«Είμαστε πρωταθλητές στους εμβολιασμούς», «κάναμε την Ελλάδα χώρα-πρότυπο στη διαχείριση της πανδημίας», «πηγαίνετε στην Ισπανία και την Πορτογαλία που την κυβέρνουν αριστεροί να δείτε τα χάλια τους», «στη Σουηδία αφήνουν τον κόσμο να πεθαίνει, εδώ προστατεύουμε την ανθρώπινη ζωή», «είμαστε πρωταθλητές στους εμβολιασμούς σε όλη την Ευρώπη».
Όλες οι παραπάνω φράσεις έχουν χρησιμοποιηθεί ανά διαστήματα είτε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό είτε από τους υπουργούς της κυβέρνησης για να περιγράψουν αυτό που οι ίδιοι χαρακτηρίζουν επιτυχημένη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.
Είναι όμως τα πράγματα έτσι; Είναι πράγματι η χώρα πρωταθλήτρια στη διαχείριση της πανδημίας ή ακόμα μια φορά η κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε έναν προπαγανδιστικό πόλεμο που επιχειρεί να κάνει το μαύρο άσπρο και να μας πείσει πως αυτό που αντιλαμβανόμαστε… δεν είναι αυτό που ζούμε;
Για πρώτη φορά στον ελληνικό Τύπο η «κυριακάτικη δημοκρατία» παρουσιάζει όλα τα δεδομένα της χώρας μας σε πέντε σημαντικούς δείκτες, που δείχνουν αν η διαχείριση της υγειονομικής κρίσης είναι πράγματι πετυχημένη:
- εμβολιασμοί στο σύνολό τους,
- εμβολιασμοί στους ηλικιωμένους,
- δείκτης θανάτου ανά επιβεβαιωμένο κρούσμα,
- διενέργεια τεστ και επιδημιολογική επιτήρηση, αλλά και
- υπερβάλλουσα θνησιμότητα.
Μάλιστα, ακολουθώντας κατά βήμα τη ρητορεία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, συγκρίναμε τα δεδομένα της χώρας μας με οκτώ χώρες της Ευρώπης και συγκεκριμένα την Κύπρο, την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Δανία και τη Σουηδία.
Τα αποτελέσματα αυτής της σύγκρισης ήταν πραγματικά εντυπωσιακά. Από την περίοδο της 1ης Μαΐου, όταν η κυβέρνηση ήρε το μακροβιότερο lockdown στην Ευρώπη, ως τις αρχές Ιουλίου τα δεδομένα αποδεικνύουν ότι η χώρα μας είναι ουραγός σε όλους τους βασικούς δείκτες διαχείρισης της κρίσης, επιβεβαιώνοντας ότι τους τελευταίους μήνες σε αυτή τη χώρα πολλά πράγματα δεν πάνε καλά!
Ουραγοί
Πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν έχουμε ακούσει τους υπουργούς Υγείας να αναφέρονται με διθυραμβικά λόγια στο πρόγραμμα εμβολιασμού στη χώρα.
Εν αντιθέσει, όμως, με όσα ισχυρίζεται η κυβέρνηση, τα δεδομένα που προκύπτουν αλλά και από τη σύγκριση με τις χώρες της Ευρώπης, φαίνεται ότι το Σχέδιο «Ελευθερία» δεν πάει καλά ούτε από ποιοτική άποψη (κοινώς δεν έχουν εμβολιαστεί οι γηραιότεροι) ούτε ποσοτικά, καθώς ο αριθμός των πλήρως εμβολιασμένων είναι μικρότερος απ’ ό,τι στις υπόλοιπες επτά χώρες.
Ο Πίνακας 1 αποδεικνύει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την αποτυχία της κυβέρνησης στην ενημέρωση των πιο ευάλωτων για την ανάγκη εμβολιασμού και κατ’ επέκταση την προστασία της ζωής τους από τον ιό. Όταν οι υπόλοιπες χώρες έχουν εξασφαλίσει ότι σχεδόν κάθε ηλικιωμένος άνω των 80 έχει εμβολιαστεί, η ελληνική κυβέρνηση έχει αποτύχει να εμβολιάσει 3 στους 10.
Με άλλα λόγια, ο παραπάνω πίνακας αποδεικνύει ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει αποτύχει να προασπίσει τη ζωή αυτών που κινδυνεύουν περισσότερο από τον κορωνοϊό και ακριβώς για να αποκρύψει αυτή την αποτυχία επιδίδεται σε επικοινωνιακά σόου με τους νέους ή σε συγκρούσεις με τους 2.000 αντιεμβολιαστές!
Και στο κομμάτι όμως των πλήρως και μερικώς εμβολιασμένων (Πίνακας 2) τα αποτελέσματα δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά για τη χώρα, η οποία ξεπερνά σε αριθμό πλήρως εμβολιασμένων μονάχα τη Σουηδία, ενώ στους μερικώς εμβολιασμένους βρίσκεται στην τελευταία θέση.
Στοιχείο βαθιά ανησυχητικό, που φανερώνει ότι η Επιχείρηση «Ελευθερία» έχει βαλτώσει, είναι ότι ο αριθμός όσων έχουν ολοκληρώσει την πρώτη δόση και άρα αναμένεται το επόμενο διάστημα να ολοκληρώσουν τον εμβολιασμό τους είναι αισθητά μικρότερος από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Δείκτης Θνητότητας: Η απόλυτη αποτυχία
Ο δείκτης θνητότητας (CFR) ανά κρούσμα είναι μια χρήσιμη μονάδα μέτρησης, που χρησιμοποιείται σε παγκόσμιο επίπεδο για να υπολογιστεί σε τι βάθος πλήττει ο ιός τη βαρύτητα της νόσου καθώς και το επίπεδο φροντίδας υγείας στους νοσούντες, μετρώντας τον αριθμό των θανάτων σε σχέση με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Κάποιος θα περίμενε ότι σε αυτόν τον δείκτη οι επιδόσεις της κυβέρνησης θα ήταν θετικές. Εξάλλου, για να αποφευχθεί η διασπορά του ιού, κυρίως στους ηλικιωμένους και τους ευπαθείς, να αποσοβηθεί η πίεση στα δημόσια νοσοκομεία και εν τέλει να μείνει σε χαμηλά επίπεδα ο αριθμός των θανάτων, η ελληνική κυβέρνηση εφάρμοσε ένα από τα μακροβιότερα lockdowns της Ευρώπης.
Τα αποτελέσματα όμως είναι τελείως διαφορετικά, αποδεικνύοντας πως όταν η οικονομία άνοιξε (1η Μαΐου – 30 Ιουνίου) η θνητότητα στην Ελλάδα ήταν υψηλότερη από όλα τα υπόλοιπα κράτη που βρίσκονται στον πίνακα. Για την ακρίβεια, ήταν μεγαλύτερη ακόμα και από αυτήν της Σουηδίας, η οποία έχει κατηγορηθεί πολλάκις ότι άφησε τους πολίτες της να μολυνθούν και να πεθάνουν από τον κορωνοϊό.
Τι μας δείχνει λοιπόν αυτός ο πίνακας; Μα πολύ απλά ότι η κυβέρνηση απέτυχε να αποτρέψει τη φονικότητα του ιού στον πληθυσμό, διατηρώντας τα ποσοστά θνητότητας σε πολύ υψηλά επίπεδα, αντίστοιχα της Ιταλίας, η οποία χτυπήθηκε όσο λίγες χώρες από τον κορωνοϊό.
Στον Πίνακα 3 βλέπουμε την αναλογία μεταξύ θανάτων και επιβεβαιωμένων κρουσμάτων σε μια κλίμακα η οποία ξεκινάει από το 0%, που σημαίνει μηδενική θνητότητα από τον COVID-19 ανά επιβεβαιωμένο κρούσμα, και φτάνει ως το 100% που σημαίνει πως για κάθε επιβεβαιωμένο κρούσμα έχουμε και έναν νεκρό.
12% ως και 25% περισσότερους θανάτους
Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα είναι ένας δείκτης ο οποίος κανονικά θα έπρεπε να μας απασχολεί ιδιαίτερα, όμως στην Ελλάδα έχει εδώ και καιρό πλήρως αποκρυφτεί. Τι είναι όμως η υπερβάλλουσα θνησιμότητα και γιατί είναι τόσο σημαντική;
Ας το δούμε με ένα υποθετικό παράδειγμα: Με βάση τα στοιχεία των προηγούμενων πέντε ετών, στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι το 2021 θα έπρεπε να είχαμε 100.000 νεκρούς. Αν λοιπόν το 2021 οι νεκροί έφταναν τους 125.000, τότε η διαφορά είναι η υπερβάλλουσα θνησιμότητα, η οποία αφορά το σύνολο των θανάτων στον πληθυσμό από οποιοδήποτε αίτιο.
Ο παραπάνω δείκτης, λοιπόν, δείχνει ότι η υπερβάλλουσα θνησιμότητα στην Ελλάδα είναι αυξημένη και σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης. Τα αίτια αυτής της κατάστασης δεν είναι μονοσήμαντα, όμως το σίγουρο είναι ότι πάνω από έναν χρόνο το σύστημα υγείας μετατράπηκε σε μονοθεματικό, με αποτέλεσμα οι υπηρεσίες υγείας για άλλες παθήσεις και χρόνια νοσήματα να έχουν υποβαθμιστεί σημαντικά…
Κοινώς, επειδή το σύστημα υγείας έμεινε ανοχύρωτο και οι υγειονομικοί δεν ενισχύθηκαν με νέες προσλήψεις, το σύστημα «κατέρρευσε» και άνθρωποι που χρειάζονταν νοσηλεία και ιατρική φροντίδα έμειναν απροστάτευτοι.
Το εντυπωσιακότερο όλων είναι ότι η Ελλάδα στη σχετική λίστα βρίσκεται και πάλι πρώτη σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες, οι οποίες φάνηκε ότι παρά το πρώτο κύμα της πανδημίας, που τις έφτασε στα «όριά τους», κατάφεραν να ισορροπήσουν.
Στον Πίνακα 4 βλέπουμε ότι διαφέρει ως ποσοστό ο αριθμός των θανάτων που έχει κάθε χώρα τη συγκεκριμένη ημερομηνία εντός του 2021 σε σύγκριση με την ίδια ημερομηνία την περίοδο 2015-2019. Σε αυτόν τον πίνακα, λοιπόν, βλέπουμε ότι ο αριθμός των θανάτων στην Ελλάδα βρίσκεται πάνω από αυτόν του 2015-2019, από 12% ως και 25%, όταν στις υπόλοιπες χώρες το ποσοστό αυτό κυμαίνεται σε ποσοστά πολύ χαμηλότερα.
Η επιδημιολογική επιτήρηση… που δεν έγινε ποτέ!
Η διενέργεια μαζικών αλλά στοχευμένων τεστ στον πληθυσμό είναι ένα από τα σημαντικότερα όπλα που έχουν τα κράτη έναντι του ιού. «Με αυτόν τον τρόπο περιορίζεις τον ιό στο πεδίο, χωρίς να επιτρέπεις τη διάδοσή του στην κοινωνία και χωρίς να ακολουθείς την αποτυχημένη στρατηγική των lockdown» είχε αναφέρει σε συνέντευξή του ο διακεκριμένος Ελληνας καθηγητής ιατρικής, επιδημιολογίας και στατιστικής Γιάννης Ιωαννίδης της ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου Στάνφορντ της Καλιφόρνιας σε άρθρο του στους «Sunday Times» του Λονδίνου.
Για την ελληνική κυβέρνηση όμως η άποψη του Γιάννη Ιωαννίδη, της Αθηνάς Λινού ή του Απόστολου Βανταράκη, οι οποίοι κάνουν έκκληση για διενέργεια μαζικών και αντιπροσωπευτικών τεστ στον πληθυσμό, έχει πέσει στο κενό και η πολιτική των lockdowns έχει θριαμβεύσει. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής είναι εν μέρει αυτό που βιώνουμε και τις ημέρες αυτές, δηλαδή να χάνεται η μπάλα και από τα μηδενικά κρούσματα να οδηγούμαστε στην απότομη και ραγδαία αύξησή τους. Η αδυναμία σωστής επιδημιολογικής επιτήρησης, με συνεχή και κυλιόμενο αντιπροσωπευτικό έλεγχο, αναπόφευκτα μας οδήγησε να κυνηγάμε συνεχώς το επιδημικό κύμα, αντί να το προλαβαίνουμε και να επεμβαίνουμε έγκαιρα.
Ο παραπάνω πίνακας, ο οποίος δείχνει τον αριθμό των τεστ που γίνονται ανά 1.000 πολίτες στις χώρες της Ε.Ε., αποδεικνύει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι από την ημέρα που η οικονομία άνοιξε η κυβέρνηση έπαιρνε μέτρα κυριολεκτικά στην τύχη.
Χωρίς να γνωρίζει τα δεδομένα, χωρίς να γνωρίζει τη διασπορά του ιού στην κοινότητα, έκανε λόγο για φυσιολογικό καλοκαίρι στην Ελλάδα και για το φως στο τούνελ του κορωνοϊού. Τα αποτελέσματα ήταν στα μέσα Ιουλίου ο αριθμός των κρουσμάτων να έχει εκτοξευτεί εκ νέου πάνω από 2.000 και ο κίνδυνος ενός νέου, τέταρτου κύματος της πανδημίας να βρίσκεται πιο κοντά από ποτέ.
Αποτελέσματα του πιο παρατεταμένου lockdown
Όλα τα παραπάνω μάλιστα συνέβησαν ενώ στην Ελλάδα είχαμε για πολλούς μήνες το σκληρότερο lockdown στην Ευρώπη. Ενδεικτικό είναι ότι στη λίστα του πανεπιστημίου της Οξφόρδης από τον Μάρτιο ως τα μέσα Απριλίου η Ελλάδα βρισκόταν στην πρώτη θέση έχοντας ένα από τα αυστηρότερα lockdowns στην Ευρώπη με ποσοστά που ξεπερνούν το 85%, όταν ο μέσος όρος των υπόλοιπων χωρών άγγιζε το 65%.
Φυσικά, σε αυτό το σημείο δεν γίνεται να μη σημειωθεί ότι πολλοί επιστήμονες υπογραμμίζουν τις αναμενόμενες δραματικές κοινωνικές, οικονομικές, κοινωνικές και εν τέλει σωματικές επιπτώσεις των παρατεταμένων lockdowns, τα οποία μπορεί να οδηγήσουν ακόμη και σε πρόωρους θανάτους τα επόμενα χρόνια.
O Πίνακας 6 σε κλίμακα από το 0-100 μετράει πόσο ισχυρό ήταν το πακέτο των περιοριστικών μέτρων που επέβαλε κάθε χώρα, με το 0 να ισούται με έλλειψη περιοριστικών μέτρων και το 100% το απόλυτο lockdown, ενώ η χρονική περίοδος που μετρά είναι από την 25η Μαρτίου ως την 30ή Απριλίου.
Κοροϊδία
Ο κορωνοϊός μπορεί να είναι μια ασύμμετρη απειλή, την οποία δεν μπορείς εύκολα να προβλέψεις. Είναι όμως ένας ιός τον οποίον μπορείς να περιορίσεις, να αντιμετωπίσεις και εν τέλει να προστατέψεις τον πληθυσμό σου από αυτόν. Η κυβερνητική προπαγάνδα στην Ελλάδα μπορεί να θέλει να εμφανίζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη ως πετυχημένη ως προς τη διαχείριση της πανδημίας, όμως τα στοιχεία σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ευρώπη αποδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο.
Από τις αρχές Μαΐου, όταν η οικονομία άνοιξε, η Ελλάδα υστερεί σε όλους τους βασικούς τομείς έναντι των υπόλοιπων κρατών. Λιγότερα τεστ από κάθε άλλη χώρα, λιγότεροι εμβολιασμοί από κάθε άλλη χώρα στον γενικό πληθυσμό, συντριπτικά χαμηλότερα ποσοστά εμβολιασμού στους ηλικιωμένους.
Την ίδια ώρα, ελλείψει σοβαρής πρωτοβάθμιας φροντίδας, το βάρος της αντιμετώπισης του κορωνοϊού έπεσε στα νοσοκομεία. Το αποτέλεσμα ήταν ο δείκτης της υπερβάλλουσας θνησιμότητας να ανέβει ραγδαία, την ώρα που η θνητότητα (ο λόγος θανάτων προς συνολικό αριθμό επιβεβαιωμένων κρουσμάτων) ήταν η μεγαλύτερη από όλες τις υπόλοιπες χώρες.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι αυτές οι ελλείψεις και οι δομικές αδυναμίες του ελληνικού κράτους στη διαχείριση της πανδημίας στοίχισαν και συνεχίζουν να στοιχίζουν στην ελληνική κοινωνία.
Η αναγνώριση του λάθους είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αλλαγή πορείας της χώρας. Εμείς όμως είμαστε ακόμα βήματα πίσω από την αναγνώριση του λάθους.