Τη νέα σελίδα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά τη χθεσινή συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο Βίλνιους σχολιάζει ο γερμανικός Τύπος. Στο πρώτο τετ α τετ τους μετά από 16 μήνες, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας και ο πρόεδρος της Τουρκίας συμφώνησαν να εξομαλύνουν τις διμερείς σχέσεις, ενώ το φθινόπωρο θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη η συνεδρίαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας. Όπως γράφει η εφημερίδα Die Welt, «αμφότερες οι πλευρές τόνισαν ότι προσβλέπουν σε συχνότερες επαφές σε όλα τα επίπεδα για τη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων».
Η εφημερίδα αναφέρεται και στο τεταμένο κλίμα που επικρατούσε στις διμερείς σχέσεις το προηγούμενο διάστημα: «Πέρυσι, ο Ερντογάν είχε επανειλημμένα απειλήσει να εισβάλει στα ελληνικά νησιά επειδή, όπως υποστηρίζει, η Ελλάδα τα είχε στρατιωτικοποιήσει κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών. Η Αθήνα, από την άλλη πλευρά, επέκρινε τις απειλές και εξέφραζε τη διαμαρτυρία της, μεταξύ άλλων, για τις πολυάριθμες παράνομες υπερπτήσεις τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικό έδαφος».
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει πως «ήδη από τον σεισμό που έπληξε την Τουρκία τον Φεβρουάριο, οι δύο πλευρές απέφευγαν τις εντάσεις και τις προκλητικές χειρονομίες, μειώνοντας τους στρατιωτικούς τους ελιγμούς στο Αιγαίο. Έκτοτε, η Ελλάδα δεν έχει διαμαρτυρηθεί ξανά για πτήσεις τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά νησιά».
Ο Μουσταφά Αϊντίν, πολιτικός επιστήμων από την Κωνσταντινούπολη, τονίζει ότι «δεν πρέπει να υπερεκτιμούμε τον ρόλο του σεισμού», ο οποίος μπορεί να συνεισέφερε σε ένα πιο ήπιο κλίμα, αλλά ακόμη και πριν από αυτόν οι δύο κυβερνήσεις είχαν συμφωνήσει να απέχουν από τη σκληρή ρητορική κατά τις προεκλογικές εκστρατείες. Ο πραγματικός λόγος πίσω από την επαναπροσέγγιση είναι «ότι η κατάσταση κρίσης κράτησε πολύ καιρό και άρχισε να πλήττει και τις δύο πλευρές» λέει ο Αϊντίν.
Πάντως, όσον αφορά τον τομέα των στρατιωτικών εξοπλισμών, το κόστος αγοράς οπλικών συστημάτων είναι αρκετά υψηλό, γι’ αυτό και φαίνεται ότι «η Τουρκία δύσκολα μπορεί να ανταγωνιστεί την Ελλάδα, κάτι το οποίο έχει παραδεχθεί εμμέσως και ο Ερντογάν. (…) Επιπλέον, η Άγκυρα φοβάται ότι η ολοένα και στενότερη στρατιωτική συνεργασία μεταξύ Αθήνας και Ουάσιγκτον επιβαρύνει τις δικές της σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες».
Η εφημερίδα της Φρανκφούρτης καταλήγει τέλος πως «το γεγονός ότι ο Ερντογάν προσεγγίζει την Ελλάδα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης διόρθωσης πορείας στην εξωτερική πολιτική».