Του Τάσου Παππά
Αν και μπαίνουμε στην τελική ευθεία για τη μάχη των ευρωεκλογών και όλα τα κόμματα προσπαθούν να κρατήσουν συμπαγή τα ακροατήριά τους και ταυτοχρόνως επιχειρούν να διεισδύσουν σε διπλανούς χώρους, παρατηρείται μια κινητικότητα στην περιοχή της λεγόμενης προοδευτικής παράταξης. Η αφορμή είναι η τύχη του «κόμματος» των «Σπαρτιατών» και το σενάριο κοινών υποψήφιων αν επιλεγεί η διαδικασία των εκλογών στις περιφέρειες όπου έχουν έδρα οι «Σπαρτιάτες», ωστόσο οι συζητήσεις, προς το παρόν σε ανεπίσημο επίπεδο, επεκτείνονται και στο θέμα της συνεργασίας σε βάθος χρόνου με ορίζοντα τις εθνικές κάλπες.
Κατατίθενται προτάσεις κυρίως από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ για να ξεκινήσει προγραμματικός διάλογος και να αναζητηθούν οι τρόποι που θα επιτρέψουν στα κόμματα της δημοκρατικής αντιπολίτευσης να συντονίσουν τον βηματισμό τους σε πρώτη φάση στη Βουλή και αργότερα, αν φυσικά οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο. Και στον ΣΥΡΙΖΑ και στο ΠΑΣΟΚ και στη Νέα Αριστερά υπάρχουν στελέχη που πιστεύουν (κάποια το λένε και δημοσίως) ότι μόνο αν καταφέρουν τα προοδευτικά κόμματα να συνεννοηθούν θα απειληθεί η πρωτοκαθεδρία της συντηρητικής παράταξης.
Με την άποψη αυτή συμφωνούν οι ηγεσίες του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Αριστεράς. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει δεσμευτεί ότι στην περίπτωση που το κόμμα του τερματίσει δεύτερο στις ευρωεκλογές θα πάρει πρωτοβουλίες ώστε να ξεκινήσει ένας διάλογος. Λέει όχι στις συγχωνεύσεις κομμάτων, λέει όχι στις συμφωνίες κορυφής και προκρίνει επαφές από τα κάτω που θα κινητοποιήσουν τους από πάνω. Αυτό βεβαίως δεν είναι δογματικός κανόνας και δεν αποκλείεται ό,τι απορρίπτει σήμερα ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, αύριο λόγω της συγκυρίας να το υιοθετήσει. Και η ηγεσία της Νέας Αριστεράς τάσσεται υπέρ της επικοινωνίας, έκανε και κάποιες προτάσεις στο πρόσφατο παρελθόν παρά την κριτική που ασκεί στο ΠΑΣΟΚ και στον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ.
Το ερώτημα είναι τι θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αν κρίνουμε από τις δημόσιες τοποθετήσεις του Στέφανου Κασσελάκη και στελεχών του κόμματος, φαίνεται πως δεν υπάρχει κοινή γραμμή. Ο κ. Κασσελάκης υποστηρίζει ότι μπορεί το κόμμα του να πάρει την πρωτιά στις ευρωκάλπες, οπότε θα ανοίξει ο δρόμος για την ανατροπή της κυβέρνησης, και κρατάει ανοιχτά τα μέτωπα τόσο εναντίον του κ. Ανδρουλάκη (τον αποκαλεί συστημικό και εκβιαζόμενο), όσο και εναντίον της Νέας Αριστεράς (μιλάει για αποστάτες, για κλέφτες των εδρών του ΣΥΡΙΖΑ, για δεκανίκια του συστήματος Μητσοτάκη).
Παράγοντες του ΣΥΡΙΖΑ πάντως δεν συμφωνούν με αυτήν την προσέγγιση, αποφεύγουν τους υψηλούς τόνους κατά του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Αριστεράς, με το σκεπτικό ότι η πόλωση δεν εξυπηρετεί κανένα από τα τρία κόμματα παρά μόνο τη Δεξιά και ότι αυτό που προέχει σήμερα είναι να υπάρξει σοβαρή και ρεαλιστική εναλλακτική κυβερνητική λύση. Μόνο μια τέτοια εξέλιξη λένε θα δώσει απάντηση στο βασικό επιχείρημα της Ν.Δ. ότι αυτή εγγυάται την πολιτική σταθερότητα και θα κινητοποιήσει πλατιά στρώματα της κοινωνίας που βουλιάζουν στην ανασφάλεια, στην απογοήτευση και φλερτάρουν με την αποχή, τον μηδενισμό και τον ακροδεξιό λαϊκισμό.
Βεβαίως δεν είναι εύκολο να προβλέψεις τις κινήσεις του κ. Κασσελάκη στο συγκεκριμένο ζήτημα. Ούτε οι πιο στενοί συνεργάτες του είναι σε θέση να το κάνουν. Αιφνιδιάζονται συνεχώς. Πριν από λίγες εβδομάδες ο κ. Κασσελάκης με το άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» (24/3/2024) είχε πει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα σταθεί ποτέ εξαίρεση στην προσπάθεια συνεννόησης των δημοκρατικών δυνάμεων του τόπου». Το πιστεύει δεν το πιστεύει, θα το υπηρετήσει δεν θα το υπηρετήσει, με ποια λογική και υπό ποιες προϋποθέσεις, ένας Θεός το ξέρει.