Αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Politico: Το Δικαστήριο της ΕΕ κρίνει αν η πρόεδρος της Κομισιόν παραβίασε τους κανόνες διαφάνειας — Παρέμβαση και από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για τα εμβόλια
Σε μία από τις πιο εκρηκτικές υποθέσεις της θητείας της, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν βρίσκεται αντιμέτωπη με την ευρωπαϊκή δικαιοσύνη για την υπόθεση των μυστικών μηνυμάτων που αντάλλαξε με τον CEO της Pfizer, Άλμπερτ Μπουρλά, κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης της μεγαλύτερης σύμβασης εμβολίων στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ αναμένεται να αποφανθεί αυτή την εβδομάδα για το αν η άρνηση της Κομισιόν να δημοσιοποιήσει τα γραπτά μηνύματα παραβιάζει τους κανόνες διαφάνειας της Ένωσης. Αν το δικαστήριο αποφανθεί υπέρ της προσφυγής, πρόκειται για πολιτικό και θεσμικό «χαστούκι» στην πρόεδρο της Επιτροπής, η οποία ήδη βρίσκεται στο στόχαστρο για υπερσυγκέντρωση εξουσιών και έλλειψη λογοδοσίας.
Η υπόθεση, γνωστή πλέον ως «Pfizergate», έχει φέρει στο φως σοβαρά ερωτήματα για το πώς διαχειρίστηκε η ΕΕ τη σύναψη της συμφωνίας-μαμούθ με την Pfizer για έως και 1,8 δισεκατομμύρια δόσεις εμβολίων έναντι δισεκατομμυρίων ευρώ. Σύμφωνα με αποκάλυψη των New York Times, η διαπραγμάτευση ξεκίνησε μέσω προσωπικών μηνυμάτων μεταξύ της φον ντερ Λάιεν και του Μπουρλά.
Το Politico αποκαλύπτει ότι η ίδια η Επιτροπή, παρά την πίεση από δημοσιογράφους και θεσμούς, αρνήθηκε επίμονα να αναζητήσει ή να δώσει τα επίμαχα μηνύματα στη δημοσιότητα, προκαλώντας την αντίδραση της Ευρωπαίας Διαμεσολαβήτριας, Έμιλι Ο’Ράιλι, η οποία έκανε λόγο για «οπισθοδρόμηση της διαφάνειας» επί των ημερών της φον ντερ Λάιεν.
Οικονομικά εγκλήματα και εισαγγελική έρευνα
Η υπόθεση αποκτά ακόμα πιο σοβαρή διάσταση, καθώς η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) επιβεβαίωσε ότι διεξάγει έρευνα για πιθανές παρατυπίες στη διαχείριση των αγορών εμβολίων από την Επιτροπή. Η επικεφαλής του EPPO, Λάουρα Κοβέσι, δήλωσε πως αξιωματούχοι της Επιτροπής έχουν ήδη καταθέσει για το πώς διεξήχθησαν οι διαπραγματεύσεις.
Το εντυπωσιακό είναι ότι στην ακροαματική διαδικασία ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου, οι εκπρόσωποι της Κομισιόν παραδέχθηκαν για πρώτη φορά επίσημα την ύπαρξη των μηνυμάτων, χωρίς όμως να μπορούν να εξηγήσουν γιατί δεν τα διατηρήθηκαν ή ποιος αποφάσισε ότι δεν ήταν «σημαντικά έγγραφα».
Οι δικαστές επέκριναν την Επιτροπή για τη στάση της, με τον έναν μάλιστα να κατακεραυνώνει το «συγκεχυμένο φάκελο» και την έλλειψη ουσιαστικής έρευνας για τον εντοπισμό των μηνυμάτων. «Ρωτήσατε την ίδια την πρόεδρο; Ελέγξατε τη συσκευή της; Τους λογαριασμούς της;» ήταν τα ερωτήματα που έμειναν αναπάντητα.
Πολιτικές συνέπειες
Η φον ντερ Λάιεν, η οποία ξεκίνησε πρόσφατα τη δεύτερη θητεία της, είχε δεσμευτεί δημόσια για αυστηρότερα πρότυπα διαφάνειας. Ωστόσο, η απουσία της από τη μόνη ακροαματική διαδικασία μέχρι στιγμής χαρακτηρίστηκε ως «ο ελέφαντας που δεν ήταν στο δωμάτιο», με τη διαμεσολαβήτρια να τονίζει ότι «το ένα άτομο που θα μπορούσε να τα εξηγήσει όλα, έλειπε».
Ευρωβουλευτές, όπως η Τίλι Μέτζ των Πρασίνων, κάνουν λόγο για «κακή συμβουλευτική» και εκφράζουν φόβους ότι η υπόθεση θα διαβρώσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη των πολιτών στους ευρωπαϊκούς θεσμούς. «Αν θέλεις οι πολίτες να εμπιστεύονται τους πολιτικούς και τις επαφές τους με τη βιομηχανία, πρέπει να εστιάσεις στη διαφάνεια», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται να έχει ευρείες συνέπειες για τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ διαχειρίζεται κρίσιμες συμφωνίες και για το αν τα μηνύματα —μέσω τηλεφώνου, SMS ή εφαρμογών— θα αναγνωρίζονται στο εξής ως επίσημα έγγραφα, άρα δημοσιοποιήσιμα.