Ένα χρόνο μετά την παραίτησή της από εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, η Πόπη Τσαπανίδου έκανε μια συγκινητική ανάρτηση στον προσωπικό της λογαριασμό στο Facebook που δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική και την επικαιρότητα. Η Πόπη Τσαπανίδου αποκαλύπτει εμμέσως ότι κάνει ψυχοθεραπεία και κάνει μια βαθιά ενδοσκόπηση παίρνοντας από το χέρι το εσωτερικό της…παιδί.
Στην ανάρτησή της με αφορμή την πρόσφατη επίσκεψη στο στο σπίτι της γιαγιάς της στη Θεσσαλονίκη, θυμάται πως ήταν να αντικρίζει το σπίτι αυτό με το παιδικό της βλέμμα, το βλέμμα της δίχρονης Πόππης. Η ανάρτηση είναι στην ουσία μια βουτιά στην παιδική της ανάμνηση και θυμάται ότι η μητέρα της δούλευε πολύ και ότι ο πατέρας της ήταν φαντάρος σε αυτή τη φάση της ζωής της.
Αργότερα οραματίζεται τον εαυτό της παιδί και τον παίρνει από το χέρι. Η Πόπη Τσαπανίδου στην ουσία έρχεται σε επαφή με το εσωτερικό της παιδί και προσπαθεί να το ακούσει και να το καταλάβει ώστε να επουλώσει τα παιδιά της τραύματα. Το εσωτερικό παιδί είναι στην ουσία μια τεχνική που χρησιμοποιείται στην ψυχοθεραπεία για την κατανόηση και επούλωση τραυμάτων της παιδικής ηλικίας.
Η Πόπη Τσαπανίδου στην συζήτηση που κάνει με τον δίχρονο εαυτό της όταν εκείνος της λέει ότι «δεν την έβλεπε» και ότι δεν την «αγκάλιαζε» λέει χαρακτηριστικά: «Σε βρήκα, όμως και δεν θα σε ξαναφήσω».
Η ανάρτηση συνοδεύεται από φωτογραφίες με το σπίτι.
Oλόκληρη η συγκινητική ανάρτηση:
Επιστροφή… Εκεί που πρωτοθυμάμαι τον εαυτό μου. Εκεί που γεννήθηκα. Στο σπίτι της γιαγιάς μου.
Σ’ αυτη την παλιά πολυκατοικία στην καρδιά της Θεσσαλονίκης. Πολλές φορές περνούσα απ’ έξω. Σήμερα μπήκα και ανέβηκα τα σκάλια μεχρι την πορτα της παιδικης μου ηλικιας.
Στάθηκα.
Και συνάντησα το μικρό κοριτσάκι μέσα μου. Συνδέθηκα με τον εαυτό μου στον δεύτερο χρόνο της ζωής μου. Είδα πόσο γιγαντιαία μου φαίνονταν τα κιγκλιδώματα στις σκάλες… ένιωσα τον πόνο στα ποδαράκια μου που προσπαθούσαν να ανέβουν ένα ένα τα σκαλιά… είδα τον ουρανό από την ταράτσα εκείνη… ένιωσα την γιαγιά μου να είναι μαζί μου και να με κοιτά με φροντιδα… έψαχνα την μαμά μου που έλειπε στη δουλειά και τον μπαμπά που ηταν φαντάρος, να με πάει βόλτα με την μηχανή του.
Δεν έχω ιδέα πόση ώρα έμεινα εκεί.
Όταν κατέβηκα τα σκαλιά να φύγω, κρατούσα από το χεράκι εκείνο το μικρό κοριτσάκι. Και περπατήσαμε με καμάρι στη γειτονιά. Κοιτώντας η μια την άλλη χωρίς να χρειάζεται να στρέψουμε το κεφάλι.
Με καμάρι γιατί τα καταφέραμε να φτάσουμε ως εδώ στη ζωή και γιατί επιτέλους συναντηθήκαμε και φροντίσαμε η μια την άλλη.
“Θα ‘θελα να με είχες δει νωρίτερα και να μου πεις να μην φοβάμαι. Να με αγκάλιαζες και να παίζαμε μαζί” μου πε το δίχρονο Ποπάκι.
“Σε βρήκα όμως” της είπε ο σημερινός μου εαυτός “και δεν θα σε ξαναφήσω”.
Κι αυτό είναι απόφαση που θεραπεύει τραύματα και λυτρώνει.