Του Γιώργου Λακόπουλου
Μερικές σκηνές των τελευταίων ημερών από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης -που ετοιμάζεται υποτίθεται για εκλογές, αν δεν τις ζητάει κιόλας,όπως υπαινίχθηκε ο πρόεδρός του στο τέλος της τελευταίας ομιλίας του στη Βουλή:
Πρώτη: Τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει την ευκαιρία να ξετινάξει την κυβέρνηση για τη στημένη επιχείρηση ηθικής απαξίωσής του- με τη νέα Προανακριτική Επιτροπή δια της αριθμητικής- ανεβαίνει στη σκηνή ο συνήθης ύποπτος και εξασφαλίζει ότι η ΝΔ θα κάνει πάρτι. Αντί να απολογείται για την παραπομπή αντιπάλου της με μάρτυρα τον Καλογρίτσα.
Κανείς δεν του εξήγησε ότι στη ρητορική της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έχουν θέση κραυγές του τύπου «είστε η παράταξη του δοσιλογισμού και του μαυραγοριτισμού» και οι αναφορές σε «Τσολάκογλου» ή «χοίρους» που «σαν σήμερα εκτέλεσαν τον Μπελογιάννη». Είναι θέμα ήθους.
Δεύτερη: Δυο βουλευτές αγνόησαν την απόφαση του προέδρου του κόμματος στην ψηφοφορία για το Ελληνικό στη Βουλή και απείχαν. Ο ένας ισχυρίσθηκε, εκ των υστέρων, ότι έπραξε κατά συνείδηση γιατί δεν υπήρξε απόφαση κομματικού οργάνου, αλλά μια συζήτηση στον «πρωινό καφέ» -που «δεν είναι όργανο». Παραβλέποντας ότι δεν αποφάσισε ο «καφές», αλλά ο Τσίπρας.
Προφανώς κάθε φορά που είναι να ψηφίσει η αφεντιά του πρέπει να συνέρχεται η Κεντρική Επιτροπή. Κατά τα λοιπά το πιάσαμε το υπονοούμενο: δεν αποφασίζει ο Τσίπρας, αλλά «τα όργανα».
Τρίτο: Στέλεχος με βιογραφικό αποτυχιών στο κόμμα και στις κυβερνήσεις Τσίπρα και βασικός σαμποτέρ της ιδέας για αλλαγές αρπάχθηκε στη συνεδρίαση της Κ.Ο. με βουλευτή πασοκικής προέλευσης σε στυλ «εσύ και οι όμοιοί σου», υποδηλώνοντας ότι υπάρχει διαχωριστική γραμμή. Με την ευκαιρία την έπεσε και στον Τσίπρα ότι αποφάσισε διπλές εκλογές τον Μάιο του 2019 , χωρίς τη συγκατάθεσή του.
Τέταρτο: Στέλεχος που χαντάκωσε τον ΣΥΡΙΖΑ στο χώρο της αυτοδιοίκησης αποφεύγοντας να αναλάβει αντικειμενικές πολιτικές ευθύνες του ρόλου που είχε σε φυσικές καταστροφές, διεκδικεί τώρα δάφνες θεωρητικού της προστασίας του περιβάλλοντος.
Πέμπτο και άσχετο (;): Σε μέσα ενημέρωσης εμφανίζονται δημοσκοπήσεις που φέρνουν τον Τσίπρα με… μικρότερη επιρροή από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Δίκην υπόδειξης ότι είναι βαρίδι και καλά θα κάνουν να τον αλλάξουν.
Δεν χρειάζονται άλλα. Το κόμμα που κέρδισε δυο φορές τις εκλογές με 36% και στην ήττα του στάθηκε το 32% – κυρίως χάρη στην ακτινοβολία του επικεφαλής του στη Δημοκρατική Παράταξη- έχει απέναντί την χειρότερη κυβέρνηση από τη Μεταπολίτευση, αλλά κάνει από μόνο του χειρότερο τον εαυτό του και κινδυνεύει να πάει ως πρόβατο επί σφαγή στις επόμενες κλάπες – που δεν θα αργήσουν.
Στον οργανωμένο ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ υπάρχει απουσία πολιτικής και αντίστοιχης συζήτησης. Όλα περιστρέφονται γύρω από δυο συγκρουόμενους μηχανισμούς για την εσωτερική επικράτηση, σε έναν πληθυσμό που δεν ξεπερνά τα δέκα χιλιάδες άτομα στην επικράτεια.
Μακριά από τα εκατομμύρια των προοδευτικών ψηφοφόρων, τη νεολαίας και των κοινωνικών ομάδων που ιστορικά στηρίζουν την Δημοκρατική Παράταξη ως πλειοψηφούσα δύναμη.
Η πολιτική έχει αντικατασταθεί από τον φραξιονισμό και την ίντριγκα των μανδαρίνων. Είναι δυο κύκλοι αυτοκαταστροφής που αναπαράγονται διαρκώς από τα ίδια πρόσωπα.
Στον ένα αναπτύσσονται θεωρίες κατά της διεύρυνσης και της μετεξέλιξης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε πλειοψηφικό φορέα σύγκλισης της Αριστεράς με την Κεντροαριστερά και άξονα συσπείρωσης την ψηφοφόρων της Δημοκρατικής Παράταξης.
Στον άλλο κύκλο κινούνται όσοι έχουν καεί από τη δική του πολιτική συμπεριφορά, την αποτυχημένη θητεία τους στις κυβερνήσεις Τσίπρα και από τις ιδεοληπτικές θέσεις τους. Με την παρουσία τους στην πρώτη γραμμή υπονομεύουν την νίκη κατά τη Δεξιάς και την προοπτική της προοδευτικής κυβέρνησης.
Οι μεν ως «προεδρική φρουρά» χωρίς συναίσθηση ευθύνης, οι δε ως «αριστερός πόλος» με μειοψηφικές πολιτικές και αναχρονιστικές ιδεολογικές θέσεις.
Και οι δυο κύκλοι οδηγούν τα πράγματα στην αντίθεση κατεύθυνση από αυτή που χρειάζεται ένα κόμμα εξουσίας για να δημιουργήσει όρους επικράτησης στις εκλογές.
Δηλαδή συνεκτικό πρόγραμμα με ριζοσπαστική πνοή και ρεαλιστικούς στόχους, ανανέωση πολιτικού προσωπικού με εμπλουτισμό από την κοινωνία, πολιτική και κοινωνική διεύρυνση και αποφασιστική ηγεσία, που θα εμπνεύσει τους πολίτες να της αναθέσουν τις τύχες της χώρας.
Αυτό που συμβαίνει, εμφανώς πλέον, είναι εξωφρενικό: η αραχνιασμένη -και εσωτερικά διχασμένη- γραφειοκρατία αυτοχρίζεται ως φωτισμένη πρωτοπορία.
Οι μισοί περιμένουν να σπεύσουν οι δημοκρατικοί πολίτες στην κάλπη και να την επικυρώσουν. Οι άλλοι μισοί να φέρνει τον κόσμο ο Τσίπρας και αυτοί να τον καθοδηγούν.
Και οι δυο ακυρώνουν τον επικεφαλής του κόμματος στον οποίο συσπειρώνονται όσοι διαμορφώνουν τα μεγάλα ποσοστά στην κάλπη. Έτσι το κόμμα οδηγείται σε εκλογική αποτυχία.
Δεν πάει άλλο. Με αυτές τις ομάδες στο προσκήνιο οι ψηφοφόροι θα απομακρυνθούν.
Ο Αλέξης Τσίπρας, ως πρόεδρος του κόμματος και φυσικός επικεφαλής της Δημοκρατικής Παράταξης απέναντι τη Δεξιά πρέπει να βάλει τον καθένα στο κουτάκι του. Να προχωρήσει μπροστά στηριζόμενος στους πολίτες και πολιτικά στελέχη με πολιτική επάρκεια και κοινωνική αναγνώριση και όχι σε μηχανισμούς. Η ζυγαριά μπροστά του είναι ευδιάκριτη.
Στη μια πλευρά της υπάρχουν όσοι θέλουν «αριστερά και τίποτε άλλο» και «πόλεμο στον καπιταλισμό», μαζί με όσους προκαλούν την κοινή γνώμη και εν πάση περιπτώσει «δεν αρέσουν».
Από την άλλη υπάρχει η μεγάλη πλειοψηφία της παράταξης: Αριστεροί, Κεντροαριστεροί, Κεντρώοι. Όσοι συναισθάνονται πού οδηγεί τη χώρα και την κοινωνία το σύστημα Μητσοτάκη και συσπειρώνονται στον Τσίπρα για να αποκτήσει η χώρα προοδευτική κυβέρνηση.
Είναι προφανές ότι για να λειτουργήσουν οι κανόνες της πολιτικής και της εκλογικής επιρροής πρέπει να γύρει η ζυγαριά στη σωστή πλευρά.
Είναι υπόθεση ηγέτη με πυγμή και συναίσθηση του ιστορικού ρόλου του να ορίσει ποιος προηγείται και με ποια πολιτική εν όψει της εκλογικής μάχης που έρχεται και θα κρίνει το μέλλον της Ελλάδας.
Η μαρκίζα χρειάζεται νέα ονόματα με εμπροσθοβαρές προφίλ. Όποιος θέλει μάχες χαρακωμάτων και παιχνίδια μηχανισμών απλώς πρέπει να μετακομίσει στα μετόπισθεν και κάποιος πρέπει να το αποφασίσει. Γιατί όπως λέει και το τραγούδι: Όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει, στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει.