Την απογοήτευση και την οργή της Ουάσινγκτον προκάλεσε ο δημόσιος ισχυρισμός του Ισραηλινού πρωθυπουργού, Μπένιαμιν Νετανιάχου, ότι οι ΗΠΑ παρακρατούν όπλα που προορίζονται για τον πόλεμο του Ισραήλ με τη Χαμάς.
Ξαφνιασμένη η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρίν Ζαν Πιέρ, κατά την ενημέρωση των δημοσιογράφων δήλωσε χαρακτηριστικά: «Ειλικρινά δεν ξέρουμε για τι πράγμα μιλάει. Απλά δεν ξέρουμε».
Συγκεκριμένα, σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Νετανιάχου ανέφερε ότι κατά την πρόσφατη επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ Άντονι Μπλίνκεν στην περιοχή της Μέσης Ανατολής, του είχε πει ότι θεωρεί αδιανόητο «ότι τους τελευταίους μήνες, η κυβέρνηση (σ.σ. των ΗΠΑ) έχει παρακρατήσει όπλα και πυρομαχικά. Το Ισραήλ, ο στενότερος σύμμαχος της Αμερικής, αγωνίζεται για τη ζωή του, πολεμώντας εναντίον του Ιράν και άλλων κοινών μας εχθρών».
Give us the tools and we'll finish the job. pic.twitter.com/eQHpyd9q0X
— Benjamin Netanyahu – בנימין נתניהו (@netanyahu) June 18, 2024
Στην ίδια βιντεοανάρτηση, ο Νετανιάχου ισχυρίστηκε ότι ο Μπλίνκεν έδωσε διαβεβαιώσεις ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν εργάζεται «μέρα και νύχτα» για την άρση των «εμπλοκών», με τον ίδιο να λέει ότι απάντησε: «Ελπίζω βεβαίως ότι αυτό ισχύει. Θα πρέπει να είναι έτσι».
Από την πλευρά του, και ερωτηθείς σχετικά, ο Μπλίνκεν αρνήθηκε να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει τον χαρακτηρισμό του Νετανιάχου για τη συζήτησή τους, ωστόσο υπογράμμισε επανειλημμένα τη δέσμευση της κυβέρνησης Μπάιντεν στην άμυνα του Ισραήλ. «Είναι πολύ σημαντικό να θυμόμαστε ότι η σχέση ασφαλείας μας με το Ισραήλ πηγαίνει πολύ πέρα από τη Γάζα. Το Ισραήλ αντιμετωπίζει μια πληθώρα απειλών και προκλήσεων, μεταξύ άλλων στο βορρά, από τη Χεζμπολάχ, από το Ιράν, από τους Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα», δήλωσε ο Μπλίνκεν.
Τόνισε επίσης την υπόσχεση του προέδρου Τζο Μπάιντεν να διασφαλίσει ότι το Ισραήλ θα έχει «ό,τι χρειάζεται για να αμυνθεί αποτελεσματικά απέναντι σε αυτές τις απειλές», υποστηρίζοντας ότι αυτό είναι κρίσιμο για την αποφυγή μεγαλύτερης κλιμάκωσης στη Μέση Ανατολή. «Δεν υπήρξε καμία αλλαγή στη στάση μας», επέμεινε ο Μπλίνκεν, λέγοντας ότι όλα ήταν «κανονικά» με εξαίρεση ένα φορτίο βομβών 2.000 λιβρών που δεν εστάλη λόγω της δημοσίως εκφρασμένης ανησυχίας του Μπάιντεν ότι τα πυρομαχικά αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στην πόλη Ράφα της Γάζας και σε άλλες περιοχές που κατοικούνται σε μεγάλο βαθμό από αμάχους.
Δύο αξιωματούχοι που εμπλέκονται στην έγκριση μεταφοράς όπλων στο Ισραήλ υποστήριξαν τα σχόλια του υπουργού, λέγοντας σε αμερικανικά ΜΜΕ ότι η κυβέρνηση συνεχίζει να επεξεργάζεται τόσο τα μακροχρόνια αιτήματα που βρίσκονται στο στάδιο της εξέτασης όσο και τις νέες παραγγελίες που έγιναν μετά την έναρξη της σύγκρουσης.
Αν και η κυβέρνηση Μπάιντεν αντιμετώπισε αυξανόμενες πιέσεις από μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος να σταματήσει τη στρατιωτική υποστήριξη προς το Ισραήλ, ο Μπλίνκεν επικαλέστηκε δύο φορές τον Δεκέμβριο τις αρχές έκτακτης ανάγκης για να παρακάμψει τον έλεγχο του Κογκρέσου και να επιταχύνει τις αποστολές όπλων προς τη χώρα.
«Από την άγρια επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, έχουμε σπεύσει δισεκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια ασφαλείας προς το Ισραήλ για να μπορέσει να υπερασπιστεί τον εαυτό του», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου, υποστράτηγος Πατ Ράιντερ. «Και θα συνεχίσουμε να τους παρέχουμε τη βοήθεια ασφαλείας που χρειάζονται για την άμυνα».
Ενώ η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί ότι θα συνεχίσει να στηρίζει τον ισραηλινό στρατό, μια επανεξέταση των αμερικανικών αμυντικών μεταφορών που διέταξε ο πρόεδρος Μπάιντεν έθεσε αμφιβολίες για το αν το Ισραήλ χρησιμοποιεί τα αμερικανικά όπλα σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο.
Η έκθεση, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα τον Μάιο, διαπίστωσε ότι ήταν «εύλογο να εκτιμηθεί» ότι τα όπλα που παρείχαν οι ΗΠΑ χρησιμοποιήθηκαν από τις ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις στη Γάζα με τρόπους που εκεί ήταν «ασύμβατοι» με τις νομικές υποχρεώσεις της χώρας ή τις βέλτιστες πρακτικές για τον μετριασμό των απωλειών αμάχων.