Η Γαλλία στο δρόμο προς την Εκτη Δημοκρατία;

Του Simon Kuper

Οι διαδηλωτές στην Place de la République στο Παρίσι φώναζαν -περιέργως- στα Ιταλικά «siamo tutti antifascisti» -«είμαστε όλοι αντιφασίστες». Στα γαλλικά, στόχευαν τον βασικό τους εχθρό, τον πρόεδρο: «είμαστε εδώ, ακόμα και αν ο Μακρόν δεν το θέλει».

Τους παρακολουθούσαν σειρές αστυνομικών των ΜΑΤ, που, κατά τη γαλλική παράδοση αστυνόμευσης, δεν κατέβαλαν καμία προσπάθεια να αναμειχθούν με το πλήθος και να εκτονώσουν εντάσεις, αλλά αντιθέτως περίμεναν για την κατάλληλη στιγμή για να εξαπολύσουν τα δακρυγόνα και τα γκλοπ τους. Και το πλήθος αυτό περίμενε. Φώναζαν «ACAB» -την αγγλική συντομογραφία του «All Cops are Bastards». «A-ca-buh» ακουγόταν στα γαλλικά.

Στη συνέχεια κάποιος έβαλε φωτιά σε έναν κάδο απορριμμάτων –η τέλεια φωτογραφία για το Instagram και άλλοι διαδηλωτές άρχισαν να το βιντεοσκοπούν. Γνώριζαν πως έπαιρναν τη θέση τους σε μια εντυπωσιακή παριζιάνικη παράδοση, που εκτείνεται από το 1789 μέχρι το 1944 και το 1968. Επιτέλους η αστυνομία προχώρησε και ο κόσμος άρχισε να πετάει μπουκάλια.

Η Γαλλία βρίσκονταν σε κατάσταση αναταραχής ακόμα και πριν την απόφαση που έλαβε μονομερώς την περασμένη εβδομάδα ο Εμμανουέλ Μακρόν να αυξήσει το ελάχιστο γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 χρόνια, αφού δεν μπορούσε να το περάσει μέσω της βουλής. Στο Παρίσι, μετά από έναν χειμώνα κυλιόμενων απεργιών, το μετρό μετατρέπεται σε ένα θεωρητικό κόνσεπτ, ενώ αρουραίοι σκαλίζουν λόφους σκουπιδιών που παραμένουν στους δρόμους. Το αποκορύφωμα ήταν αναμφίβολα το περασμένο Σάββατο, με μια διαδήλωση που έγινε για τους αρουραίους. «Όχι, οι αρουραίοι δεν ευθύνονται για όλα όσα πάνε στραβά στη Γαλλία!» σημείωνε η ομάδα που οργάνωσε τη διαδήλωση, η Paris Animaux Zoopolis.

Ο θυμός των Γάλλων ξεπερνάει τις συντάξεις και την υπεροψία του Μακρόν. Υπάρχει μια γενικευμένη, μακροχρόνια οργή ενάντια στο κράτος και την ενσάρκωσή του, τον πρόεδρο. Μετά από 20 χρόνια που ζω εδώ, έχω συνηθίσει το ότι οι Γάλλοι υποθέτουν πως όποιον και αν εκλέξουν για πρόεδρο είναι ένας ηλίθιος κακοποιός και πως το κράτος, αντί να είναι η συλλογική τους έκφανση, είναι ο καταπιεστής τους. Αλλά ο αντιδημοφιλής τρόπος με τον οποίον πέρασε ο Μακρόν το μεγαλύτερο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης χωρίς ψηφοφορία, αυξάνει τον κίνδυνο οι Γάλλοι να ακολουθήσουν τους Αμερικάνους, τους Βρετανούς και τους Ιταλούς και να ψηφίσουν λαϊκιστές: πρόεδρος η Μαρίν Λε Πεν το 2027. Η ψήφος της ακροδεξιάς στις επαναληπτικές προεδρικές εκλογές έχει αυξηθεί σταδιακά αυτόν τον αιώνα, φτάνοντας στο 41% πέρυσι.

Η Γαλλία δεν μπορεί να συνεχίσει έτσι. Ήρθε η ώρα να τελειώσει η Πέμπτη Δημοκρατία, με την πανίσχυρη προεδρία της –ό,τι πιο κοντινό σε εκλεγμένο δικτάτορα υπάρχει στον αναπτυγμένο κόσμο- και να εγκαινιαστεί μια λιγότερο αυταρχική Έκτη Δημοκρατία. Ο Μακρόν μπορεί να είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να το κάνει αυτό.

Η Πέμπτη Δημοκρατία κηρύχθηκε το 1958, εν μέσω του χάους του Πολέμου στην Αλγερία και του φόβου για στρατιωτικό πραξικόπημα. Το σύνταγμα γράφτηκε για –και εν μέρη από- τον Σαρλ ντε Γκωλ, τον πανύψηλο ήρωα πολέμου, τον «άνθρωπο της πρόνοιας» το όνομα του οποίου τον έκανε την ενσάρκωση της αρχαίας Γαλλίας. Συναίνεσε να επιστρέψει ως ηγέτης αν η Γαλλία φίμωνε τα πολιτικά κόμματα και τους κοινοβουλευτικούς (ακόμα και το ίδιο του το κόμμα, το RPF – Rassemblement du peuple français-, δεν του άρεσε).

Έτσι το Σύνταγμα δημιούργησε μια ισχυρή εκτελεστική εξουσία, αν και όχι επικεντρωμένη στον πρόεδρο. Το άρθρο 49,3 επέτρεπε στην εκτελεστική εξουσία να παρακάμπτει τη βουλή και να περνά νόμους χωρίς ψηφοφορία. Η ενεργοποίηση του 49,3 επιτρέπει στα κόμματα της αντιπολίτευσης να υποβάλλουν πρόταση μομφής. Αν αποτύχει η πρόταση, τότε ο νόμος θεωρείται πως πέρασε. Ο ελιγμός με τις συντάξεις ήταν η 11η φορά που η πρωθυπουργός του Μακρόν, Ελιζαμπέτ Μπορν, ενεργοποίησε το 49,3, μέσα στους 10 μήνες που βρίσκεται στην εξουσία.

Στο σύνταγμα του 1958, ο πρόεδρος ήταν ακόμα μια σχετικά μετριοπαθής μορφή, που εκλέγονταν από περίπου 80.000 αξιωματούχους. Αλλά το 1962, ο ντε Γκώλ ενίσχυσε το στάτους του προέδρου: θα εκλέγονταν με καθολική ψηφοφορία. Όπως εξήγησε αργότερα ο ντε Γκωλ, «η αδιαίρετη εξουσία του κράτους ανατίθεται εξ ολοκλήρου στον πρόεδρο».

Η φιλοσοφία που διείπε την Πέμπτη Δημοκρατία έγινε ένα είδος Γαλλο-Κομφουκιανής διακυβέρνησης από τους εξυπνότερους, που προήλθαν από όλες τις κοινωνικές τάξεις. Ο πατέρας του πρωθυπουργού Πιέρ Μεντές Φρανς πωλούσε οικονομικά γυναικεία ενδύματα, του προέδρου Ζορζ Πομπιντού ήταν δάσκαλος σε μια μικρή πόλη και του προέδρου Φρανσουά Μιτεράν ήταν σταθμάρχης στην Ανγκουλέμ. Συνήθως στις συνόδους των G7 ο ηγέτης με τον υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης είναι ο Γάλλος πρόεδρος.

Οι τεχνοκράτες της δημοκρατίας επέκτειναν σταδιακά την εξουσία τους και στα πιο απομονωμένα χωριά. Σχεδόν ό,τι κινούνταν στη μεγαλύτερη χώρα της δυτικής Ευρώπης διοικούνταν από λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα στο Παρίσι. Τα διάφορα κύματα «αποκέντρωσης» από το 1982 ποτέ δεν πήγαν πολύ μακριά. Η κατευθυντήρια πεποίθηση των Παριζιάνων τεχνοκρατών, όπως λέει ο φιλελεύθερος συγγραφέας Γκασπάρ Κένιγκ, είναι ο “étatisme”, ο κρατισμός. Σημειώνει πως συνήθως περιγράφονται ως «υπηρέτες του κράτους» και όχι του λαού.

Η συμφωνία προέβλεπε ότι οι Γάλλοι θα παρέδιδαν ένα μεγάλο μέρος του εισοδήματός τους στο κράτος και θα πλοηγούνταν σε μια συχνά εφιαλτική γραφειοκρατία, με αντάλλαγμα δωρεάν εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη, συντάξεις και συχνά ακόμη και επιδοτούμενες διακοπές.

Μέχρι τη δεκαετία του 1990, το σύστημα λίγο-πολύ λειτουργούσε. Η Γαλλία βίωσε τα δικά της «ένδοξα 30s», τα “Trente Glorieuses” – 30 ένδοξα χρόνια οικονομικής ανάπτυξης, από το 1945 έως το 1975. Κατασκεύασε τα ταχύτερα τρένα της Ευρώπης, τα TGV· συνδημιούργησε το ταχύτερο επιβατικό αεροπλάνο στον κόσμο, το Concorde· συνέχισε να εφευρίσκει το πρωτο-διαδίκτυο, το Minitel, το οποίο οι Γάλλοι χρησιμοποιούσαν για να κλείνουν γήπεδα τένις και να κάνουν τηλεφωνικό σεξ· πίεσε τη Γερμανία να δημιουργήσει το ευρώ· και έγινε ανεξάρτητος παράγοντας στις παγκόσμιες υποθέσεις. Η παντοδύναμη προεδρία ενίσχυσε τη διεθνή θέση της Γαλλίας: η κυβέρνηση μιλούσε με τη φωνή ενός άνδρα και οι ξένοι ηγέτες ήξεραν πάντα ποιον γαλλικό αριθμό να καλέσουν.

Η στιγμή που η Πέμπτη Δημοκρατία έχασε τη λάμψη της ήταν πιθανότατα το πετρελαϊκό σοκ του 1973, και από τότε η οικονομία έχει ως επί το πλείστον παραμείνει στάσιμη. Ή ίσως ήταν η 21η Απριλίου του 2002, όταν ο ακροδεξιός ηγέτης Ζαν Μαρί Λε Πεν έφτασε στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών. Έχασε από τον Ζακ Σιράκ, αλλά από τότε, με έναυσμα την ανησυχία των Γάλλων για την μετανάστευση και την ανεργία, υπήρχε μια αξιόπιστη απειλή για τη δημοκρατία.

Η απογοήτευση με τον πρόεδρο φάνηκε στα ποσοστά αποδοχής. Ο Μιτεράν (πρόεδρος από το 1981 έως το 1995) και ο Σιράκ (1995-2007) γενικά είχαν ποσοστά αποδοχής μεταξύ 40% και 60%, σύμφωνα με την εταιρεία δημοσκοπήσεων Kantar Sofres. Αλλά οι τελευταίοι τρεις πρόεδροι, Νικολά Σαρκοζί, Φρανσουά Ολάντ και Μακρόν, συνήθως είχαν ποσοστά που κυμαίνονταν μεταξύ του 20% και του 40%.

Το ποσοστό του Ολάντ σε μια δημοσκόπηση έπιασε μόλις το 4% (δεν είναι τυπογραφικό λάθος). Αυτά τα στοιχεία από την μετα-ηρωϊκή εποχή ήταν πολύ μικρά για τη δουλειά του ντε Γκωλ. Λίγοι ψηφοφόροι τώρα περιμένουν πως ο επόμενος πρόεδρος θα είναι ο εθνικός σωτήρας. Αν και η Μαρίν Λε Πεν μπορεί να γίνει πρόεδρος, και αυτή έχει χάσει τη μαγεία της μετά από χρόνια σκανδάλων.

Αλλά και οι τεχνοκράτες μοιάζουν αμαυρωμένοι, ιδιαιτέρως από τότε που έγιναν μια αυτοδιαιωνιζόμενη κάστα. Η άρχουσα τάξη του σήμερα απαρτίζεται δυσανάλογα από λευκούς γιους της μεγαλοαστικής τάξης των βιβλιοφάγων, οι οποίοι ταξίδεψαν μαζί από το νηπιαγωγείο της Αριστερής Όχθης του Παρισιού στο προπανεπιστήμιο της Αριστερής Όχθης, όπου προετοιμάστηκαν για τις εξετάσεις των πανεπιστημίων, προτού αποκτήσουν το δικό τους διαμέρισμα στην Αριστερή Όχθη. Αν δεν ήταν από το Παρίσι, γενικότερα μετακόμισαν εκεί ως έφηβοι, όπως ο Ολάντ, ο γιος ενός εύπορου γιατρού από τη Νορμανδία, ή ο Μακρόν, ο γιος ενός νευρολόγου από την Πικαδρία.

Ήταν όπως είχε προειδοποιήσει δεκαετίες νωρίτερα ο κοινωνιολόγος Πιέρ Μπουρντιέ, ένας γιος ταχυδρόμου από τα νοτιοδυτικά: η γαλλική ελίτ αναπαράγει το εαυτόν της. (Και κανένας δεν κατείχε την αυτό-αναπαραγωγή της ελίτ καλύτερα από τον ίδιον τον Μπουρντιέ: και οι τρεις γιοί του τον ακολούθησαν στην πιο διανοούμενη Γκραντ Εκόλ, την École Normale Supérieure στην Αριστερή Όχθη, που εκπαιδεύει κοινωνικούς επιστήμονες).

Οι Γάλλοι τεχνοκράτες πέρασαν τον εργασιακό τους βίο σε μερικές συνοικίες εντός του Périphérique, του περιφερειακού δρόμου που περιβάλλει την παρισινή αυλή σαν τάφρος. Συμπεριφέρονται στην υπόλοιπη Γαλλία σχεδόν σαν να είναι αποικία, η οποία κατοικείται από βρωμιάρηδες χωριάτες που απέτυχαν να απορροφήσουν την παριζιάνικη κουλτούρα την οποία αυτοί έμαθαν στο σχολείο, και οι οποίοι ψηφίζουν ακροδεξιά ή ακροαριστερά.

Τα θεμελιώδη στοιχεία της ζωής εκτός Παρισιού διαφεύγουν από πολλούς υπεύθυνους λήψης αποφάσεων. Ο Ζαν-Πιέρ Ζουγιέ, συμμαθητής του Ολάντ στην École Nationale d’ Administration (ENA) και δεξί του χέρι, κατάλαβε πως μεγάλα τμήματα της επαρχίας δεν είχαν broadband internet μόνο επειδή υπέστη την εμπειρία στο δεύτερο σπίτι του (το παλιό σπίτι των γονιών του) στη Νορμανδία. Ποτέ δεν το είπε στον Ολάντ. «Προς υπεράσπισή μου», σημειώνει στα απομνημονεύματά του με τίτλο «L’Envers du décor» , «κανένας στην κυβέρνηση δεν ενδιαφέρονταν για το ζήτημα». Όταν ο Μακρόν αποφάσισε να προσθέσει λίγα σεντς στον φόρο καυσίμων το 2018, δεν είχε ιδέα πως αυτό θα πυροδοτούσε μια πολύμηνη πανεθνική εξέγερση από τα κίτρινα γιλέκα, επειδή ο ίδιος και οι τεχνοκράτες γύρω του δεν είχαν αντιληφθεί το πόσο πολύ οι άνθρωποι πέραν του Périphérique εξαρτώνται από τα αυτοκίνητά τους.

Όταν τα πράγματα πάνε στραβά, οι Γάλλοι κατηγορούν τους τεχνοκράτες –και πάνω απ’ όλα τον πρόεδρο, που αποφασίζει χωρίς να τους συμβουλευτεί. Οι ζωές των κοινών ανθρώπων δίνουν την αίσθηση πως καθορίζονται, μέχρι την ημέρα που μπορούν να συνταξιοδοτηθούν, από μια παριζιάνικη δήθεν αξιοκρατία από την οποία οι ίδιοι έχουν αποκλειστεί από τότε που γεννήθηκαν. Τα τρία τέταρτα των ανθρώπων που αυτοπροσδιορίζονται ως ανήκοντες στις «λαϊκές τάξεις» λένε πως νοιώθουν πως είναι αντικείμενο κοινωνικής περιφρόνησης και πως τους λείπει η αναγνώριση, όπως αναφέρει ο Λυκ Ρουμπάν, ειδήμονας θεμάτων πολιτικής του Sciences Po, ενός ελίτ πανεπιστημίου του Παρισιού. Αυτό είναι ιδιαίτερα ενοχλητικό, δεδομένης της υπόσχεσης της χώρας, που διακηρύσσεται από τις προσόψεις κάθε ταχυδρομείου και δημοτικού σχολείου: «Ελευθερία, ισότητα, αδελφότητα». Η Γαλλία δεν είναι Ηνωμένο Βασίλειο ή ΗΠΑ, όπου η δύναμη της κοινωνικής τάξης ή του χρήματος είναι ειλικρινής.

Ενώ ο γαλλικός πληθυσμός αψηφά τους τεχνοκράτες, έτσι και οι τεχνοκράτες αψηφούν τον λαό, σύμφωνα με τη διάγνωση της Σαντάλ Ζουανο, η οποία υπηρέτησε πέντε χρόνια ως επικεφαλής της Εθνικής Επιτροπής για τον Δημόσιο Διάλογο. Οι Γάλλοι «deciders» συχνά περιγράφουν την κοινωνία ως «συγκρουσιακή, ανεξέλεγκτη, μη μεταρρυθμίσιμη», όπως είπε στην Le Monde. Ίσως να σκεφτόταν το ειρωνικό σχόλιο του Μακρόν για τους «ατίθασους Γαλάτες». Την Τετάρτη μοιρολογούσε πως «δεν καταφέραμε να μοιραστούμε… την αναγκαιότητα αυτής της μεταρρύθμισης», λες και το πρόβλημα ήταν η ανικανότητα του λαού να κατανοήσει την πραγματικότητα.

Από τότε που ο Μακρόν έγινε πρόεδρος το 2017, η λαϊκή οργή τον έχει βάλει στο στόχαστρο. Για τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους έλεγαν πως θύμιζε σε κάθε γυναίκα τον πρώτο της σύζυγο. Ο Μακρόν θυμίζει σε κάθε Γάλλο το αφεντικό του: έναν μορφωμένο ξερόλα που κοιτάζει υποτιμητικά το προσωπικό του. Κατάλαβε πως ο Ολάντ δεν είχε προεδρικό μεγαλείο και εμφανίστηκε ο ίδιος ως όμοιος του Δία (Jupiterian). Αλλά οι περισσότεροι ψηφοφόροι είδαν απλώς έναν αναιδή πρώην τραπεζικό που παρίστανε τον βασιλιά. Ακόμα και σε πολλούς που τον ψήφισαν δεν άρεσε, ούτε ένοιωθαν πως επικυρώνουν την πλατφόρμα του, με την δέσμευσή του να αυξήσει τα όρια συνταξιοδότησης. Στον δεύτερο γύρο των εκλογών τόσο του 2017 όσο και του 2022, η άλλη επιλογή ήταν η Μαρίν Λε Πεν. Ο Γάλλος πρόεδρος έχει πάει μέσα σε 60 χρόνια από «άνθρωπος της πρόνοιας» σε «τουλάχιστον δεν είναι ο διάβολος».

Η σύντομη απασχόληση του Μακρόν στην Rothschild αναπόφευκτα δημιούργησε αντισημιτικές θεωρίες συνωμοσίας μεταξύ αυτών που μπερδεύουν τη σημερινή μπουτίκ παριζιάνικη επενδυτική τράπεζα με τον κολοσσό του 19ου αιώνα που απλώνονταν σε όλη την Ευρώπη. Ένα σύνηθες σαρκαστικό σχόλιο είναι πως ο Μακρόν είναι «νεοφιλελεύθερος» ή ακόμα χειρότερα, «ακραίος φιλελεύθερος», απασχολημένος με τη διάλυση του γαλλικού διχτυού κοινωνικής ασφάλισης για να ωφελήσει τις σκιώδεις δυνάμεις του παγκόσμιου κεφαλαίου.

Η κατηγορία είναι παράλογη: η Γαλλία παραμένει το λιγότερο νεοφιλελεύθερο μέρος του πλανήτη. Οι κρατικές δαπάνες το 2021 ήταν 59% του ΑΕΠ, οι υψηλότερες στον ΟΟΣΑ, το κλαμπ των πλούσιων χωρών. Ο αιώνιος φόβος των Γάλλων πως θα χάσουν προνόμια –πάνω απ’ όλα την συνταξιοδότησή τους μετά από 25 χρόνια- προδίδει πόσο καλές είναι οι ζωές τους. Από την αρνητική πλευρά, ο κόσμος πληρώνει τόσα πολλά στο κράτος που πολλοί ξεμένουν από χρήματα στο τέλος του μήνα. Το καθαρό μέσο εισόδημα των Γάλλων -22.732 ευρώ το 2021- είναι χαμηλότερο απ’ ότι στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες που η Γαλλία θέλει να θεωρεί ομότιμές της.

Ιδιαίτερα μετά τα κίτρινα γιλέκα, ο Μακρόν έχει προσπαθήσει να χαλιναγωγήσει τα προνόμια της ελίτ. Ο Σαρκοζί και ο πρώην πρωθυπουργός του Φρανσουά Φιγιόν έχουν καταδικαστεί για διαφθορά, αν και κανένας τους δεν έχει πάει ακόμα στη φυλακή, ενώ και οι δυο έχουν ασκήσει έφεση. Μια νέα εγκράτεια έχει επιβληθεί στη βουλή: πάνε οι μέρες των αναπληρωτών που έπαιρναν μαζί τους όμορφες ασκούμενες σε ακριβά γεύματα με ανεξέλεγκτα έξοδα.

Οι υπουργοί του Μακρόν έχουν απομακρυνθεί από χαρτοφυλάκια όπου είχαν σύγκρουση συμφερόντων –αν και αυτό έχει τονίσει τον αριθμό αυτού του είδους των συγκρούσεων που υπάρχουν εντός της μικροσκοπικής παριζιάνικης άρχουσας κάστας: η Μαρλέν Σιάπα, υπουργός επικρατείας για την κοινωνική οικονομία, έπρεπε να παραδώσει το μεγαλύτερο μέρος του χαρτοφυλακίου της όταν συγκατοίκησε με τον επικεφαλής μιας μεγάλης εταιρείας παροχής ασφάλισης υγείας. Η υπουργός ενεργειακής μετάβασης, Ανιές Πανιέρ-Ρουνασέρ, δεν μπορεί να αγγίξει ζητήματα που αφορούν την πετρελαϊκή εταιρεία Perenco, την οποία διηύθυνε κάποτε ο πατέρας της, ούτε να ασχοληθεί με την ενεργειακή εταιρεία Engie, όπου ο πρώην σύζυγός της ήταν ανώτερος διευθυντής. Και ο Ζαν-Νοέλ Μπαρό, υπουργός αρμόδιος για την ψηφιακή οικονομία, δεν μπορεί να χειριστεί ζητήματα που αφορούν την Uber, όπου η αδελφή του είναι επικεφαλής επικοινωνιών.

Αυτές οι παραχωρήσεις δεν έχουν κατευνάσει τον λαό. Ούτε και ο περιορισμός της μακροχρόνιας γαλλικής μάστιγας της ανεργίας. Τώρα βρίσκεται στο 7,2%, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008, χωρίς να ακούει ούτε ένα «ευχαριστώ» ο Μακρόν. Τόσος είναι ο θυμός για τα νέα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης που πέρασαν χωρίς ψηφοφορία, που μπορεί να δυσκολευτεί να περάσει οποιονδήποτε νόμο τα επόμενα τέσσερα χρόνια, εκτός και αν τολμήσει να καταφύγει και πάλι στο πέρασμά τους χωρίς ψηφοφορία.

Οι καρποί της Πέμπτης Δημοκρατίας δεν είναι τόσο κακοί. Αλλά το ίδιο το σύστημα είναι παρωχημένο, λέει η Κατρίν Φιέσι, ιδρύτρια του think tank Counterpoint. Η αυταρχική φύση του κράτους βοηθά ώστε να εξηγηθεί γιατί οι Γάλλοι είναι τόσο θυμωμένοι παρά του ότι ζουν σχετικά καλά. Θα μπορούσε να περιγράψει κανείς το έργο της δημοκρατίας χωρίς να αναφερθεί το σχεδόν άσχετο κοινοβούλιο. Η Γαλλία σήμερα έχει τρεις κλάδους της διακυβέρνησης: την προεδρία, το δικαστικό σώμα και τον δρόμο. Αν ο πρόεδρος αποφασίσει να κάνει κάτι, μόνο ο δρόμος μπορεί να τον σταματήσει –σταματώντας τη χώρα μέσω διαδηλώσεων και απεργιών. Ο δρόμος και ο πρόεδρος σπανίως επιδιώκουν συμβιβασμό. Ένας κερδίζει, ένας χάνει.

Ιστορικά, τα εργατικά συνδικάτα ελέγχουν τον δρόμο. Αλλά καθώς και αυτά χάνουν τη συνάφειά τους –ο Μακρόν ίσα που τα συμβουλεύτηκε για τις συντάξεις- ο δρόμος έχει γίνει όλο και πιο βίαιος και μη κατευθυνόμενος, από τα άνευ ηγεσίας κίτρινα γιλέκα μέχρι το σημερινό κάψιμο των κάδων απορριμμάτων.

Το λύκειο της κόρης μου κατά διαστήματα αποκλείεται από μαθητές που φέρουν μπάνερ με συνθήματα όπως «Ενάντια στο Κεφάλαιο». Σε ένα γειτονικό σχολείο, μια ομάδα μαθητών και καθηγητών συνωμοτούν για να μετατρέψουν τον δικό τους αποκλεισμό σε μια κατάληψη διάρκειας μιας εβδομάδας και μια διανυκτέρευση με διασκεδαστικές δράσεις συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού μπάνερ και του βαψίματος κτιρίων. Η φίλη της κόρης μου εκεί σχεδιάζει να συμμετέχει μέχρι το Σάββατο: «μετά θα πάρω το Σαββατοκύριακό μου».

Δεν είναι αυτός τρόπος να διοικείς μια χώρα. Στις προεδρικές εκλογές του περασμένου χρόνου, ο ακροαριστερός υποψήφιος Ζαν-Λυκ Μελανσόν έκανε προεκλογική εκστρατεία με μια υπόσχεση για μια «Έκτη Δημοκρατία». Ήθελε ένα νέο σύνταγμα που θα συρρικνώνει τις εξουσίες του «μονάρχη προέδρου».

Αλλά το άτομο που βρίσκεται στην καλύτερη θέση να φέρει την Έκτη Δημοκρατία είναι ο ίδιος ο Μακρόν. Είναι ένας πολιτικός που κυνηγά το μεγάλο παιχνίδι, σημειώνει η Φιέσι. Έχει ήδη προσπαθήσει κατά καιρούς να γοητεύσει τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Βλαντίμιρ Πούτιν, και να ξαναφτιάξει τη γαλλική αγορά εργασίας, την ευρωπαϊκή άμυνα και την ΕΕ. Τα προγράμματά του συνήθως βουλιάζουν, αλλά τουλάχιστον βάζει υψηλούς στόχους. Μια Έκτη Δημοκρατία είναι μια ιδέα της κλίμακας Μακρόν. Θα μπορούσε να είναι η κληρονομιά του, προτείνει η Φιέσι. Μπορεί ενδεχομένως να ξαναβάλει το γαλλικό τρένο πίσω στις ράγες.

Τη Δευτέρα το κόμμα του, που σήμερα ονομάζεται «Αναγέννηση», έστειλε ένα ηλεκτρονικό μήνυμα στα μέλη του με τίτλο «Για τη μεταρρύθμιση των θεσμών». Τα μέλη καλούνταν να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με τις εκλογές για το κοινοβούλιο, τη χρήση ή μη των δημοψηφισμάτων και τις τοπικές εξουσίες. Υπήρχε μια ερώτηση ανοικτού τύπου: «Με λίγα λόγια, για ποιο(α) θέμα(τα) πιστεύετε ότι θα ήταν χρήσιμο να οργανωθεί ένα συνέδριο πολιτών;»

Είναι ένα πλεονέκτημα της Γαλλίας ότι μπορεί να επικαιροποιείται αναθεωρώντας το σύνταγμά της – όπως έχει κάνει 24 φορές κατά τη διάρκεια της Πέμπτης Δημοκρατίας. Πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια Έκτη Δημοκρατία, ή τουλάχιστον μια αναμορφωμένη Πέμπτη Δημοκρατία; Ο Κένιγκ συνιστά να καταργηθεί η καινοτομία του Ντε Γκωλ για έναν εκλεγμένο πρόεδρο. Αυτό θα ξεφούσκωνε τον ρόλο του και θα ενίσχυε το κύρος του Κοινοβουλίου. Ο Κένιγκ τάσσεται επίσης υπέρ της μεταβίβασης εξουσιών στις 35.000 κοινότητες της Γαλλίας: στην πραγματικότητα, στις τοπικές αρχές. Οι έρευνες δείχνουν επανειλημμένα ότι οι Γάλλοι εμπιστεύονται πολύ περισσότερο τους τοπικούς αντιπροσώπους τους από ό,τι τους εθνικούς.

Ο Κένιγκ έθεσε συμβολικά υποψηφιότητα για την προεδρία πέρυσι με μια φιλελεύθερη πλατφόρμα συρρικνωμένης προεδρίας. Ταξιδεύοντας ανά τη χώρα, ενθουσιάστηκε: πολλοί Γάλλοι ζουν σε όμορφα μέρη, κοντά σε βουνά ή παραλίες ή βοσκότοπους. Είναι αρκετά ευκατάστατοι, τρώνε καλά και έχουν το χρόνο να αναπτύξουν πάθη εκτός εργασίας.

Ίσως να λειτουργούν ακόμη καλύτερα χωρίς κάποιον τύπο στο Παρίσι που να ελέγχει τη ζωή τους.

Διαβάστε οπωσδήποτε

google news svg icon

Ακουλούθησε το Periodista.gr στο Google News για να μαθαίνεις όσα δεν τολμούν ή δεν θέλουν να γράψουν οι άλλοι.

Περισσότερα

Άρθρα
ΔΗΜΟΦΙΛΗ