Εμβόλιο, μάσκες, φύγαμε. Αυτό θα έπρεπε, σε μια κοινωνία με έντονο αίσθημα ατομικής, κοινωνικής, κυβερνητικής και εθνικής ευθύνης και αλληλεγγύης, να είναι το σύνθημα του φετινού καλοκαιριού. Δεν είναι όμως. Ο μισός πληθυσμός της χώρας έχει ξεχυθεί στα θέρετρα και τις παραλίες ανεμβολίαστος ή ανεπαρκώς εμβολιασμένος. Είτε επειδή δεν θέλει είτε επειδή φοβάται είτε επειδή κυβέρνηση, κόμματα και ΜΜΕ δεν κατάφεραν να τον πείσουν.
Όσο για τις μάσκες, η κυβέρνηση φρόντισε πολύ νωρίς να άρει την υποχρεωτικότητα της χρήσης της, παρότι ήταν από τότε προφανές – οι επιστήμονες εντός και εκτός Ελλάδας δεν έπαψαν ποτέ να προειδοποιούν – ότι η μαζική καλοκαιρινή απόδραση θα συνέβαινε σε συνθήκες πλήρους κυριαρχίας της πιο μεταδοτικής και άρα της πιο επικίνδυνης μετάλλαξης (Δέλτα) του κορωνοϊού.
Τώρα η επιδημιολογική κατάσταση – αυτή που αποτυπώνει τις συνέπειες από το πρώτο μεγάλο κύμα εξόδου προς τους θερινούς προορισμούς, γύρω στα μέσα Ιουλίου – βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή και οι προειδοποιήσεις για το τι θα συμβεί στο τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου είναι ήδη δυσοίωνες.
Οι εισαγωγές, οι νοσηλείες και οι διασωληνωμένοι αυξάνονται σταθερά, οι επιστήμονες διατυπώνουν εκτιμήσεις για 4.000 έως 5.000 κρούσματα μέσα στον Αύγουστο, οι εμβολιασμοί έχουν πέσει σε χαμηλό επίπεδο και στους καλοκαιρινούς προορισμούς η συμπεριφορά πάρα πολλών παραθεριστών προϊδεάζει για έκρηξη.
Μόνο 5,3 εκατομμύρια
Η προοπτική αυτή προκαλεί νέο πονοκέφαλο στην κυβέρνηση, η οποία είτε είχε υποτιμήσει την επιρροή της μετάλλαξης Δέλτα στην πανδημία είτε πήρε ένα ακόμη – μετά το περσινό – ρίσκο χάριν των τουριστικών εσόδων. Ήδη η κατάσταση στην οποία θα βρίσκεται η χώρα τον Σεπτέμβριο αποτελεί το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου και, με την προοπτική μιας σοβαρής επιδείνωσης, η κυβέρνηση επιχειρεί να σκιαγραφήσει σειρά μέτρων.
Το μεγάλο ζητούμενο θα είναι η ταυτόχρονη επαναλειτουργία των σχολείων, του εμπορίου και των επιχειρήσεων με όρους ασφάλειας. Αυτό το στοίχημα μοιάζει σχεδόν ανέφικτο να κερδηθεί με μόνο 5,3 εκατομμύρια πλήρεις εμβολιασμούς, οι οποίοι είναι άγνωστο αν μπορούν να φτάσουν τα 6 εκατομμύρια μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, καθώς ο ημερήσιος ρυθμός εμβολιασμού έχει πέσει πολύ κάτω και από τους 40.000 ημερησίως.
Επιπλέον η μεταδοτικότητα της Δέλτα είναι πολύ υψηλή, τετραπλάσια από εκείνη του αρχικού στελέχους, ενώ οι νοσηλείες αφορούν και εμβολιασμένους (έστω σε ποσοστό 10% έως 15%), οι οποίοι, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC), είναι δυνατόν – σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε με προηγούμενα στελέχη του ιού – να τη μεταδώσουν σε άλλους, καθώς οι εμβολιασμένα που έχουν μολυνθεί από τη «Δ» έχουν ιικά φορτία παρόμοια με εκείνα των μη εμβολιασμένων.
Υπ’ αυτήν την έννοια συστήνονται και στους εμβολιασμένους όχι μόνο μάσκες, αλλά και διαγνωστικά rapid tests εάν προσβληθούν. Μάλιστα ήδη υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να δούμε από Σεπτέμβριο και επιλεκτική χορήγηση τρίτης δόσης των εμβολίων, κυρίως σε ευπαθείς.
Η προστασία πάντως που παρέχουν τα εμβόλια τα καθιστούν το μοναδικό όπλο αυτοπροστασίας. Συνεπώς η καθίζηση του εμβολιαστικού προγράμματος δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους για το φθινόπωρο. Ο πρώτος και σοβαρότερος, για τον οποίο οι επιστήμονες προειδοποιούν εδώ και πολλές ημέρες, είναι η εκτεταμένη ενδοοικογενειακή μετάδοση.
Μεγάλο στοίχημα η πειθώ
Όλα αυτά περιγράφουν έναν αγώνα πολύ υψηλής ταχύτητας μεταξύ της κυβέρνησης και της μετάλλαξης Δέλτα. Στον πυρήνα των αποφάσεων θα βρεθεί, τις επόμενες μέρες, το ερώτημα εάν θα επιβληθεί παντού – σε εστίαση και εμπόριο κυρίως – το υποχρεωτικό εργαστηριακό τεστ (rapid ή PCR) για τους ανεμβολίαστους και τους εμβολιασμένους που δεν θα έχουν ακόμη ανοσία.
Δεδομένου ότι ήδη στη Γερμανία σχεδιάζεται να πάψει το κράτος να καλύπτει το κόστος των rapid tests στους ανεμβολίαστους και ότι στην Ε.Ε. τα μέτρα έχουν μια πάνω – κάτω ενιαία λογική, είναι πολύ πιθανό να δούμε αυτό το μέτρο και στην Ελλάδα. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η μεγάλη δυσκολία, αφού ένα μέτρο αυτού του είδους θα συνιστά έμμεση υποχρεωτικότητα, η οποία ενδέχεται να προκαλέσει ισχυρές αντιδράσεις μεταξύ των αρνητικών ως προς τον εμβολιασμό. Πολύ περισσότερο εάν το κόστος μετακυλιστεί στους πολίτες.
Συνεπώς για την κυβέρνηση το πρώτο μεγάλο στοίχημα λέγεται πειθώ – είναι ο δρόμος τον οποίο επιλέγει προς το παρόν η Γερμανία, όπως θα δείτε στη σελίδα 15, προκειμένου να μην ενταθεί η σύγκρουση με τους αρνητές και να μην σπρώξει στις τάξεις τους ακόμη περισσότερους από τους μέχρι στιγμής ανεμβολίαστους.
Αν η ελληνική κυβέρνηση δεν τα καταφέρει διά της πειθούς και ο εμβολιασμός παραμείνει στα – αναμενόμενα – χαμηλά επίπεδα που προδιαγράφει η σημερινή εικόνα, τότε θα προχωρήσει εκ των πραγμάτων σε μέτρα που θα παραπέμπουν σε άμεση και έμμεση υποχρεωτικότητα. Με ό,τι συνέπειες θα έχει αυτό για το προφίλ της και την κοινωνική ηρεμία.
Μοναδική προστασία το εμβόλιο
Τα στοιχεία για τη Δέλτα, δυστυχώς, λένε ότι τα ιικά φορτία της είναι πολλαπλάσια αυτών του αρχικού στελέχους. Επομένως πιθανότατα προκαλεί πολύ σοβαρότερη λοίμωξη και άρα μεγαλύτερη θνητότητα. Η μεταδοτικότητά της είναι πανύψηλη. Επίσης διπλασιάζει τον κίνδυνο νοσηλείας.
Η κατάσταση αυτή πρέπει πάση θυσία να επικοινωνηθεί στους πάντες – εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους. Κυρίως όμως πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η μοναδική προστασία από τη σοβαρή Covid-19 και τον θάνατο παραμένει το εμβόλιο. Αν η κυβέρνηση δεν επιτύχει αυτόν τον στόχο – και τη συνακόλουθη αύξηση του εμβολιασμού σε πολύ υψηλό επίπεδο –, τότε η κατάσταση της χώρας τον Σεπτέμβριο δεν θα είναι καλή. Ούτε υγειονομικά ούτε κοινωνικά.
Δυστυχώς η αμάθεια, η παραπληροφόρηση και ο ανορθολογισμός είναι ισχυροί αντίπαλοι, όπως δείχνει η πορεία του εμβολιασμού στην Ελλάδα και διεθνώς. Κι αυτό δυσκολεύει πολύ τα πράγματα…