Η απόφαση για την επίσπευση του νομοσχεδίου φαίνεται να οφείλεται στην ανησυχία ότι η διαρκής παρουσία του θέματος στην επικαιρότητα θα έπληττε αρνητικά την εικόνα της κυβέρνησης της Ν.Δ. και του Κυριάκου Μητσοτάκη περισσότερο από ό,τι ήδη αναμενόταν.
Το ερώτημα αν ο Μητσοτάκης θα πρέπει να προχωρήσει με το νομοσχέδιο δεν ήταν προς συζήτηση, καθώς αποτελούσε προσωπική του εξαγγελία και δέσμευση. Η αναβολή θα τον έκανε να φαίνεται ανακόλουθος στα μάτια ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας, ενώ παράλληλα θα εμφάνιζε την κυβέρνησή του ως όμηρο εσωκομματικών τάσεων που θα μπορούσαν να επιβάλλουν τη θέλησή τους στον πρωθυπουργό.
Από την άλλη πλευρά, πολλοί στο περιβάλλον του πρωθυπουργού πιστεύουν ότι οι αντιρρήσεις θα είναι λιγότερες από όσες εκτιμούν τα ΜΜΕ και οι αναλυτές. Επιπλέον, προβλέπουν ότι τυχόν κενά στην υποστήριξη θα καλυφθούν από ψήφους των κομμάτων της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς, τα οποία δεν θέλουν να συνδεθούν με τους ακροδεξιούς και λαϊκοδεξιούς αντιρρησίες ή να απωλέσουν την υποστήριξη ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας.
Αν οι εκτιμήσεις αυτές είναι σωστές ή αν θα προκύψει ένα… μπάχαλο στη ΝΔ, με ενδεχόμενες παραιτήσεις, απομένει να φανεί.