Μέρες… του 2015 έφεραν στη μνήμη οι δηλώσεις του εκπροσώπου του ΜέΡΑ25 Έρικ Έντμαν, ο οποίος, μιλώντας σε εκπομπή του Μega, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να κλείσουν οι τράπεζες.
Ο κ. Έντμαν μιλούσε σαν να βρισκόταν ακόμα στην εποχή των σκληρών μνημονίων που είχαν επιβληθεί στην Ελλάδα, λέγοντας μάλιστα ότι στην πραγματικότητα, η χώρα δεν έχει βγει από τα μνημόνια και ότι αν οι πολιτικές έρθουν σε αντίθεση με τις Βρυξέλλες, μπορεί να κλείσουν οι τράπεζες.
«Το ΜέΡΑ25 είναι ξεκάθαρο: ο δρόμος προς την ελπίδα απαιτεί την ρήξη, η οποία αν οδηγήσει στο κλείσιμο των τραπεζών από τις Βρυξέλλες που μας καταδυναστεύουν, θα είμαστε προετοιμασμένοι με το σχέδιο ΔΗΜΗΤΡΑ», δήλωσε ο Έρικ Έντμαν, προσθέτοντας:
«Ναι υπάρχει αυτή η πιθανότητα.
Ξέρετε γιατί;
Γιατί δε βγήκαμε ποτέ από τα μνημόνια.
Ή είναι χαρακτηριστικό ανεξάρτητων χώρων να τους κλείνουν τις τράπεζες ξένοι;
Γι’ αυτό το ΜέΡΑ25 είναι ξεκάθαρο: ο δρόμος προς την ελπίδα απαιτεί την ρήξη, η οποία αν οδηγήσει στο κλείσιμο των τραπεζών από τις Βρυξέλλες που μας καταδυναστεύουν, θα είμαστε προετοιμασμένοι με το σχέδιο ΔΗΜΗΤΡΑ».
https://www.youtube.com/embed/tkJKwny33mw?rel=1
«Να καούν»…
Υπενθυμίζεται πως αίσθηση είχε κάνει πρόσφατο άρθρο του γραμματέα του MέΡΑ 25, Γιάνη Βαρουφάκη, που καλούσε σε… κάψιμο των τραπεζών.
Σύμφωνα με τον κ. Βαρουφάκη, «κόσμος οδεύει σε πιο επώδυνη κρίση από εκείνη του 2008, αναφέρει με άρθρο του στο Project Syndicate o οικονομολόγος και γραμματέας του MέΡΑ 25 Γιάνης Βαρουφάκης, κατακεραυνώνοντας, ταυτόχρονα, το τραπεζικό σύστημα, το οποίο, ούτε λίγο ούτε πολύ, χαρακτηρίζει «παρασιτικό», ενώ προτρέπει «να το τινάξουμε στον αέρα, καθώς ωφελεί μόνον ιδιοκτήτες και μετόχους σε βάρος της πλειοψηφίας.».
Eιδικότερα, στο άρθρο του που επιγράφεται «Αφήστε τις τράπεζες να καούν» και το οποίο παρουσιάζει το Bankingnews, επισημαίνεται: «Αυτή η τραπεζική κρίση δεν είναι σαν τις άλλες…
Στην πραγματικότητα είναι χειρότερη από αυτή που ξέσπασε τη χρονική περίοδο 2007 – 2008.
Τότε θα μπορούσαμε να κατηγορήσουμε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για απάτη, εκτεταμένο ληστρικό δανεισμό, τη συμπαιγνία μεταξύ οίκων αξιολόγησης και σκιώδη τραπεζικά ιδρύματα που διακινούν ύποπτα παράγωγα – όλα αυτά επιτρέπονταν τότε, αφού οι πολιτικοί της Wall Street, όπως ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Robert Rubin, είχαν χαλαρώσει το κανονιστικό πλαίσιο.
Οι σημερινές τράπεζες δεν μπορούν να κατηγορηθούν… για τίποτε από αυτά.
Ναι, η Silicon Valley Bank ήταν αρκετά ανόητη ώστε να επωμιστεί ακραίο κίνδυνο επιτοκίου ενώ στους πελάτες της συγκαταλέγονταν κυρίως ανασφάλιστοι καταθέτες.
Ναι, η Credit Suisse ήταν μια άθλια ιστορία με εγκληματίες, απατεώνες και διεφθαρμένους πολιτικούς.
Όμως, σε αντίθεση με το 2008, κανένας πληροφοριοδότης δεν φιμώθηκε, οι τράπεζες συμμορφώθηκαν (περισσότερο ή λιγότερο) με το ενισχυμένο κανονιστικό πλαίσιο, ενώ τα περιουσιακά τους στοιχεία ήταν σχετικά σταθερά.
Επιπλέον, καμία από τις ρυθμιστικές αρχές στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη δεν θα μπορούσε να ισχυριστεί–όπως έκαναν το 2008– ότι είχε τυφλωθεί.
Στην πραγματικότητα, οι ρυθμιστικές αρχές και οι κεντρικές τράπεζες γνώριζαν τα πάντα.
Απολάμβαναν πλήρη πρόσβαση στα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών.
Μπορούσαν να δουν καθαρά ότι αυτά τα μοντέλα δεν θα επιβίωναν από τον συνδυασμό σημαντικών αυξήσεων στα μακροπρόθεσμα επιτόκια και μιας ξαφνικής άρσης καταθέσεων.
Ακόμα κι έτσι δεν έκαναν τίποτα.
Οι λόγοι της αποτυχίας…
Μήπως οι αξιωματούχοι απέτυχαν να προβλέψουν την πανικόβλητη φυγή από μεγάλους και ως εκ τούτου ανασφάλιστους καταθέτες; Ίσως.
Αλλά ο πραγματικός λόγος που οι κεντρικές τράπεζες δεν έκαναν τίποτα όταν ήλθαν αντιμέτωπες με τα εύθραυστα επιχειρηματικά μοντέλα των τραπεζών είναι ακόμη πιο ανησυχητικός:
Ήταν η απάντηση των κεντρικών τραπεζών στο χρηματοοικονομικό κραχ του 2008 που γέννησε αυτά τα επιχειρηματικά μοντέλα – και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής το γνώριζαν.
Η μετά το 2008 πολιτική της σκληρής λιτότητας που εφαρμόστηκε ταυτόχρονα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ είχε δύο αποτελέσματα, τα οποία διαμόρφωσαν τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό τα τελευταία 14 χρόνια.
Πρώτον, δηλητηρίασε τα χρήματα της Δύσης. Πιο συγκεκριμένα, εξασφάλισε ότι δεν θα υπάρχει πλέον ένα ενιαίο ονομαστικό επιτόκιο ικανό να αποκαταστήσει την ισορροπία μεταξύ ζήτησης χρήματος και προσφοράς χρήματος, αποτρέποντας χρεοκοπίες τραπεζών.
Δεύτερον, επειδή ήταν παγκοίνως γνωστό ότι κανένα μεμονωμένο επιτόκιο δεν μπορούσε να επιτύχει σταθερότητα τιμών όσο και χρηματοπιστωτική σταθερότητα, οι τραπεζίτες της Δύσης υπέθεσαν ότι, εάν και όταν ο πληθωρισμός αυξανόταν, οι κεντρικές τράπεζες θα αύξαναν τα επιτόκια και παράλληλα θα τα διέσωζαν.
Είχαν δίκιο: αυτό ακριβώς βλέπουμε τώρα.
Αντιμέτωποι με την επιλογή περιορισμού του πληθωρισμού και της σωτηρίας των τραπεζών, οι αξιοσέβαστοι σχολιαστές απευθύνουν έκκληση στις κεντρικές τράπεζες να κάνουν και τα δύο: να συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια ενώ συνεχίζουν την ίδια σοσιαλιστική πολιτική που ακολουθείται για τις τράπεζες μετά το 2008, η οποία είναι ο μοναδικός τρόπος για να σταματήσουν οι τράπεζες να υποχωρούν σαν ντόμινο.
Μόνο αυτή η στρατηγική –σφίγγοντας τη νομισματική θηλιά γύρω από το λαιμό της κοινωνίας με παράλληλη διάσωση του τραπεζικού συστήματος– μπορεί να εξυπηρετήσει ταυτόχρονα τα συμφέροντα των πιστωτών και των τραπεζών.
Είναι επίσης ένας σίγουρος τρόπος για να καταδικαστούν οι περισσότεροι άνθρωποι σε περιττή αλλά επονείδιστη ταλαιπωρία (λόγω της ακρίβειας, που θα μπορούσε να αποφευχθεί και της ανεργίας που θα μπορούσε να αποφευχθεί) ενώ σπέρνονται οι σπόροι της επόμενης τραπεζικής λαίλαπας.
Εναλλακτική…
Για να μην ξεχνιόμαστε, πάντα γνωρίζαμε ότι οι τράπεζες σχεδιάστηκαν για να μην είναι ασφαλείς και ότι αποτελούν ένα σύστημα ανίκανο να συμμορφωθεί με τους κανόνες μιας εύρυθμης αγοράς.
Το πρόβλημα είναι ότι, μέχρι στιγμής, δεν είχαμε εναλλακτική: οι τράπεζες ήταν το μόνο μέσο για τη διοχέτευση χρημάτων στους πολίτες (μέσω ταμείων, υποκαταστημάτων, ΑΤΜ κ.λπ.).
Αυτό κατέστησε την κοινωνία όμηρο ενός δικτύου ιδιωτικών τραπεζών που μονοπωλούσαν πληρωμές, αποταμιεύσεις και πιστώσεις.
Σήμερα, ωστόσο, η τεχνολογία μας έχει δώσει μια υπέροχη εναλλακτική.
Φανταστείτε η κεντρική τράπεζα να παρείχε σε όλους ένα δωρεάν ψηφιακό πορτοφόλι – ουσιαστικά έναν δωρεάν τραπεζικό λογαριασμό που θα έφερε τόκο ισοδύναμο με το επιτόκιο μίας ημέρας της κεντρικής τράπεζας.
Δεδομένου ότι το ισχύον τραπεζικό σύστημα λειτουργεί σαν αντικοινωνικό καρτέλ, η κεντρική τράπεζα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τεχνολογία βασισμένη στο cloud για να παρέχει δωρεάν ψηφιακές συναλλαγές και αποθήκευση αποταμιεύσεων σε όλους, με τα καθαρά της έσοδα να πληρώνουν για βασικά δημόσια αγαθά.
Απελευθερωμένοι από τον εξαναγκασμό να κρατούν τα χρήματά τους σε μια ιδιωτική τράπεζα και να πληρώνουν για να κάνουν συναλλαγές χρησιμοποιώντας το σύστημά της, οι πολίτες θα είναι ελεύθεροι να επιλέξουν εάν και πότε θα χρησιμοποιήσουν ιδιωτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που προσφέρουν διαμεσολάβηση κινδύνου μεταξύ αποταμιευτών και δανειοληπτών.
Ακόμη και σε τέτοιες περιπτώσεις, τα χρήματά τους θα συνεχίσουν να βρίσκονται με απόλυτη ασφάλεια στα βιβλία της κεντρικής τράπεζας.
Υποκρισία κρυπτοαγορών…
Η αδελφότητα των κρυπτονομισμάτων θα μπορούσε να με κατηγορήσει ότι προωθώ και πιέζω για μια τράπεζα Big Brother (Μεγάλος Αδελφός), που θα βλέπει και θα ελέγχει κάθε συναλλαγή μας.
Παραμερίζοντας την υποκρισία τους –πρόκειται για τους ίδιους που ζήτησαν άμεση διάσωση της Silicon Valley Bank από τη Federal Reserve– πρέπει να αναφέρουμε ότι το υπουργείο Οικονομικών και άλλες κρατικές αρχές έχουν ήδη πρόσβαση σε κάθε συναλλαγή μας.
Το απόρρητο θα μπορούσε να διαφυλαχθεί καλύτερα εάν οι συναλλαγές επικεντρώνονταν στο καθολικό της κεντρικής τράπεζας υπό την επίβλεψη μιας «Επιτροπής Νομισματικής Εποπτείας» που θα αποτελείται από τυχαία επιλεγμένους πολίτες και εμπειρογνώμονες από ένα ευρύ φάσμα επαγγελμάτων.
Το τραπεζικό σύστημα που θεωρούμε δεδομένο είναι αδιόρθωτο.
Αυτά είναι τα κακά νέα.
Όμως, δεν χρειάζεται πλέον να βασιζόμαστε σε κανένα ιδιωτικό, ενοικιαζόμενο, κοινωνικά αποσταθεροποιητικό δίκτυο τραπεζών.
Ήρθε η ώρα να τινάξουμε στον αέρα το τραπεζικό σύστημα που ωφελεί μόνον τους ιδιοκτήτες και τους μετόχους εις βάρος της πλειοψηφίας.
Οι «ανθρακωρύχοι» ανακάλυψαν με τον δύσκολο τρόπο ότι η κοινωνία δεν τους οφείλει μόνιμη επιδότηση για να βλάπτουν τον πλανήτη.
Είναι καιρός και οι τραπεζίτες να πάρουν ένα παρόμοιο μάθημα».