτωση όμως, θα χρειαστούν έως και 3 χρόνια για να βρεθεί μια έγκυρη εναλλακτική λύση για το ρωσικό αέριο.