Κάποτε οι θαλασσινές περιπέτειες με σκάφος είχαν ξύλινη βάρκα με κουπί, τώρα έχουν φουσκωτό με εξωλέμβιο.
Κάποτε τα πολύ μικρά παιδιά κολυμπούσαν με το βρακάκι τους, τώρα με μαγιό –μπορεί και επώνυμα.
Κάποτε οι μικροί που δεν ήξεραν μπάνιο είχαν για σωσίβιο παλιά σαμπρέλα αυτοκινήτου, τώρα έχουν μπρατσάκια και άλλα ήδη πλεύσης.
Κάποτε απλώναμε στην αμμουδιά ψάθα ή και σκέτη πετσέτα για να ξαπλώσουμε, τώρα θέλουμε ξαπλώστρα, ομπρέλα και δίπλα μας σκαμνιάκια με ειδικές εσοχές για να βάζουμε το ποτήρι του καφέ.
Κάποτε φέρναμε στην παραλία κολατσιό από το σπίτι, τώρα μας σερβίρουν σε πλωτή εξέδρα αμφίβιοι σερβιτόροι.
Δεν είμαστε αυτό που ήμασταν, φυσικό αυτό. Η ζωή μας έχει αλλάξει. Παντού. Έχει αλλάξει και η διασκέδαση στη θάλασσα. Στην παραλία δεν μας αρκεί η ψάθα ούτε η σχεδόν ατομική ομπρέλα καρφωμένη στην άμμο και δεμένη σε πέτρες για να μην την παίρνει ο αέρας. Αναζητήσαμε λίγα παραπάνω και μας έδωσαν πολλά. Αφθονία θαλάσσιων εξυπηρετήσεων, με το αζημίωτο βέβαια.
Στην άμμο φύτρωσαν δάση από ομπρέλες και στρώθηκαν εκατοντάδες τετραγωνικά με ξαπλώστρες. Πολλοί από εμάς δεν μπορούν χωρίς αυτές. Οι ξαπλώστρες έγιναν προέκταση του σώματός μας, ο καλοκαιρινός υπαίθριος καναπές μας. Από τον οποίο αν δεν σηκωθούμε δεν θα ομαλοποιηθεί ποτέ η κατάσταση στις παραλίες –και ας τρέχουν όσο θέλουν οι κινηματίες της άλλης πλευράς.
Οι ξαπλώστρες θα νικηθούν μόνο όταν σταματήσουμε να τις χρησιμοποιούμε και να τις ακριβοπληρώνουμε. Τότε που το κίνημα της ξάπλας και της ξαπλώστρας θα πάψει να είναι πιο δυνατό από το κίνημα της πετσέτας. Προς το παρόν η ξάπλα φαίνεται αήττητη.