Πολιτικοί, αναλυτές αλλά και επιζώντες του Ολοκαυτώματος κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την άνοδο του ακροδεξιού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD). Ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάινμαϊερ καλεί τους πολίτες σε «επαγρύπνηση» ενώ επανέρχεται η συζήτηση για ενδεχόμενη απαγόρευση του κόμματος.
Με βάση το ισχύον δίκαιο την απαγόρευση αυτή μπορεί να επιβάλει μόνο το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο μετά από αίτημα που καταθέτει είτε η κυβέρνηση είτε η Βουλή είτε το «Ομοσπονδιακό Συμβούλιο» (Άνω Βουλή). Θα έχει όμως σοβαρές πιθανότητες επιτυχίες μία τέτοια διαδικασία; Οι απόψεις διίστανται. Παλαιότερη προσπάθεια για την απαγόρευση του νεοναζιστικού κόμματος NPD είχε πέσει στο κενό.
Οι απαγορεύσεις απαιτούν περίσκεψη
Σε συνέντευξή του στο περιοδικό Stern την περασμένη Τετάρτη ο «Πράσινος» υπουργός Οικονομίας και αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ δηλώνει ότι «εφόσον αποδεικνύεται ότι ένα πολιτικό κόμμα επιχειρεί να επιβάλει ‘φασιστικό κράτος’, το κόμμα αυτό θα πρέπει να απαγορευθεί όσο ισχυρό και εάν είναι». Ο επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) Ρολφ Μίτσενιχ επισημαίνει ότι το θέμα παραμένει επίκαιρο καθώς «υπάρχουν βουλευτές μας που θέλουν να ενημερωθούν για τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις που ισχύουν για την απαγόρευση ενός πολιτικού κόμματος».
Από την πλευρά της, η Γκερτνρούντε Λύμπε Βολφ πρώην μέλος του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου, προειδοποιεί ότι η διαδικασία δεν είναι απλή και ότι χρειάζεται κάτι παραπάνω από «δηλώσεις ή πράξεις μεμονωμένων προσώπων όσο οδυνηρές και αν είναι αυτές», προκειμένου να επιβληθεί η απαγόρευση. Αλλά και ο επικεφαλής της χριστιανοδημοκρατικής αντιπολίτευσης (CDU) Φρίντριχ Μερτς εμφανίζεται επιφυλακτικός και επιπλέον αμφιβάλλει για την πολιτική σκοπιμότητα του εγχειρήματος. «Δεν θεωρώ ενδεδειγμένη λύση την απαγόρευση, πρόκειται για το έσχατο μέσο», λέει ο ίδιος. «Αυτό δεν σημαίνει ότι το αποκλείουμε, αλλά στη σημερινή συγκυρία δεν βλέπω τι κερδίζουμε με το να ενισχύσουμε το αφήγημα του ‘θύματος’ που προβάλλει η AfD και μάλιστα με μία διαδικασία που διαρκεί πολλά χρόνια και θα αποτελεί αιτία για μία συνεχή πολιτική αντιπαράθεση».
Σπάει το «ταμπού» του ναζισμού;
Μετά από πολλά χρόνια στην αντιπολίτευση, η AfD θα επιδιώξει φέτος να αναλάβει κυβερνητική ευθύνη τουλάχιστον σε επίπεδο κρατιδίων. Πρώτη δοκιμασία αποτελούν οι ευρωεκλογές του Ιουνίου ενώ το φθινόπωρο ακολουθούν τοπικές εκλογές σε τρία ανατολικογερμανικά κρατίδια όπου το εθνολαϊκιστικό κόμμα είναι ιδιαίτερο ισχυρό. Στο κρατίδιο της Θουριγγίας μάλιστα, οι δημοσκοπήσεις το αναδεικνύουν σε πρώτη πολιτική δύναμη. Ο Μπιορν Χέκε, επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος στο κοινοβούλιο της Θουριγγίας, διεκδικεί με αξιώσεις τον πρωθυπουργικό θώκο.
Πρόκειται για ένα από τα πιο ακραία στελέχη της AfD. Παλαιότερα ο Χέκε είχε συμμετάσχει σε πορεία νεοναζί, ενώ ακόμη και το ίδιο του το κόμμα τον κατηγορούσε ότι στο παρελθόν δημοσίευε με ψευδώνυμο κείμενα που εξυμνούν τον «εθνικοσοσιαλισμό». Γι αυτό άλλωστε το 2017, το προεδρείο της AfD είχε ζητήσει τη διαγραφή του Χέκε. Όμως ο ίδιος πέρασε στην αντεπίθεση και αντί να διαγραφεί, έχει μετακινήσει ολόκληρο το κόμμα προς τις δικές του θέσεις απομονώνοντας τις πιο μετριοπαθείς φωνές.
Στη μεταπολεμική Γερμανία οποιαδήποτε στήριξη ή ακόμη και συμβολική προσέγγιση στον εθνικοσοσιαλισμό αποτελεί «ταμπού». Κι όμως, αυτή ακριβώς την προσέγγιση επιδιώκουν πολλά στελέχη της AfD. O ίδιος ο Χέκε μπορεί να αποκαλείται πλέον «φασίστας» και μάλιστα με δικαστική απόφαση. Όπως έκρινε προ ετών το Πρωτοδικείο του Μάινινγκεν, ο χαρακτηρισμός αυτός δεν προσβάλλει το «δικαίωμα επί της προσωπικότητας» του Χέκε, αλλά αποτελεί «αξιολογική κρίση βασισμένη σε γεγονότα, τα οποία χρήζουν επαλήθευσης».
Μία εκλογική νίκη του Χέκε θα αποτελούσε ιστορική τομή. Με δεδομένο ότι στη Γερμανία τα ομόσπονδα κρατίδια διαθέτουν ευρείες αρμοδιότητες, ο Χέκε θα μπορούσε να ορίσει τις κατευθυντήριες γραμμές για τη μεταναστευτική πολιτική, την παιδεία και τα μέσα ενημέρωσης στο συγκεκριμένο κρατίδιο. Τον Νοέμβριο του 2023, ο ίδιος υποσχόταν σε συγκέντρωση οπαδών του ότι αν εκλεγεί «θα τερματίσει τις διώξεις που υφίσταται η Δεξιά» και θα καταγγείλει τις ισχύουσες συμβάσεις για τη λειτουργία της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, την οποία εδώ και πολλά χρόνια η AfD απειλεί «να καταργήσει ή να αναμορφώσει». Ακολουθώντας το παράδειγμα του Ντόναλντ Τραμπ, κορυφαία στελέχη του κόμματος προτιμούν να αναλύσουν τις θέσεις τους σε «εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης» ή στα social media.
Η γερμανική διαδικτυακή πύλη Verfassungsblog που εστιάζει σε θέματα συνταγματικού και διεθνούς δικαίου, προειδοποιεί ότι μία νίκη της AfD στη Θουριγγία θα είχε οδυνηρές επιπτώσεις για τη λειτουργία της Δημοκρατίας. Όπως αναφέρει το σχετικό σχόλιο «η AfD δεν συμμερίζεται τον κοινό στόχο για ένα κοινοβούλιο που ανταποκρίνεται στην αποστολή του. Η ίδια ζει από το αφήγημα ότι η Δημοκρατία δεν λειτουργεί και οι σημερινές ελίτ πρέπει να αντικατασταθούν. Ταυτίζεται με τον λαό και δεν αναγνωρίζει τις θεσμικές διαδικασίες του κοινοβουλευτισμού».