Του Απόστολου Διαμαντή*
Άρχισαν οι παρουσιάσεις των υποψηφίων προέδρων του ΣΥΡΙΖΑ από το Ωδειο Αθηνών! Η κάπως παράδοξη αυτή επιλογή της κας Αχτσιόγλου συνδυάστηκε ωστόσο από ένα σύντομο, αλλά χαρακτηριστικό για το προφίλ της λόγο, ο οποίος αποκάλυψε μέσες-άκρες και το ιδεολογικό της στίγμα, αλλά και τα σχέδιά της για τον δικό της ΣΥΡΙΖΑ.
Η υποψήφια πρόεδρος, αφού χρησιμοποίησε όλα τα γνωστά λεκτικά της ανανεωτικής αριστεράς της δεκαετίας του 70 («μια νέα αντίληψη», «ένα νέο σχέδιο», «μια νέα ταυτότητα» κλπ), τα οποία κατά κόρον χρησιμοποιούσε το ΚΚΕ εσωτ. χωρίς όμως επιτυχία, εισήλθε και στον χώρο της πολιτικής πρακτικής, αλλά και στον χώρο της πολιτικής ιδεολογίας.
Σύμφωνα με την Έφη Αχτσιόγλου ο νέος ΣΥΡΙΖΑ θα έχει ως ιδεολογικό του στίγμα την κοινωνική δικαιοσύνη και το δίκαιο των πολλών και θα επιδιώξει μια νέα συλλογική ταυτότητα. Ωστόσο, οι γενικόλογες αυτές αναφορές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ιδεολογική βάση ενός κόμματος. Πρώτον διότι «κοινωνική δικαιοσύνη» δεν υπάρχει, υπάρχει απλώς δικαιοσύνη. Που δεν μπορεί να νοηθεί ως κοινωνική ή αντικοινωνική. Πρόκειται δηλαδή για έκφραση κενή περιεχομένου. Και η ΝΔ εξάλλου επικαλείται τη δικαιοσύνη, όπως και το ΚΚΕ και το ΠΑΣΟΚ και όλα γενικώς τα κόμματα. Το ζήτημα είναι ποιο περιεχόμενο δίνουμε στον όρο. Δικαιοσύνη εννοούμε τα ανθρώπινα δικαιώματα; Τα δικαιώματα των εργαζομένων; Τα δικαιώματα των μειονοτήτων; Όλα αυτά μαζί; Κάποια απ΄αυτά; Ο πολιτικός λόγος οφείλει να είναι απολύτως σαφής.
Δεύτερον, το δίκαιο των πολλών δεν μπορεί να είναι το σύνθημα ενός κόμματος. Διότι προκαλεί απορία τι εννοούμε με τη λέξη «πολλοί». Και οι λίγοι τι θα απογίνουν; Αλλά εάν δεν προσδιορίζουμε ακριβώς ποιες κοινωνικές τάξεις σκοπεύουμε να ικανοποιήσουμε τότε μιλάμε αόριστα, πράγμα μη αποδεκτό για υποψήφιο αρχηγό.
Τρίτον, η φράση «νέα συλλογική ταυτότητα» είναι παντελώς ανεξήγητη. Είναι δυνατόν ένα κόμμα να επιδιώκει αλλαγή της συλλογικής ταυτότητας ενός λαού; Αυτό δεν γίνεται αποδεκτό. Διότι οι λαοί, όλοι οι λαοί ανεξαιρέτως, έχουν φυσικά την ιδιαίτερη ταυτότητά τους , την οποία έχουν αποκτήσει στη μακρά ιστορική διάρκεια, δηλαδή έχουν γλώσσα, θρησκεία, εθνική συνείδηση, ιστορική παράδοση και δεν είναι καθόλου διατεθειμένοι να επιτρέψουν σε πολιτικούς ή κόμματα να τους την αλλάξουν. Στόχος ενός πολιτικού αρχηγού δεν είναι να μας αλλάξει την ταυτότητα, αλλά με δεδομένη την ταυτότητά μας να βελτιώσει τη ζωή μας και ταυτόχρονα να υπερασπίσει και την ταυτότητα και την κυριαρχία του λαού τον οποίο σκοπεύει να εκπροσωπήσει. Μπορεί δηλαδή κάποιος πολιτικός να βγει στην Αγγλία ή στη Γαλλία ή στις ΉΠΑ και να πει πρέπει να αλλάξουμε τη συλλογική μας ταυτότητα; Όχι.
Εν συνεχεία η κα Αχτσιόγλου πέρασε και στο πολιτικό διά ταύτα: τόνισε πως θα ασκήσει «δημιουργική αντιπολίτευση» στην κυβέρνηση της ΝΔ. Δημιουργική αντιπολίτευση σημαίνει δημιουργική κριτική. Αυτούς τους όρους τους χρησιμοποιούμε όταν έχουμε συνάφεια, συμφωνία δηλαδή στα βασικά, στη γενική κατεύθυνση, αλλά έχουμε κάποιες μικροδιαφορές στα επιμέρους και έτσι δεν ασκούμε συνολική κριτική, αλλά δημιουργική κριτική, στα επιμέρους σημεία που έχουμε άλλη άποψη.
Προφανώς η κα Αχτσιόγλου θέλει έναν ΣΥΡΙΖΑ συμπληρωματικό της ΝΔ, ο οποίος θα συμφωνεί απολύτως στις βασικές κατευθύνσεις με την κυβέρνηση –εθνικά θέματα, ευρωπαϊκή πολιτική, βασικές οικονομικές κατευθύνσεις- και θα διαφωνεί στα επιμέρους: στο σύμφωνο συμβίωσης, στα δικαιώματα των γυναικών στον τρόπο φορολόγησης, στο ζήτημα της ιδιωτικής εκπαίδευσης κλπ. Θα πρόκειται δηλαδή για μια αντιπολίτευση διαχειριστικού τύπου.
Ωστόσο, η θέση αυτή παρακάμπτει το γεγονός πως η πλειοψηφία των μελών του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν καμία διάθεση να αντιμετωπίσουν την κυβέρνηση ως σύμμαχο, δεν θεωρούν πως ο Κ. Μητσοτάκης κάνει μερικά λάθη και δεν είναι αρκετά προοδευτικός και πως θα πρέπει να τον συμβουλέψουμε να βελτιωθεί. Τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ και γενικώς η πλειοψηφία του λαού- μέσα στον λόγο της Έφης Αχτσιόγλου δεν ακούστηκε ούτε μία φορά η λέξη «λαός»-είναι συνολικά αντίθετη με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η οποία, ας το θυμηθούμε, είναι κυβέρνηση μειοψηφίας. Του 40%. Σε κανένα κράτος δεν συμβαίνει αυτό. Παντού οι κυβερνήσεις είναι πλειοψηφικές. Εδώ έχουμε το ιδιαίτερο προνόμιο να δίνουμε μπόνους στον πρώτο και από μειοψηφία να τον κάνουμε πλειοψηφία.
Επομένως, η κα Αχτσιόγλου, αντί να μιλάει για δημιουργική αντιπολίτευση θα έπρεπε σε αδρές γραμμές να πει συγκεκριμένα πράγματα: συμφωνεί ή διαφωνεί με τον ελληνοτουρκικό διάλογο πέραν της υφαλοκρηπίδας; Συμφωνεί με την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών; Συμφωνεί με την συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο της Ουκρανίας; Συμφωνεί με τα ιδιωτικά ΑΕΙ; Με τις ιδιωτικοποιήσεις οργανισμών κοινής ωφέλειας; Αντ΄ αυτού μίλησε απλώς για δημιουργική αντιπολίτευση. Πολύ ανησυχητικό.
Τέλος, η κα Αχτσιόγλου, φαίνεται πως υποστηρίζεται εκτός από το σύνολο των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ και από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ όπως οι κ. Δραγασάκης, Χαρίτσης, Κατρούγκαλος, Τσακαλώτος (μετά τη δική του υποψηφιότητα), δηλαδή από το σύνολο του αποτυχημένου οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο εκτελώντας τις εντολές της τρόϊκα ουσιαστικά παρέδωσε τη δημόσια περιουσία και φορολόγησε άγρια τους πάντες. Αυτή ακριβώς η πλευρά της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι και η αιτία της μεγάλης εκλογικής πτώσης σήμερα, από το 36 στο 18%. Υποστηρίζεται επίσης από στελέχη όπως οι Μπίστης, Ραγκούσης, Σκουρλέτης, Φίλης κα, τα οποία με την έμπνευση της «προοδευτικής διακυβέρνησης» οδήγησαν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εκλογική συντριβή.
Εν κατακλείδι, η Έφη Αχτσιόγλου έθεσε ως προτεραιότητά της, τη δημιουργική αντιπολίτευση στον Μητσοτάκη και την αλλαγή της συλλογικής μας ταυτότητας. Αυτοί οι στόχοι φαίνεται να μην είναι και τόσο ελκυστικοί για τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τους ψηφοφόρους του κόμματος, οι οποίοι μάλλον επιθυμούν μια συνολική αντιπολίτευση δομικού τύπου και έναν ΣΥΡΙΖΑ που θα διεκδικήσει εκ νέου την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
*Ο Απόστολος Διαμαντής είναι εκπαιδευτικός, οικονομολόγος και ιστορικός