Των Joe Leahy, Kai Waluszewski και Max Seddon
Παρακολουθώντας πρόσφατα τους Ρώσους πελάτες του να κάνουν πάρτι μέχρι αργά σε ένα μπαρ καραόκε στην ανατολική κινεζική πόλη Γουενζού, ο Τσεν, διευθυντής κινεζικού εργοστασίου, θαύμαζε τις αντοχές τους.
Οι Ρώσοι είχαν ενθουσιαστεί επειδή τα προϊόντα του Τσεν –βιομηχανικές βαλβίδες που χρησιμοποιούνται κυρίως στους κλάδους πετρελαίου και εξόρυξης- πρόσφεραν μια χαμηλού κόστους εναλλακτική έναντι των ευρωπαϊκών brands που χρησιμοποιούσαν πριν τον πόλεμο στην Ουκρανία.
«Τραγουδούσαν και χόρευαν μέχρι τα μεσάνυχτα και δεν ήθελαν να φύγουν» λέει ο Τσεν, ο οποίος ζήτησε να αναφερθεί μόνο το επώνυμό του για λόγους ιδιωτικότητας.
Έχοντας μπλοκαριστεί από τη χρήση των παραδοσιακών ευρωπαίων προμηθευτών τους λόγω των κυρώσεων που επέβαλε η Δύση μετά την ολοκληρωτική εισβολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στην Ουκρανία το 2022, οι ρωσικές επιχειρήσεις έχουν στραφεί στην Κίνα για να καλύψουν το κενό.
Αυτήν την εβδομάδα, με τον Ρώσο πρόεδρο να συναντά τον Σι Τζινπίνγκ στο Πεκίνο, η πολυδιαφημισμένη «φιλία» μεταξύ των δυο κορυφαίων ηγετών του αυταρχικού κόσμου, θα αναδειχθεί και πάλι. Αυτή η επίσημη επίσκεψη του Πούτιν θα σηματοδοτήσει την 43η συνάντησή του με τον Σι.
Οι οικονομικοί δεσμοί μεταξύ των δυο πλευρών ακμάζουν, αλλά αντιμετωπίζουν πιέσεις λόγω των δυτικών κυρώσεων, που αναμένεται να αποτελέσουν σημαντικό σημείο επικέντρωσης των συνομιλιών. Το διμερές εμπόριο ήταν πέρυσι 240 δισ. δολάρια, αυξημένο κατά 26% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με τα στοιχεία των κινεζικών τελωνείων, με την Κίνα να αποστέλλει αγαθά από αυτοκίνητα και βιομηχανικό εξοπλισμό μέχρι smartphones, και να αγοράζει ρωσικούς ενεργειακούς πόρους αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η Κίνα λέει πως δεν παρέχει στη Ρωσία θανατηφόρα όπλα. Αλλά έχει αναδειχθεί σε κρίσιμο αγωγό αγαθών για την αμυντική βιομηχανία της Ρωσίας, ωθώντας τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν και την υπουργό Οικονομικών Τζάνετ Γέλλεν, να προειδοποιήσουν το Πεκίνο για επιπτώσεις εάν οι εταιρείες της χώρας υποστηρίξουν την πολεμική προσπάθεια του Κρεμλίνου.
«Η Κίνα είναι ο σημαντικότερος εταίρος της Ρωσίας τώρα, αγοράζοντας τα εμπορεύματά της και προμηθεύοντας αγαθά, συμπεριλαμβανομένων προϊόντων για τα πεδία των μαχών» σύμφωνα με την Ελίνα Ριμπάκοβα, non-resident senior fellow του Peterson Institute for International Economics.
Οι αναπτυσσόμενες οικονομικές σχέσεις είναι ένα από τα πιο ξεκάθαρα σημάδια της επιθυμίας της Κίνας να αναδιαμορφώσει την παγκόσμια γεωπολιτική προς την κατεύθυνσή της (και σε βάρος των ΗΠΑ) χρησιμοποιώντας το εμπόριο, όπως αναφέρουν οι αναλυτές.
Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου ισχυρίζεται πως είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος 120 χωρών, συναλλασσόμενη με τα περισσότερα κράτη άσχετα από την πολιτική τους. Αυτό της δίνει έναν αυξανόμενο ρόλο ως οικονομικού διευκολυντή ενός μεγάλου εύρους χωρών, συμπεριλαμβανομένων αυτών που είναι ανταγωνιστικές προς την καθοδηγούμενη από τις ΗΠΑ Δύση, όπως η Ρωσία, η Λευκορωσία, το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και η Βενεζουέλα.
Η Κίνα είναι «αγνωστικίστρια αναφορικά με τη φύση των πολιτικών καθεστώτων και των επιδόσεων σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων ορισμένων εκ των εταίρων της στον παγκόσμιο νότο» λέει ο Φίλιπ Ιβάνοφ, ιδρυτής του σινορωσικού προγράμματος του Κέντρου Κινεζικών Αναλύσεων του Asia Society Policy Institute. Το Πεκίνο προβλέπει μακροχρόνιο ανταγωνισμό και αντιπαράθεση με τη Δύση, προσθέτει, και για να τον αντισταθμίσει, η Κίνα επενδύει στις οικονομικές της σχέσεις με τις μη δυτικές χώρες ανά τον κόσμο.
«Η κινεζική παράλληλη τάξη παίρνει τώρα μορφή» λέει ο Ρίτσαρντ ΜακΓκρέκορ, senior fellow στο Lowy Institute του Σίδνεϋ. «Κάποτε λέγαμε πως την χτίζουν. Τώρα μπορούμε να δούμε τη δύναμή της».
Στην Γουενζού, όπου γυαλιστερά πολυτελή αυτοκίνητα Maybach παρκάρουν έξω από βρώμικα εργοστάσια –απόδειξη της ευημερίας ενός εκ των κορυφαίων κινεζικών κέντρων ελαφράς βιομηχανίας- είναι δύσκολο να συναντήσεις επιχειρηματία που να μην έχει επισκεφθεί τη Ρωσία από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Η υπάλληλος μιας εταιρείας εμπορικών εκθέσεων λέει ότι έχει συνοδεύσει αρκετές αντιπροσωπείες κατασκευαστών στη Ρωσία, πολλοί από τους οποίους επιθυμούν να διαφοροποιηθούν από τις δυτικές αγορές μετά την πανδημία και τον εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ. Οι κυβερνήσεις και στις δύο πλευρές υποστηρίζουν το boom.
«Τα ρωσικά τελωνεία συνήθιζαν να μην είναι ιδιαίτερα φιλικά προς την Κίνα, αλλά μετά από αυτές τις κρίσεις, η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο πλευρών είναι ισχυρότερη», λέει.
Οι οικονομικοί δεσμοί μεταξύ της Κίνας και της Ρωσίας αυξάνονται από το 2014, όταν η τελευταία προσάρτησε την Κριμαία και υπέστη τις πρώτες δυτικές κυρώσεις, και ο Σι άρχισε να επιδιώκει μια πιο δυναμική εξωτερική πολιτική, σύμφωνα με τον Ιβάνοφ.
Αλλά μετά την ολοκληρωτική εισβολή το 2022, αυτό επιταχύνθηκε. Και άλλες χώρες στηρίζουν την οικονομία της Ρωσίας, σύμφωνα με τον Ιβάνοφ. Η Ινδία αγόρασε ρωσικό πετρέλαιο, τα ΗΑΕ βοήθησαν με τις οικονομικές συναλλαγές, και το Καζακστάν, η Λευκορωσία και η Τουρκία παρείχαν κέντρα για τις παράλληλες εισαγωγές της Ρωσίας –αγαθά που αποστέλλονται χωρίς άδεια μέσω τρίτων χωρών.
Αλλά η Κίνα ήταν η σημαντικότερη χώρα, όχι μόνο ενισχύοντας μέχρι πρόσφατα τις εξαγωγές της προς την γείτονα χώρα, αλλά αγοράζοντας επίσης ρωσικό πετρέλαιο. Η Ρωσία πέρυσι ξεπέρασε τη Σαουδική Αραβία και έγινε ο μεγαλύτερος προμηθευτής πετρελαίου της Κίνας.
«Η υποστήριξη που λαμβάνει η Ρωσία από την Κίνα, σε συνδυασμό με τη ρεαλιστική προσέγγιση πολλών άλλων χωρών… έχει αναδείξει τους περιορισμούς» της δυτικής οικονομικής ισχύος, λέει ο Τεμούρ Ουμάροφ, ειδικός σε θέματα Κίνας και Κεντρικής Ασίας και fellow του Carnegie Russia Eurasia Center.
Το 2023, το 60% των ρωσικών εισαγωγών προϊόντων υψηλής τεχνολογίας «διπλής χρήσης» (στμ για ειρηνικούς και πολεμικούς σκοπούς) όπως ορίζονται από τους κανονισμούς εμπορίου της ΕΕ, ήλθαν από την Κίνα, σύμφωνα με ανάλυση που έκαναν οι FT σε ρωσικά εμπορικά δεδομένα.
Ο τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός, συμπεριλαμβανομένων των smartphones, αποτελεί το μεγαλύτερο μερίδιο αυτής της ροής των 26 δισ. δολαρίων, ύψους 3,9 δισ. δολαρίων, με τους υπολογιστές να βρίσκονται στη δεύτερη θέση με 2,3 δισ. δολάρια. Η Ρωσία αγόρασε επίσης μικροεπεξεργαστές αξίας 2 δισ. δολαρίων και εργαστηριακό εξοπλισμό αξίας 1,7 δισ. δολαρίων.
Σχεδόν το σύνολο της εισαγόμενης τεχνολογίας που χρησιμοποιείται στα ρωσικά όπλα είναι δυτικής προέλευσης, ενώ μόλις το 4% παράγεται από κινεζικές εταιρείες. Η Ρωσία έχει επωφεληθεί από τις χαλαρές διαδικασίες συμμόρφωσης των δυτικών εταιρειών για να στέλνει εξαρτήματα δυτικής κατασκευής μέσω Κίνας ή να τα προμηθεύεται από δυτικές θυγατρικές και κοινοπραξίες στη χώρα, λέει η Ριμπάκοβα του Peterson Institute for International Economics.
Οι απειλές των ΗΠΑ στα τέλη του περασμένου έτους για επιβολή δευτερογενών κυρώσεων κατά κινεζικών τραπεζών και εταιρειών που βοηθούν τη ρωσική πολεμική προσπάθεια φαίνεται να έχουν περιορίσει τη ροή των αγαθών. Οι εξαγωγές της Κίνας προς τη Ρωσία μειώθηκαν σχεδόν 16% σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα τον Μάρτιο και 13,5% τον Απρίλιο.
«Η Κίνα νομίζει πως οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ θα επιδεινωθούν είτε εξασφαλίσει ο Μπάιντεν δεύτερη θητεία, είτε ο Τραμπ. Δεν μπορούν να το ελέγξουν αυτό, αλλά μπορούν να ελέγξουν πόσο γρήγορα θα επιδεινωθούν» σχολιάζει ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, διευθυντής του Carnegie Russia Eurasia Center στο Βερολίνο. «Έτσι προσπαθούν να στηρίξουν τη Ρωσία όσο πιο προσεκτικά γίνεται, κρατώντας τους όγκους των προμηθειών χαμηλούς σε μια προσπάθεια να δείξουν στους Αμερικάνους πως το εμπόριο είναι μειωμένο».
Η αυξανόμενη εξάρτηση της Μόσχας από το Πεκίνο δεν ενοχλεί απαραίτητα το Κρεμλίνο, λέει η Άντρεα Κένταλ-Τέιλορ, διευθύντρια του προγράμματος διατλαντικής ασφάλειας του Center for a New American Security.
«Αυτό είναι ένα αντάλλαγμα που είναι πρόθυμοι να δώσουν ώστε να συνεργαστούν με έναν εταίρο που δεν αποτελεί απειλή για την εγχώρια σταθερότητά τους και που έχει παρόμοια άποψη για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να είναι οργανωμένος ο κόσμος».
Σε αντάλλαγμα, το Πεκίνο κερδίζει πολύτιμη πρόσβαση σε φυσικούς πόρους και εσωτερικές εμπορικές οδούς μακριά από τους θαλάσσιους διαδρόμους του Ινδοειρηνικού, που είναι πιο ευάλωτοι στις πιέσεις των ΗΠΑ.
«Εσκεμμένα και μέσω μιας σύμπτωσης περιστάσεων», η Κίνα και η Ρωσία στοχεύουν να δημιουργήσουν έναν πολυπολικό κόσμο στον οποίο υπάρχει διάχυση της εξουσίας, σύμφωνα με τον Ιβάνοφ. Το «σημαντικότερο χαρακτηριστικό αυτού του κόσμου είναι πως η εξουσία των ΗΠΑ είναι αποδυναμωμένη».
Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στην Ευρώπη αυτόν τον μήνα, η ιδανική εκδοχή του Σι για τις διμερείς σχέσεις ήταν προφανής. Εχοντας δίπλα του τον Βίκτορ Ορμπάν, τον Ούγγρο ηγέτη που η ΕΕ θεωρεί φιλορώσο και φιλοκινέζο, ο Σι παρείχε στους οικοδεσπότες του το υψηλότερο επίπεδο διμερούς σχέσης που μπορεί να προσφέρει το Πεκίνο –μια «ολοκληρωμένη στρατηγική εταιρική σχέση “παντός καιρού” για τη νέα εποχή».
Οι αναλυτές πιστεύουν πως ο ηγέτης της Κίνας χρησιμοποιεί ένα εύρος ασαφών σλόγκαν και ρητορικής ως κώδικα για τα σχέδιά του για ένα μέλλον στο οποίο η Κίνα θα αναλάβει εκ νέου το ιστορικό μεγαλείο της αυτοκρατορικής εποχής, με την τακτική υποστήριξη από χώρες που αντιτίθενται στην «ηγεμονία των ΗΠΑ».
Ο Σι έχει επινοήσει θολά πλαίσια διεθνών σχέσεων, όπως η «Παγκόσμια Πρωτοβουλία για την Ασφάλεια» (GSI) και η «Παγκόσμια Πρωτοβουλία για τον Πολιτισμό» (GCI), των οποίων το κύριο όραμα είναι η προώθηση της μη ανάμειξης στα πολιτικά συστήματα ή τις υποθέσεις άλλων χωρών.
Η ώθηση της Κίνας για μεγαλύτερη επιρροή στηρίζεται στο εμπόριο και τις επενδύσεις, λένε οι αναλυτές. Η ναυαρχίδα γι’ αυτό είναι η Πρωτοβουλία «Ζώνη και Δρόμος» ύψους 1 τρισ. δολαρίων, το σχέδιο του Σι για την οικοδόμηση υποδομών σε φιλικά έθνη, αν και αντικαθίσταται ή συμπληρώνεται από έννοιες όπως η GSI και η GCI και διμερείς εμπορικές συμφωνίες.
Για τους Κινέζους ακαδημαϊκούς, το stress test για αυτή τη νέα κοσμοθεωρία είναι η Ρωσία και ο πόλεμος στην Ουκρανία. Εάν οι ΗΠΑ θεωρηθεί ότι «χάνουν» τον πόλεμο στην Ουκρανία, θα αποδυναμωθεί περαιτέρω η επιρροή τους, λένε οι Κινέζοι ακαδημαϊκοί.
Ο Γουάνγκ Γουεν, καθηγητής και εκτελεστικός κοσμήτορας του Ινστιτούτου Χρηματοοικονομικών Σπουδών Chongyang στο Πανεπιστήμιο Renmin της Κίνας, έγραψε μια έκθεση με τίτλο: «Το μέλλον της Ρωσίας αναδιαμορφώνεται, (και) η Κίνα μπορεί να το καθοδηγήσει ενεργά», βασισμένη σε ερευνητικά ταξίδια πέρα από τα σύνορα.
Η Ρωσία έχει σημειώσει πρόοδο στην αντίσταση στις δυτικές κυρώσεις, είπε, αλλά η αχίλλειος πτέρνα της ήταν ο χρηματοπιστωτικός κλάδος. Ενώ ο διακανονισμός των εμπορικών συναλλαγών της Κίνας και της Ρωσίας σε τοπικά νομίσματα είχε αυξηθεί από 45% το 2022 σε 95% τώρα, είπε, οι μέσες ετήσιες άμεσες επενδύσεις της Κίνας στη Ρωσία ήταν λιγότερες από 1 δισ. δολάρια, ενώ της Ρωσίας στην Κίνα ήταν ακόμη λιγότερες.
«Οι μηχανισμοί χρηματοοικονομικής συνεργασίας μεταξύ Κίνας και Ρωσίας δεν έχουν ακόμη εδραιωθεί καλά και υπάρχει έλλειψη εργαλείων μετριασμού του κινδύνου της αγοράς, επαρκούς ανταλλαγής πληροφοριών και ρυθμιστικών μηχανισμών, καθώς και αποτελεσματικών καναλιών πληρωμών και διακανονισμού», έγραψε ο Γουάνγκ.
Πράγματι, η κυριαρχία του δολαρίου στο παγκόσμιο εμπόριο παραμένει το δυσκολότερο ζήτημα για τις άμεσες ελπίδες της Κίνας να ανακόψει την επιρροή των ΗΠΑ, λένε οι αναλυτές.
«Θα μπορούσατε να πείτε ότι υπάρχει μια παράλληλη τάξη πραγμάτων. Αλλά δεν νομίζω ότι αυτή η λεγόμενη νέα τάξη έχει (ακόμα) επικρατήσει», λέει ο Γουν Σουν, senior fellow και συν-διευθυντής του Προγράμματος Ανατολικής Ασίας και διευθυντής του Προγράμματος Κίνας στο Κέντρο Stimson στην Ουάσινγκτον, αναφέροντας τις δυσκολίες στην κατασκευή ενός εναλλακτικού παγκόσμιου συστήματος διακανονισμού.
Τον Φεβρουάριο, μια σειρά κινεζικών τραπεζών ενίσχυσαν τους ελέγχους πληρωμών από ρωσικές εταιρείες, όπως ανέφερε ο κρατικός όμιλος media Yicai, επικαλούμενες ανησυχίες για τις κυρώσεις.
«Το Πεκίνο είναι απίθανο να επιστρέψει στις συναλλαγές με ρωσικές οντότητες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, για όσο επικρατεί η απειλή των κυρώσεων», έγραψαν τον Μάρτιο οι Κίμπερλι Ντόναβαν και Μάια Νικολάντζε του Economic Statecraft Initiative στο Κέντρο ΓεωΟικονομικών του Ατλαντικού Συμβουλίου.
Η άνθιση του σινορωσικού εμπορίου δεν είναι πουθενά πιο εμφανής στην κινεζική συνοριακή επαρχία Χεϊλονγκτζάνγκ, απ’ ότι στην συνοριακή πόλη Χέιχε. Οι εισαγωγές και εξαγωγές της Πιλοτικής Ζώνης Ελεύθερου Εμπορίου της Χέιχε αυξήθηκαν κατά σχεδόν 57% πέρυσι. Κρατικές πινακίδες που βρίσκονται αναρτημένες σε διάφορα σημεία της πόλης προσφέρουν αμοιβή σε αυτούς που θα καταγγείλουν λαθρεμπόρους.
«Ο ουκρανικός πόλεμος έκανε πολλούς Κινέζους να αισθάνονται μεγαλύτερη φιλία για τους Ρώσους, καθώς και οι δύο χώρες είχαν υποστεί σοβαρές κυρώσεις από τη Δύση», λέει ένας υπάλληλος της Epinduo, ενός κινέζικου εισαγωγέα ρωσικών προϊόντων όπως γλυκίσματα και αλκοολούχα ποτά, στη ζώνη ελεύθερου εμπορίου.
Ο Πούτιν προσπάθησε να αξιοποιήσει αυτό το συναίσθημα περιγράφοντας σχέδια προκειμένου η Ρωσία να ηγηθεί μιας «παγκόσμιας πλειοψηφίας» χωρών που έχουν βαρεθεί την «απόλυτη κυριαρχία» των ΗΠΑ στον κόσμο.
«Όσο μεγαλύτερη πίεση ασκούν οι ΗΠΑ τόσο στη Ρωσία όσο και στην Κίνα, τόσο πιο πολύτιμη γίνεται η σχέση τους όσον αφορά την άμβλυνση της δυτικής πίεσης και την επίδειξη στον υπόλοιπο κόσμο, τουλάχιστον για τη Ρωσία, ότι δεν είναι απομονωμένοι», λέει η Κένταλ-Τέιλορ.
Ωστόσο, οι φιλοδοξίες της Ρωσίας μπορεί να προσκρούσουν στα σχέδια της ίδιας της Κίνας να αξιοποιήσει την οικονομική της ισχύ για παγκόσμια επιρροή, λέει η Χάννα Νότε, διευθύντρια του Eurasia Nonproliferation Program στο James Martin Center for Nonproliferation Studies.
«Η Ρωσία είναι πολύ πιο αναθεωρητική… όταν πρόκειται για τους θεσμούς που στηρίζουν την τρέχουσα τάξη πραγμάτων», λέει η Νότε. «Η Κίνα εξακολουθεί να είναι πιο προσεκτική».
Σε μια έκθεση για την «παγκόσμια πλειοψηφία» που δημοσιεύθηκε στα τέλη του περασμένου έτους, δύο από τους κορυφαίους εμπειρογνώμονες διεθνών σχέσεων της Ρωσίας και ο πρώην διοικητής του στόλου της στον Ειρηνικό έγραψαν ότι η ενσωμάτωση της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία σημαίνει ότι εστιάζει περισσότερο στη διαμόρφωση του status quo παρά στην καταστροφή του.
«Οι λόγοι είναι σαφείς: η κοινωνική και εσωτερική σταθερότητα της Κίνας εξαρτώνται από την πρόσβαση στις αγορές των ΗΠΑ και της ΕΕ· η Κίνα δεν είναι αυτάρκης στα τρόφιμα» γράφουν οι συγγραφείς Σεργκέι Καραγκάνοφ, Ντμίτρι Τρένιν και Σεργκέι Αβακιάντς.
«Μακροπρόθεσμα η Κίνα μπορεί εν μέρει να χάσει το ενδιαφέρον της για τις σχέσεις με τη Ρωσία, όταν πετύχει την στρατηγική της αυτάρκεια», πρόσθεσαν, αναγκάζοντας τη Ρωσία να διαφοροποιήσει τους δεσμούς της με άλλες χώρες του «παγκόσμιου νότου» και να ομαλοποιήσει τις σχέσεις με τι Δύση στο μέτρο του δυνατού.
Η Νότε λέει ότι ένα άλλο πρόβλημα με τον επίσημο λόγο της Μόσχας είναι ότι αν η Ρωσία και η Κίνα γίνονταν ένα «κυρίαρχο δίδυμο», αυτό θα μπορούσε να προσβάλει τις χώρες εκείνες που προσπαθούν να παρασύρουν σε νέες πολυμερείς συμμαχίες.
«(Το όραμα της Ρωσίας) αφορά όλες αυτές τις χώρες που υποτίθεται ότι είναι ίσες, αφορά την υπέρβαση της νεοαποικιοκρατίας, αφορά την υπέρβαση των ηγεμονικών τάσεων», λέει.
Ενώ ορισμένοι αναλυτές βλέπουν μια μεγάλη στρατηγική στις σχέσεις της Κίνας με τη Ρωσία και άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, κάποιοι αναρωτιούνται αν το τελικό αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι περισσότερο ένα χάος παρά ένας συνεκτικός γεωπολιτικός κανόνας – πολυπολικός ή όχι.
Η Κίνα ως επί το πλείστον «δεν επέλεγε (τους εμπορικούς εταίρους) με βάση τα πολιτικά συστήματα», λέει η Μαρία Ρεπνίκοβα, αναπληρώτρια καθηγήτρια παγκόσμιας επικοινωνίας στο Georgia State University και ειδικός στις σχέσεις Κίνας-Ρωσίας. «Δεν θέτει τόσες πολλές προϋποθέσεις όσο η Δύση. Έτσι, ως αποτέλεσμα, έχουμε αυτή την (οικονομική ενδυνάμωση) διαφορετικών καθεστώτων που σε άλλη περίπτωση δεν θα είχαν τέτοιου είδους οφέλη λειτουργώντας σε μια νεοφιλελεύθερη παγκόσμια τάξη».
Η ασαφής γεωπολιτική ρητορική της Κίνας της επιτρέπει να εμπλέκεται με τις περισσότερες χώρες, αλλά δυνητικά περιορίζει την πραγματική πολιτική επιρροή της πέραν της Ασίας, προσθέτει.
«Νομίζω πως η μεγαλύτερη ανομοιομορφία και το μεγαλύτερο χάος φαίνεται πως θα είναι το πιθανό χαρακτηριστικό των επόμενων ετών», λέει η Ρεπνίκοβα.
Κινέζοι ακαδημαϊκοί συμφωνούν και αυτοί ότι θα υπάρξει περισσότερο χάος, αν και πιστεύουν ότι η αιτία θα είναι η μείωση της επιρροής των ΗΠΑ και όχι η άνοδος της Κίνας, την οποία αποκαλούν «σταθεροποιητικό παράγοντα».
«Με την έλλειψη συντονισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων και το τέλος της ηγεμονικής σταθερότητας, οι περιφερειακές δυνάμεις θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία να προκαλέσουν προβλήματα για να επιτύχουν τα συμφέροντά τους», λέει ο Χου Πόλινγκ, ερευνητής της Κινεζικής Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών που μελετά τη ρωσική οικονομία.
Στην Τζιλίν, μια άλλη από τις τρεις βορειοανατολικές συνοριακές επαρχίες της Κίνας, το εμπόριο της οποίας με τη Ρωσία αυξήθηκε κατά σχεδόν 72% πέρυσι, σύμφωνα με τα κινεζικά τελωνεία, οι ντόπιοι συμφωνούν ότι το μέλλον είναι απρόβλεπτο, παρά τη σημερινή ακμή.
Πλαισιωμένος από ράφια με ρωσικά οινοπνευματώδη ποτά, γλυκά και καρυκεύματα, ο 50χρονος Βίκτορ, ο οποίος είναι Κινέζος αλλά ζήτησε να χρησιμοποιεί το ρωσικό του όνομα, λέει ότι η ανοδική πορεία του εμπορίου θα μπορούσε να αλλάξει ανά πάσα στιγμή αν οι διμερείς σχέσεις ξαφνικά χαλάσουν για οποιονδήποτε λόγο.
«Δεν υπάρχει αιώνια φιλία μεταξύ των χωρών. Μόνο αιώνιο προσωπικό συμφέρον», λέει, επικαλούμενος μια ρήση που χρησιμοποιείται τόσο στην Κίνα, όσο και στη Δύση.