Του Μιχάλη Ψύλου
Τριακόσια σαράντα χρόνια και μία ημέρα πριν, στις 15 Ιουλίου 1683, ένας μοναχικός Οθωμανός αξιωματικός πλησίασε τα τείχη της Βιέννης ζητώντας την παράδοση της πόλης. Μετέφερε ένα φιρμάνι του Σουλτάνου Μεχμέτ του Δ΄ έστειλε, που παραδόθηκε σε έναν Κροάτη στρατιώτη: «Αποδεχτείτε το Ισλάμ και ζήστε ειρηνικά υπό τον Σουλτάνο! Παραδώστε τη Βιέννη και ζήστε ειρηνικά υπό τον Σουλτάνο ως χριστιανοί.
Αν κάποιοι από εσάς το προτιμούν ας φύγουν με την ησυχία τους, παίρνοντας μαζί τους τα υπάρχοντά τους! Αλλά αν αντισταθείτε, τότε η μοίρα όλων σας θα είναι ο θάνατος, η ερήμωση και η δουλεία», έγραφε το φιρμάνι.
Αυτή η απειλή δεν ήταν κενή. Πίσω από τον ανώνυμο Οθωμανό αξιωματικό βρισκόταν ένας τεράστιος στρατός 150.000 ανδρών. Πολλοί περισσότεροι από το 1529 όταν οι Οθωμανοί , υπό τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή είχαν επιχειρήσει –χωρίς επιτυχία- να καταλάβουν την Βιέννη.
Τώρα όμως τα πράγματα ήταν πολύ πιο δύσκολα: Η αυτοκρατορική φρουρά της Βιέννης αριθμούσε μόλις 12.000 άντρες και άλλοι 37.000 στρατιώτες είχαν οχυρωθεί έξω από τα τείχη. Οι πιθανότητες νίκης επί των Οθωμανών ήταν ελάχιστες. Κάθε αντίσταση φαινόταν μάταιη.
Ο στρατιωτικός διοικητής της Βιέννης , κόμης Ερνστ Ρούντιγκερ Γκραφ φον Στάρεμπεργκ απέρριψε όμως το Οθωμανικό φιρμάνι. Αρνήθηκε να παραδώσει την πόλη, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει ίσως η πιο σημαντική και αποφασιστική πολιορκία στη σύγχρονη ιστορία της Δυτικής Ευρώπης.
Για την ιστορία, οι σύμμαχοι Γερμανοί, Πολωνοί και Αυστριακοί ήταν αυτοί που επικράτησαν, ενώ οι Οθωμανοί άφησαν στο πεδίο της μάχης περίπου 15.000 νεκρούς και τραυματίες, καθώς και 5.000 αιχμαλώτους.
Με τη νίκη αυτή ανακόπηκε οριστικά η πορεία των Οθωμανών προς τα Δυτικά, η κεντρική Ευρώπη σώθηκε από την ολοκληρωτική υποταγή στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και άρχισε η αργή αλλά σταθερή παρακμή της .
Σχεδόν 340 χρόνια μετά, ένας άλλος «Σουλτάνος» προσπάθησε με εκβιασμούς και απειλές αυτή τη φορά, να κυριαρχήσει στην Ευρώπη. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συμφώνησε να επικυρώσει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Η Δύση δεν αντιτάχθηκε όπως στην πολιορκία της Βιέννης.
Υπέκυψε και αναγόρευσε μάλιστα τον «Σουλτάνο» ως βασικό πρωταγωνιστή στις διεθνείς εξελίξεις. Και του έδωσαν υποσχέσεις και πολλά ανταλλάγματα: Δεκάδες νέα αεροσκάφη F-16 και τον πολεμικό εκσυγχρονισμό άλλων 80, προκειμένου να άρει τις αντιρρήσεις του. Και να τα χρησιμοποιήσει πού άραγε; Μα, εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου, όσο και αν ο Ερντογάν έσπευσε να το αρνηθεί. Αλλωστε ,οι 11.000 παραβιάσεις του ελληνικού ενάεριου χώρου και οι 254 υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά το 2022, δεν έγιναν από τουρκικά F-16 ,αλλά από …αγριόπαπιες.
Για να σοβαρευτούμε όμως. Οι γεωπολιτικοί και στρατηγικοί στόχοι του ΝΑΤΟ μπορεί να είναι κατανοητοί, αλλά η Δύση δεν πρόκειται ποτέ να εξασφαλίσει την ενσωμάτωση της Τουρκίας του Ερντογάν.
Στην Ουάσιγκτον, υπάρχει η αντίληψη ότι η Τουρκία-λόγω της γεωγραφίας, της γεωπολιτικής θέσης, του μεγέθους του πληθυσμού της και της στρατιωτικής της δύναμης- είναι πολύ σημαντική για το ΝΑΤΟ , ώστε να υπάρξει μια ανοιχτή ρήξη. Η Αμερική και η Δύση ενδεχομένως θα ήθελε περισσότερο ,το τέλος της εποχής Ερντογάν. Θα επιθυμούσε την αναγέννηση ενός Κεμαλικού κράτους στην πολιτική σκηνή, ώστε να ακολουθεί υπάκουα τις κατευθυντήριες γραμμές από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μέχρι στιγμής αυτό δεν έχει συμβεί. Ούτε θα συμβεί όσο ο Ερντογάν είναι στο τιμόνι της Τουρκίας. Ο Τούρκος πρόεδρος γνωρίζει τη δύναμή του και τα ανατολίτικα παζάρια. Δεν διστάζει να εξοργίζει τη Ρωσία, αλλά χωρίς να θέτει σε σοβαρό κίνδυνο τις σχέσεις με τη Μόσχα. Και τραβάει από το μανίκι τις χώρες του ΝΑΤΟ που υποτίθεται ότι υπερασπίζονται τις δυτικές αξίες.
Το ΝΑΤΟ έχει επιλέξει δυστυχώς να αφήσει τον Ερντογάν να κάνει τα δικά του. Και αυτό δεν θα το πληρώσουν οι υπόλοιπες 30 χώρες μέλη, αλλά ίσως μόνο η Ελλάδα…