Οι νέες αποκαλύψεις προκαλούν σοβαρά ερωτήματα για τους χειρισμούς της κυβέρνησης στο έγκλημα στα Τέμπη, όμως από το Μαξίμου αρνούνται κάθε προσπάθεια συγκάλυψης.
Σε αυτή την κατέυθυνση, μιλώντας το πρωί στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης ισχυρίστηκε ότι όχι μόνο δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια συγκάλυψης, αλλά αντίθετα έχει γίνει μια πρωτοφανής προσπάθεια να αποκαλυφθούν όλες οι πτυχές της υπόθεσης.
Όπω τόνισε, πέρα από τη δικαστική διερεύνηση η κυβέρνηση ζήτησε και τη διοικητική διερεύνηση με επιτροπή εμπειρογνωμόνων που εξέδωσε ταχύτατα ένα πόρισμα το οποίο μάλιστα επικαλείται η αντιπολίτευση.
Ο κ. Γεραπετρίτης, μετά την παραίτηση Καραμανλή είχε αναλάβει το χαρτοφυλάκιο για θέματα υποδομών και μεταφορών, ανέφερε ότι με δική του πρωτοβουλία κινητοποιήθηκε και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Σιδηροδρόμων που πραγματοποίησε έρευνα για το δυστύχημα και αναμένεται το πόρισμά του.
Επιπλέον τόνισε ότι στη Βουλή δεν έχει έρθει δικογραφία για το δυστύχημα στα Τέμπη, έχει έρθει μόνο η δικογραφία που αφορά τη λεγόμενη σύμβαση 717 για οικονομικά ζητήματα.
Επισήμανε ότι όταν πάει η δικογραφία στη Βουλή θα αξιολογηθεί αν συντρέχει ποινικό ζήτημα ή όχι.
Απαντώντας σε ερώτηση αν θα συμβούλευε τον Κώστα Καραμανλή να παρουσιαστεί αυτοβούλως στη δικαιοσύνη, ο υπουργός ξεκαθάρισε πως αν υπάρξουν στη δικογραφία στοιχεία που δείχνουν ότι ο υπουργός δεν επιτέλεσε το καθήκον του τότε να αχθεί στη δικαιοσύνη. Αν δεν προκύψουν στοιχεία δεν πρέπει να αχθεί, όπως ακριβώς δηλαδή συμβαίνει και με τον κάθε πολίτη.
Ο Γιώργος Γεραπετρίτης τόνισε ότι οι ευθύνες θα αποδοθούν όπου κι αν υπάρχουν, όταν φθάσει η δικογραφία στη Βουλή θα αξιολογηθεί με τον προσήκοντα τρόπο, δε θα αξιολογηθεί όμως για να υπάρξουν ένοχοι.
«Οι ένοχοι πρέπει να προκύπτουν βάσει στοιχείων και όχι βάσει αισθητηρίων. Ο κάθε πολίτης πρέπει να κρίνεται μέσα από τα στοιχεία και όχι από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα», ανέφερε.
Όσον αφορά στην Ευρωπαία εισαγγελέα, σημείωσε ότι κινητοποιήθηκε να διερευνήσει αυτό που της αναλογεί που αφορά την έρευνα για διασπάθιση κοινοτικού χρήματος και μόνο.
Όπως είπε ο υπουργός, τα υπόλοιπα θα τα ερευνήσει η ελληνική δικαιοσύνη. Εξήγησε ότι η ευρωπαία εισαγγελέας, «καθ’ υπέρβαση του ρολού της ζήτησε με προσβλητικό για την ελληνική πολιτεία τρόπο να αλλάξουμε το σύνταγμα ώστε να αχθεί ενώπιων της δικαιοσύνης πολιτικό πρόσωπο».
Επιπλέον τόνισε πως η Ελλάδα όπως και η συντριπτική πλειοψηφία των δυτικών χωρών έχει μια συγκεκριμένη διαδικασία η οποία περνά πρώτα από τη βουλή.
Αναφερόμενος στην πρόταση δυσπιστίας τόνισε ότι γίνεται μια επιχείρηση να αποδειχθεί ότι το δυστύχημα δεν οφειλόταν σε ανθρώπινο λάθος αλλά σε συστημικές αδυναμίες. «Όλα τα συστήματα όμως απαιτούν και ανθρώπινο χέρι για να λειτουργήσουν», είπε.
Αν υπήρχαν περισσότερες δικλείδες ασφάλειας θα ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα, σημείωσε.
Παράλληλα, είπε ότι κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με 100% ασφάλεια αν θα είχε αποτραπεί το δυστύχημα εάν είχε ολοκληρωθεί η σύμβαση 717 που αφορά στη σηματοδότηση και την τηλεδιοίκηση του σιδηροδρομικού δικτύου.