Το τι θέλει η κυβέρνηση, ενόψει της συνάντησης στην Άγκυρα του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με την Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αποκάλυψε στη διάρκεια της ενημέρωσης των πολίτικών συντακτών ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης.
Συγκεκριμένα, κ. Μαρινάκης ανέφερε ότι «στόχος της επίσκεψης είναι να διατηρούνται ανοικτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας και στο ανώτατο επίπεδο, ώστε οι σχέσεις να προχωρούν στο επόμενο βήμα, αλλά και να γίνει από τους δύο ηγέτες η επισκόπηση της προόδου στις διμερείς σχέσεις, καθώς και στους τομείς συνεργασίας που έχουν συμφωνηθεί», προσθέτοντας ότι «κατά τη διάρκεια της συνάντησης αναμένεται να συζητηθούν διμερή, περιφερειακά και διεθνή ζητήματα και να οριστεί το χρονοδιάγραμμα των επόμενων συναντήσεων του πολιτικού διαλόγου, της θετικής ατζέντας και των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης».
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπενθύμισε ότι «κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας τον περασμένο Δεκέμβριο στην Αθήνα οι δύο ηγέτες (Μητσοτάκης και Ερντογάν) είχαν υιοθετήσει την Διακήρυξη των Αθηνών, ενώ είχαν υπογραφεί 15 συμφωνίες και μνημόνια ανάμεσα στις δύο πλευρές», ενώ σημείωσε με νόημα ότι «η χώρα μας επιδιώκει τη διατήρηση του κλίματος διαλόγου με την γειτονική χώρα.
Οι ελληνικές θέσεις διατυπώνονται πάντοτε ξεκάθαρα από τον πρωθυπουργό και η Ελλάδα ισχυροποιείται στην πράξη. Χωρίς την παραμικρή διάθεση υποχώρησης στα κυριαρχικά μας δικαιώματα, πιστεύουμε ότι ο διάλογος έχει μόνο θετικά για τις δύο χώρες», προσθέτοντας ότι «η θέση μας αυτή δικαιώνεται από τα αποτελέσματα στη διαχείριση του μεταναστευτικού στον Έβρο και στο Ανατολικό Αιγαίο, τον εκμηδενισμό των παραβιάσεων, αλλά και τα οφέλη που έχουν οι κάτοικοι δέκα ελληνικών νησιών από την νέα visa express».
Επανέλαβε, δε, ότι ο Κ. Μητσοτάκης θα θέσει στον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν το ζήτημα της μετατροπής της Μονής της Χώρας σε τζαμί, ενώ – απαντώντας στα όσα είπε ο Τούρκος πρόεδρος στην «Καθημερινή» – υπογράμμισε ότι δεν τίθενται σε καμία περίπτωση υπό διαπραγμάτευση τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, προσθέτοντας ότι διάλογος δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και συμφωνία (μάλιστα, επισήμανε ότι Ελλάδα και Τουρκία διαφωνούν σε πολλά σημεία), αλλά τόνισε ότι μέσω του διαλόγου οι ελληνικές θέσεις «ακούγονται δυνατά» και σημείωσε δηκτικά ότι «καλές οι “κορώνες” πατριωτισμού, αλλά δεν καταλήγουν σε κάποια αντιπρόταση».