Της Laura Pitel
Στην Πλατεία Ελευθερίας του Μπακού, χιλιάδες Αζέροι στρατιώτες φορώντας γούνινα καπέλα και διακοσμημένα στρατιωτικά παλτό έκαναν παρέλαση τον περασμένο μήνα, για να γιορτάσουν τη νίκη της χώρας τους στον Καύκασο αλλά και για να τιμήσουν τον άνθρωπο που το κατέστησε αυτό δυνατό: τον πρόεδρο της Τουρκίας Recep Tayyip Erdogan.
Έχοντας προσκληθεί ως τιμώμενος επισκέπτης, ο Τούρκος ηγέτης παρακολουθούσε, καθώς τα drones που προμήθευσε στο Μπακού στον πόλεμο για την ανάκτηση των εδαφών που είχε χάσει από την Αρμενία στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, κατείχαν εξέχουσα θέση στην στρατιωτική παρέλαση. «Σήμερα είναι μια ημέρα νίκης και υπερηφάνειας για όλους μας, για ολόκληρο τον τουρκικό κόσμο», δήλωσε ο κ. Erdogan, περιστοιχισμένος από τουρκικές και αζέρικες σημαίες.
Η απόφαση του κ. Erdogan να στηρίξει πλήρως το Αζερμπαϊτζάν παρά το ότι οι δυτικές δυνάμεις καλούσαν σε εκεχειρία μετά το νέο ξέσπασμα συγκρούσεων το περασμένο φθινόπωρο, ήταν η τελευταία εκδήλωση της ολοένα και πιο σκληρής στάσης του στο θέμα της εξωτερικής πολιτικής, η οποία χαρακτηρίζεται από μια ασυμβίβαστη ρητορική και από μια ετοιμότητα για χρήση σκληρής ισχύος.
Τα τελευταία πέντε χρόνια ο κ. Erdogan έχει εξαπολύσει στρατιωτικές επεμβάσεις στη Συρία και στο βόρειο Ιράκ, έχει στείλει στρατιώτες στη Λιβύη και έχει εμπλακεί σε ναυτικές αντιπαραθέσεις με την Ελλάδα, παρεμβάσεις που έχουν εκνευρίσει τους συμμάχους της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, έχουν αναζωπυρώσει παλαιές αντιπαλότητες και έχουν δημιουργήσει νέους εχθρούς.
Τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς ο κ. Erdogan συμφιλιώνεται με την εκλογική ήττα του φίλου του Donald Trump στις ΗΠΑ και με την ανάγκη να προσελκύσει και πάλι ξένα κεφάλαια για να αντιμετωπίσει τα αυξανόμενα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας, έχει πει πως θα ήθελε να «γυρίσει σελίδα» στις σχέσεις με τη Δύση.
Παραμένει ασαφές, όμως, αν ο κ. Erdogan είναι πρόθυμος ή ικανός να συμβιβαστεί στα θέματα που ταλανίζουν τις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ, τις ΗΠΑ και τα κράτη της Μέσης Ανατολής ή εάν η νέα συμβιβαστική γλώσσα σύντομα θα δώσει τη θέση της σε νέα όξυνση. «Υπάρχουν μικρά πράγματα (που έχει κάνει η Τουρκία) που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως κλάδος ελαίας, αλλά τίποτα ουσιαστικό», ανέφερε Ευρωπαίος διπλωμάτης. «Αν δείτε τα ζητήματα στα οποία διαφωνούμε θεμελιωδώς, και οι δυο πλευρές θεωρούν πως η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο του άλλου. Άρα είναι πολύ δύσκολο να πάμε οπουδήποτε».
Το αποτυχημένο πραξικόπημα που άλλαξε την Τουρκία
Ο 66χρονος Τούρκος πρόεδρος, το κόμμα του οποίου ήλθε στην εξουσία μετά από σαρωτική νίκη το 2002, από καιρό επεδίωκε να εμφανιστεί ως οραματιστής, που -κατά τα λόγια του Soner Cagaptay- θα «έκανε την Τουρκία και πάλι σπουδαία» τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Αλλά μια αιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος από στρατιωτικές φράξιες το 2016, σηματοδότησε το ρήγμα στις σχέσεις της Τουρκίας με τον υπόλοιπο κόσμο, όπως αναφέρουν οι αναλυτές. Έκανε τον κ. Erdogan ακόμα πιο καχύποπτο έναντι της Δύσης, τον έσπρωξε πιο κοντά στον Vladimir Putin της Ρωσίας, τον ανάγκασε να κάνει νέες πολιτικές συμμαχίες στο εσωτερικό και του έδωσε τη δυνατότητα να πάρει έναν πρωτοφανή έλεγχο του τουρκικού κράτους.
Σε μια ομιλία του τρεις μήνες μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, ο κ. Erdogan είπε πως η χώρα δεν θα περίμενε πια να της «χτυπήσουν την πόρτα» τα προβλήματα ή οι εχθροί. Η Τουρκία, είπε, θα «πάει να τα βρει όπου και αν βρίσκονται» και θα τα αντιμετωπίσει με σκληρό τρόπο.
Ο κ. Erdogan κατά καιρούς στρέφεται στη θρησκευτική συντηρητική του βάση, εμφανίζοντας τον εαυτόν του ως ηγέτη του Μουσουλμανικού κόσμου, αλλά επίσης χρησιμοποιεί σε πολύ μεγάλο βαθμό εθνικιστικές εικόνες και γλώσσα. Του αρέσει να λέει πως το έθνος του «ανυψώνεται» στην παγκόσμια σκηνή.
Διπλωμάτες και αναλυτές προειδοποιούν πως η στρατηγική ενέχει μεγάλους κινδύνους, τόσο για την οικονομία όσο και για τις σχέσεις με τις περιφερειακές και παγκόσμιες δυνάμεις. Ενώ προ δέκα ετών η κατευθυντήρια αρχή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής ήταν «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες», οι Τούρκοι αναλυτές λένε αστειευόμενοι πως το νέο σύνθημα είναι «μηδέν γείτονες χωρίς προβλήματα».
Η εξωτερική πολιτική του κ. Erdogan χαρακτηρίζεται από τους επικριτές του ως «νεο-οθωμανική», που αναφέρεται στην αυτοκρατορία που εκτεινόταν στη νότια Ευρώπη, τη δυτική Ασία και τη βόρεια Αφρική και προηγήθηκε της σύγχρονης δημοκρατίας. Τούρκοι αξιωματούχοι λένε πως η χώρα τους απλώς προστατεύει τα συμφέροντά της. «Όταν η Γαλλία παρεμβαίνει, είναι απλώς η Γαλλία -κανένας δεν ονομάζει την παρέμβαση ναπολεωνική», ανέφερε ένας εξ αυτών.
Η προσέγγιση αυτή έχει τίμημα. «Δεν νομίζω πως η Τουρκία υπήρξε τόσο απομονωμένη στην ιστορία της», σύμφωνα με τον Sinem Adar, ερευνητή του Γερμανικού Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων και Υποθέσεων Ασφαλείας στο Βερολίνο. «Υπάρχει ένα επεκτεινόμενο μέτωπο χωρών που τηρούν συγκρουσιακή στάση έναντι της Τουρκίας».
Η δίωξη, ένας πρόεδρος και ένα συγκεντρωτικό κράτος
Η απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 και οι διώξεις που την ακολούθησαν, επέτρεψαν στον κ. Erdogan να αναλάβει μεγαλύτερο έλεγχο των ένοπλων δυνάμεων. Σχημάτισε επίσης εκλογική συμμαχία με το υπερεθνικιστικό κόμμα MHP, υιοθετώντας την επιθετική, δεξιά οπτική για τα θέματα εθνικής ασφάλειας, ιδιαίτερα τον κουρδικό αυτονομισμό.
«Έχουν μια παρόμοια ιδέα, ότι η Τουρκία πρέπει να ανυψωθεί. Πρέπει να αυξήσει τη δύναμή της», ανέφερε η Evren Balta, καθηγήτρια διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου Ozyegin της Κωνσταντινούπολης. «Τόσο το AKP όσο και το MHP μοιράζονται επίσης αυτή τη βασική ιδέα, πως η Τουρκία δέχεται επίθεση από μέσα και από έξω».
Την ίδια ώρα, η μετάβαση το 2018 σε ένα προεδρικό σύστημα αποδυνάμωσε τον ρόλο της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, που παραδοσιακά ήταν χώρα «μανδαρίνων» που θεωρούσαν ως φυσικό προσανατολισμό της Τουρκίας, τη δύση. Πολλοί επικρίνουν αυτό που ένας πρώην πρέσβης χαρακτηρίζει ως εξάρτηση από «στρατιώτες και κατασκόπους» αντί για τη διπλωματία. Στα ταξίδια του στο εξωτερικό ο κ. Erdogan σπανίως εμφανίζεται χωρίς να έχει στο πλευρό του τον επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας Hakan Fidan και τον υπουργό Άμυνας Hulusi Akar.
Ο τυχοδιωκτισμός στο εξωτερικό, επίσης, δεν αντιμετώπισε ιδιαίτερες αντιδράσεις από τους πολιτικούς αντιπάλους. Ενώ το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό κόμμα (CHP) -που ιδρύθηκε από τον Mustafa Kemal Ataturk, σύνθημα του οποίου ήταν «ειρήνη στο εσωτερικό, ειρήνη στον κόσμο»- επέκρινε τη «μη διπλωματική γλώσσα», το κόμμα εμφανίζεται απρόθυμο να ταχθεί εναντίον πολιτικών που έχουν αποδειχθεί δημοφιλείς στον λαό.
Ο κ. Erdogan, που οι περισσότεροι αναλυτές πιστεύουν πως θέλει να παραμείνει στην εξουσία όσο το δυνατόν περισσότερο, έχει χρησιμοποιήσει την εξωτερική πολιτική για εσωτερικό πολιτικό όφελος, φτάνοντας μέχρι του σημείου να συγκρίνει τη γερμανική κυβέρνηση με τους ναζί και να συμβουλεύσει τον Γάλλο πρόεδρο Emmanuel Macron να «δει ψυχίατρο». Η στάση αυτή, ωστόσο, δεν αρέσει στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης κατηγόρησε τον ηγέτη της Τουρκίας ότι ενεργεί ως «τραμπούκος στην αυλή του σχολείου».
Τρόμος, πρόσφυγες και μια διεθνής αντίδραση
Η ώθηση του κ. Erdogan να καταστήσει την Τουρκία μια περιφερειακή δύναμη -όπως έδειξε η δραματική επέκταση των διπλωματικών σχέσεων της Τουρκίας με τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική στα μέσα της δεκαετίας του 2000 μέσω εμπορίου και παροχής βοήθειας- σύντομα έγινε ανησυχητική.
Οι ελπίδες της χώρας να ενταχθεί στην ΕΕ ξεθώριασαν εν μέσω της έλλειψης εμπιστοσύνης και των αλληλοκατηγοριών για κακή πίστη. Το σχέδιο για τη δημιουργία ισχυρότερων δεσμών με τους Άραβες γείτονες «γύρισε μπούμερανγκ» καθώς οι λαϊκές εξεγέρσεις σάρωσαν την περιοχή. Ο πόλεμος της Συρίας είχε επιπτώσεις στην Τουρκία, υπό τη μορφή τρομοκρατικών επιθέσεων και με την άφιξη εκατομμυρίων προσφύγων. Οι επιχειρήσεις του τουρκικού στρατού στη Συρία και στη Λιβύη -και η στήριξή της στη Μουσουλμανική Αδελφότητα- έφεραν την Άγκυρα αντιμέτωπη με μια ισχυρή αραβική συμμαχία της οποίας ηγούνται τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία.
Τώρα η Ευρώπη απελπίζεται με την πτώση των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε μια χώρα που τεχνικά παραμένει υποψήφια για ένταξη στο μπλοκ. Η Ουάσινγκτον έχει εξοργιστεί με την απόφαση του κ. Erdogan να αγοράσει το σύστημα αεράμυνας S-400 από τη Ρωσία, που τον περασμένο μήνα προκάλεσε τις πολυαναμενόμενες αμερικανικές κυρώσεις.
Ούτε είναι τόσο ευθείς οι σχέσεις της Τουρκίας με τους νεότερους εταίρους της. Οι σχέσεις του κ. Erdogan με τον κ. Putin είναι περίπλοκες και συχνά τεταμένες, όπως έγινε ξεκάθαρο όταν 34 Τούρκοι στρατιώτες σκοτώθηκαν στη Συρία πέρυσι, μετά από επίθεση για την οποία οι ΗΠΑ κατηγόρησαν τη Μόσχα.
Ωστόσο, ο κ. Erdogan έχει κάποιες επιτυχίες. Η τουρκική υποστήριξη άλλαξε τα δεδομένα στον εμφύλιο πόλεμο της Λιβύης. Στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, η υποστήριξη που παρείχε η Άγκυρα στο Αζερμπαϊτζάν εξέθεσε τα όρια της ρωσικής επιρροής στον Καύκασο.
Οικονομικά προβλήματα και πιο ήπια ρητορική
Η ταραχώδης εξωτερική πολιτική απέτρεψε τις αναγκαίες άμεσες ξένες επενδύσεις και, σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για τον τρόπο με τον οποίον ο κ. Erdogan χειρίζεται την οικονομία, υπήρξαν πηγή πίεσης για την τουρκική λίρα. Η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen ανέστειλε -και στη συνέχεια ακύρωσε- σχέδιο για την κατασκευή νέου εργοστασίου μετά τη διεθνή κατακραυγή που προκάλεσε η τουρκική επίθεση εναντίον κουρδικών δυνάμεων στη Συρία το 2019.
Οι επικριτές λένε πως, παρά την εκρηκτική ρητορική, οι ανταγωνιστικές εξωτερικές σχέσεις της Τουρκίας βλάπτουν τα συμφέροντά της. Ο Sinan Ulgen, πρώην Τούρκος διπλωμάτης και πρόεδρος του think tank Edam της Κωνσταντινούπολης, δήλωσε: «Θα έκρινα την επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής από το αν βοηθά την Τουρκία να προστατεύσει καλύτερα τα εθνικά της συμφέροντα και αν βοηθά την Τουρκία να διασφαλίσει πιο βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Με βάση αυτά τα κριτήρια, δεν είναι μεγάλη επιτυχία».
Η επικίνδυνη κατάσταση της οικονομίας, ύψους 750 δισ. δολαρίων, της χώρας -που επιδεινώνεται από την κρίση του κορωνοϊού- προκάλεσε την αναδιοργάνωση του Νοεμβρίου, που είχε ως αποτέλεσμα την αποχώρηση του γαμπρού του κ. Erdogan, Berat Albayrak, από τη θέση του υπουργού Οικονομικών.
Έκτοτε, και με την εκλογή του Joe Biden ως προέδρου των ΗΠΑ, ο κ. Erdogan έχει κάνει ανοίγματα προς τη Δύση. Σε βιντεοκλήση με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen, το Σάββατο, o κ. Erdogan δήλωσε πως «το μέλλον της Τουρκίας είναι στην Ευρώπη» και ζήτησε μεγαλύτερη συνεργασία σε ζητήματα, περιλαμβανομένων της μετανάστευσης και του εμπορίου.
Ο Τούρκος πρόεδρος είναι ένας πραγματιστής, πρόθυμος να κάνει δύσκολες επιλογές, εάν αυτό είναι απαραίτητο για να διατηρηθεί στην εξουσία. Αλλά ορισμένοι αναλυτές υποψιάζονται πως ο κ. Erdogan θα είναι απρόθυμος να κάνει τους συμβιβασμούς που απαιτούνται για να βελτιώσει τις σχέσεις με τους συμμάχους του ΝΑΤΟ και ιδιαίτερα τις ΗΠΑ.
«Νομίζω πως ο στόχος του να υπάρχει μια ανεξάρτητη, ισχυρή εξωτερική πολιτική -παραμένοντας ταυτόχρονα στο ΝΑΤΟ- θα εξακολουθήσει να ισχύει», σύμφωνα με τον Alan Makovsky, πρώην αξιωματούχο του State Department, ο οποίος εργάζεται τώρα στο think tank Center for American Progress.
«Ίσως θα μετριάσει τη ρητορική, αλλά δεν νομίζω πως θα μετριάσει το όραμα».