Του Andrew England
Ο θάνατος του προέδρου του Ιράν Εμπραχίμ Ραΐσι όταν συνετρίβη το ελικόπτερο που τον μετέφερε, επέφερε ένα σοκαριστικό πλήγμα στο ισλαμικό καθεστώς και τον ανώτατο ηγέτη του, τον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.
Όχι πως ο Ραΐσι ήταν κάποιος εξαίρετος πρόεδρος που επεδίωκε ριζοσπαστικές πολιτικές που θα αναδιαμόρφωναν το μέλλον της δημοκρατίας. Πράγματι, η Ιστορία αναμφίβολα θα κρίνει πως η σύντομη θητεία του είχε λιγότερη επίπτωση από αυτή των προκατόχων του όπως ο Μοχαμάντ Χαταμί, που επιδίωξε μια πιο μεταρρυθμιστική ατζέντα, ή ο Χασάν Ρουχανί, ο κεντρώος πρόεδρος που ήταν βασικός αρχιτέκτονας και υπέρμαχος της συμφωνίας για τα πυρηνικά που υπέγραψε το 2015 η Τεχεράνη με τις παγκόσμιες δυνάμεις.
Αλλά από τη στιγμή που ο Ραΐσι εξελέγη πρόεδρος το 2021, διαδεχόμενος τον Ρουχανί, θεωρούνταν αναπόσπαστο κομμάτι των σχεδίων του Χαμενεΐ να παγιοποιήσει την επιρροή των σκληροπυρηνικών του καθεστώτος και να διασφαλίσει μια ομαλή διαδοχή στο κορυφαίο αξίωμα της δημοκρατίας, όταν πεθάνει ο 85χρονος ανώτατος ηγέτης. Αυτό είναι το μοτίβο που κυριάρχησε στην ιρανική πολιτική κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, και θα συνεχίσει να κυριαρχεί.
Η επιτυχία του Ραΐσι στην κάλπη ήταν προσεκτικά -και εμφανώς- χορογραφημένη, καθώς είχε απαγορευτεί σε κορυφαίους συντηρητικούς και μεταρρυθμιστές υποψήφιους να θέσουν υποψηφιότητα. Ο 63χρονος σκληροπυρηνικός κληρικός θεωρούνταν ευρέως ότι ήταν ο προστατευόμενος του Χαμενεΐ, και επικρατέστερος υποψήφιος για τη διαδοχή του όταν έρχονταν η ώρα.
Η φετινή λαϊκή ψήφος για τα μέλη της Συνέλευσης των Εμπειρογνωμόνων, του σώματος που θα επιλέξει τον ανώτατο ηγέτη και του οποίου ο Ραΐσι ήταν μέλος από το 2006, είχε ομοίως χορογραφηθεί. Ο Ρουχανί ήταν μεταξύ αυτών στους οποίους είχε απαγορευτεί να θέσουν υποψηφιότητα, επιτρέποντας στη νέα γενιά των ιδεολογικά σκληροπυρηνικών να έρθουν στο προσκήνιο. Ο Χαμενεΐ φαίνονταν να βάζει τα του οίκου του σε τάξη.
Ακόμα δεν έχει κριθεί αν ο Ραΐσι -η προεδρία του οποίου ήταν βαθύτατα αντιδημοφιλής σε πολλούς Ιρανούς και μαστίζονταν από οικονομική δυσπραγία καθώς ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε και το ριάλ υποτιμήθηκε –θα είχε πράγματι διαδεχθεί τον Χαμενεΐ. Ο γιός του ανώτατου ηγέτη, ο Μοτζταμπά, είναι ο άλλος υποψήφιος που ξεχωρίζει. Αλλά ως πρόεδρος, ήταν αταλάντευτα πιστός στο αφεντικό του και βοήθησε να προκαθοριστεί ένα ενωμένο μέτωπο μεταξύ των συντηρητικών, αποφεύγοντας τις εσωτερικές συγκρούσεις που μάστιζαν τις προηγούμενες προεδρίες.
Ο Ραΐσι αναμένονταν να θέσει υποψηφιότητα για δεύτερη θητεία στις εκλογές του επόμενου έτους. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, τώρα πρέπει να πραγματοποιηθεί ψηφοφορία εντός 50 ημερών. Αυτό σημαίνει πως ο Χαμενεΐ και άλλα βασικά κέντρα εξουσίας πρέπει να αρχίσουν επειγόντως να προετοιμάζονται για τις επόμενες εκλογές, κάτι που θέτει νέα πρόκληση σε ένα σύστημα που βρίσκεται σε μια ευαίσθητη περίοδο στην ιστορία του.
Ο θάνατος του Ραΐσι δεν θα έχει κάποια αξιοσημείωτη επίπτωση σε βασικές αποφάσεις εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, που τελικά καθορίζονται από τον Χαμενεΐ. Αλλά η δημοκρατία θα είναι απρόθυμη να δείξει οποιοδήποτε σημάδι αδυναμίας ή πολιτικής αστάθειας μετά από τα κύματα των αντικαθεστωτικών διαδηλώσεων και κατά τη διάρκεια μιας περιόδου αυξημένων εντάσεων με τη Δύση και το Ισραήλ, που τροφοδοτείται από τον επτάμηνο πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς.
Πολλοί Ιρανοί μπορεί να αναμένεται να βγάλουν τον θυμό τους με το να μην πάνε να ψηφίσουν. Το 2021 η συμμετοχή στις εκλογές έπεσε κάτω από το 50% για πρώτη φορά σε προεδρικές εκλογές από την ισλαμική επανάσταση του 1979. Στις φετινές προεδρικές εκλογές κατεγράφη ένα ακόμα χαμηλό ρεκόρ συμμετοχής, κάτω από 41%.
Και τα δυο ήταν ντροπιαστικά για τη δημοκρατία, που έχει επιδιώξει να προβάλλει τη λαϊκή νομιμοποίηση μέσω της συμμετοχής ψηφοφόρων από τότε που ιδρύθηκε. Αλλά η διαδικασία έδειξε επίσης πως ο Χαμενεΐ και άλλοι σκληροπυρηνικοί είναι πρόθυμοι να θυσιάσουν την επίφαση της δημοκρατικής αξιοπιστίας για να εξασφαλίσουν τον διάδοχο που επιθυμούν και να διασφαλίσουν πως οι σκληροπυρηνικού θα συνεχίσουν να έχουν τον απόλυτο έλεγχο.
Αυτή η τάση μπορεί να αναμένεται πως θα συνεχιστεί, με λίγες ελπίδες για τα εκατομμύρια των δυσαρεστημένων Ιρανών πως θα δοθεί οποιοσδήποτε χώρος στους μεταρρυθμιστές ή πως το καθεστώς θα χαλαρώσει τις σκληροπυρηνικές πολιτικές του.
Παρόμοια πιθανότατα θα είναι και η ιστορία στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής, όπου ο Χαμενεΐ εξισορροπεί την πολεμική συμπεριφορά προς τη Δύση και το Ισραήλ με μια μετρημένη, αν και ριψοκίνδυνη, απάντηση στις περιφερειακές εχθροπραξίες που προκλήθηκαν από τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς, με την πρόθεση να κρατήσει τη σύγκρουση μακριά από το Ιράν.
Η Τεχεράνη έχει υποστηρίξει ανοικτά τις ένοπλες ομάδες στις οποίες βάζει πλάτη στον λεγόμενο Άξονα της Αντίστασης –συμπεριλαμβανομένων της Χεζμπολά του Λιβάνου, των Ιρακιών και Σύριων ανταρτών, των ανταρτών Χούθι στην Υεμένη και της Χαμάς- καθώς προβαίνουν σε επιθέσεις κατά ισραηλινών και αμερικανικών δυνάμεων στην περιοχή. Αλλά έχει επανειλημμένως επιμείνει πως ενεργούν ανεξάρτητα και πως η Τεχεράνη δεν θέλει έναν ολοκληρωτικό περιφερειακό πόλεμο, ούτε μια άμεση σύγκρουση με τις ΗΠΑ.
Ο Χαμενεΐ τζογάρισε όταν ενέκρινε την πρώτη άμεση επίθεση με πυραύλους και drone στο Ισραήλ από ιρανικό έδαφος τον Απρίλιο, ως αντίποινα για την ισραηλινή επίθεση στο ιρανικό προξενείο στη Δαμασκό, που είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν ανώτατα μέλη των Φρουρών της Επανάστασης. Το Ισραήλ απάντησε εξαπολύοντας επίθεση με πυραύλους και drones κατά αεροπορικής βάσης κοντά στην ιρανική πόλη Ισφαχάν. Αλλά η μετρημένη ανταπόδοση προκάλεσε περιορισμένη ζημιά, και οι εχθροί έδειξαν πως δεν θέλουν να κλιμακώσουν.
Τελικά, ο πρωταρχικός στόχος του Χαμενεΐ, είτε μέσω της εσωτερικής ή της εξωτερικής πολιτικής, είναι να διασφαλίσει την επιβίωση της δημοκρατίας. Έχασε έναν έμπιστο υπαρχηγό, τον Ραΐσι, αλλά ο θάνατος του προέδρου είναι απίθανο να βγάλει εκτός πορείας τον Χαμενεΐ ή το καθεστώς, με τον ανώτατο ηγέτη να είναι αποφασισμένος να διαφυλάξει την κληρονομιά του και την εξουσία των πιστών σκληροπυρηνικών.