Σχεδόν δύο εβδομάδες μετά την τραγωδία στα Τέμπη, το πολιτικό και κοινωνικό τοπίο αλλάζει εκ βάθρων και για πρώτη φορά το εκλογικό σώμα μοιάζει κυριολεκτικά με κινούμενη άμμο. Αν και υπό το κράτος της απόγνωσης ο Κ. Μητσοτάκης υιοθέτησε τις εν χορώ εισηγήσεις όλων των συνεργατών του για μετάθεση της ημερομηνίας των εκλογών, ακόμη και τώρα στο Μέγαρο Μαξίμου δεν μπορούν να είναι σίγουροι εάν αυτή η επιλογή θα αποδειχθεί και η πιο ορθή.
Θα ήταν, βέβαια, υποκριτικό να περιμένει κανείς ότι δεν θα γίνονταν -και με ορατή την προεκλογική ευθεία- δημοσκοπήσεις. Όμως η σπουδή για δημοσιοποίησή τους, εν μέσω μάλιστα γενικότερου περιβάλλοντος αναξιοπιστίας τους, επανειλημμένων διαψεύσεων και πολλών σκιών για σχέσεις εξάρτησης με την κυβερνητική εξουσία -και την ώρα που η κοινωνία βράζει ενώ οι οικογένειες των θυμάτων κάνουν ακόμη τις κηδείες των συγγενών τους-, συνιστά ένα δεύτερο ανοσιούργημα. Στο πλαίσιο της χειραγώγησης και σε συνδυασμό με τα άλλα προπαγανδιστικά εργαλεία, η κυβέρνηση επιδιώκει να συντηρήσει την ψευδαίσθηση ότι διατηρεί τον έλεγχο των εξελίξεων και την πρωτοβουλία των πολιτικών κινήσεων.
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι τραγικά διαφορετική. Μπορεί η αντιπολίτευση να βολοδέρνει στις δικές της αδυναμίες, αδιέξοδα και ευθύνες, ακόμη και στον τομέα των σιδηροδρόμων, αλλά ειδικά τις τελευταίες δέκα μέρες οι τεκτονικές διεργασίες συντελούνται, όπως φαίνεται, κυρίως στα έγκατα της ίδιας της κυβερνητικής παράταξης. Μπορεί, επίσης, ο εντυπωσιασμός να επικεντρώνεται στα ποσοστά των δημοσκοπήσεων, όμως το ουσιαστικό ενδιαφέρον των ερευνητών έχει αρχίσει να μετατοπίζεται πια στους απόλυτους αριθμούς.
Δύο είναι, σύμφωνα με πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας» (Αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Ανδρέα Καψαμπέλη), τα ευρήματα που πίσω από την εικονική πραγματικότητα της κυβερνητικής ηγεσίας δημιουργούν συνθήκες τρόμου για την από εδώ και πέρα πορεία της Ν.Δ. Καταρχάς, η τραγωδία των Τεμπών και ο τρόπος που τη διαχειρίζεται η κυβέρνηση, πέραν όλων των άλλων που έχουν προηγηθεί (υποκλοπές, σκάνδαλα κ.λπ.), λειτούργησαν ως άλλος ένας καταλύτης για να υπάρξει ισχυρό φρένο στην προσπάθεια του Κ. Μητσοτάκη να αλώσει τον κεντρώο χώρο. Αντιθέτως, φαίνεται ότι μετεωριζόμενοι «κεντρώοι» ψηφοφόροι απομακρύνονται οριστικά από τη Ν.Δ., ενώ την εγκαταλείπει και ένα σημαντικό, αναλογικά, τμήμα τους που είχε στεγαστεί τα τελευταία χρόνια σε αυτήν.
Το πραγματικό βατερλό συντελείται πάντως στην παραδοσιακή βάση της Ν.Δ., η οποία σταθερά, έως τώρα, αποτελούσε τον μεγάλο εκλογικό πυρήνα της, επιτρέποντάς της, ανάλογα και με τις κατά καιρούς μετακινήσεις και μετατοπίσεις μικρότερων εκλογικών πληθυσμών, να παραμένει το πιο ισχυρό και πιο συμπαγές κόμμα εξουσίας στη χώρα μας, παρ’ όλες τις κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών. Η διάρρηξη αυτής της υπόγειας εκλογικής μάζας είχε αρχίσει να ανιχνεύεται κατά τις πληροφορίες από το προηγούμενο διάστημα, αλλά τώρα επιταχύνεται.
Οσο για την επανάπαυση ότι χάνει μεν η Ν.Δ. αλλά δεν κερδίζει η αντιπολίτευση, μετατρέπεται και αυτό σε μεγάλο μύθο και παγίδα. Οντως ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι έως τώρα δεν μπορεί να καρπωθεί -ούτε μετά τα Τέμπη- τη φθορά της κυβέρνησης και την οργή για τους χειρισμούς της. Αυτό που συμβαίνει όμως μπορεί να αποδειχθεί χειρότερο. Η αποστασιοποίηση μεγάλων κομματιών των παραδοσιακών ψηφοφόρων της Ν.Δ. τούς οδηγεί -προς το παρόν- στην αποχή, ενώ η κοινωνική και πολιτική ένταση που πυροδοτείται συσπειρώνει τους ψηφοφόρους και ιδιαίτερα τους νέους όλων των άλλων κομμάτων.
Φεύγοντας από τη λογική των ποσοστών, το σενάριο του τρόμου που ήδη απασχολεί τα επικοινωνιακά επιτελεία αφορά το πώς θα συμπεριφερθούν την ώρα της κάλπης αυτά τα στρώματα. Στις εκλογές του 2019 η Ν.Δ. κέρδισε την αυτοδυναμία με ποσοστό 39,85%, έχοντας πάρει 2.251.618 ψήφους. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε δεύτερος με 31,53%, έχοντας 1.781.057 ψήφους. Η διαφορά τους ήταν σε απόλυτους αριθμούς δηλαδή 470.651 ψήφοι. Αυτό σημαίνει, όπως λένε, ότι, εάν περίπου το 20% όσων ψήφισαν τη ΝΔ στις προηγούμενες εκλογές αυτή τη φορά επιλέξει έστω να μην πάει στις κάλπες, ο εκλογικός συσχετισμός θα ανατραπεί πλήρως.
Από μόνη της, επομένως, η αποχή από τον «χώρο» της Ν.Δ. αποτελεί την ωρολογιακή βόμβα των επερχόμενων εκλογών. Κι αυτό από θεωρητικό σενάριο αρχίζει μέσα στις νέες συνθήκες των τελευταίων ημερών να αποκτά υπόσταση και να «καταγράφεται» από τους ειδικούς ως ένα λίαν πιθανό ενδεχόμενο. Αν μάλιστα ένα τμήμα αυτού του 20% αντί της αποχής επιλέξει να πάει και να ψηφίσει κάποιο άλλο κόμμα, όπως επίσης και εάν η αντιπολίτευση καταφέρει όχι απλώς να συγκρατήσει τις υπάρχουσες δυνάμεις της αλλά και να ενισχύσει τη δική της συμμετοχή και προσέλευση στις κάλπες, τότε τα πράγματα για τη Ν.Δ. κινδυνεύουν να εξελιχθούν σε μια εξοντωτική ήττα.
Δεν παραγνωρίζεται ακόμη ότι η απλή αναλογική με την οποία θα γίνουν οι αμέσως επόμενες εκλογές θα διευκολύνει έτι περαιτέρω τις τάσεις αποσυσπείρωσης των θυμωμένων νεοδημοκρατών και τη διάθεση να στείλουν ηχηρά μηνύματα μέσω της αποχής για όλα αυτά που συμβαίνουν, χωρίς να «αλλαξοπιστήσουν» και αναμένοντας τις κατάλληλες συνθήκες για να «επαναπατριστούν» στον παραδοσιακό τους χώρο.
Ο Μητσοτάκης ξεφορτώνει τώρα τα «βαρίδια»
Οι ερχόμενες εβδομάδες θα είναι καθοριστικές σε όλα τα επίπεδα. Ηδη ο κ. Μητσοτάκης βλέπει να παθαίνει καθημερινά ολοένα και μεγαλύτερη ζημιά σε αυτά τα ευαίσθητα εκλογικά κοινά, με τις εμφανίσεις υπουργών ή συνεργατών του που γίνονται πραγματικά βαρίδια, όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης ή ο Γρ. Ψαριανός με τη συμμετοχή σε συζητήσεις περί «κωλοτρένου».
Άλλοι υπουργοί που βαρύνονται κι αυτοί με τη διαχείριση του ΟΣΕ όπως ο Κ. Χατζηδάκης έχουν φροντίσει να αποσυρθούν από το προσκήνιο, ενώ η επικοινωνιακή και πολιτική καταστροφή ολοκληρώνεται με τον «δημοσιογραφικό γενιτσαρισμό» στον απόηχο της αρχικής λίστας Πέτσα και των μετέπειτα ομοειδών που, νομίζοντας ότι προσφέρει υπηρεσίες «ξεπλύματος» στον κ. Μητσοτάκη και στην κυβέρνηση, καταφέρνει το αντίθετο: Μετατρέπει τη Ν.Δ. σε ακόμη πιο απωθητικό «εκλογικό προϊόν» και τη συρρικνώνει σε ένα φανατικό ακροατήριο που μπορεί να διευκολύνει τις προσωπικές στρατηγικές και τις επιδιώξεις διαφόρων, αλλά οδηγεί το κυβερνών κόμμα στον γκρεμό.
Άλλωστε και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης χρειάστηκε αρκετές μέρες για να… μετατοπιστεί από τη θεωρία του «προσωπικού λάθους» στη «συγγνώμη» -έστω και υποκριτική- για τα Τέμπη, ενώ τώρα έχει μπροστά του και το θέμα Καραμανλή για τις Σέρρες. Και σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να δείξει ότι καθαρίζει το τοπίο, δέχεται εισηγήσεις να προχωρήσει και σε άλλες «εκκαθαρίσεις», όπως αυτή που έκανε με τη Σοφία Νικολάου. Αν και άσχετη με τα Τέμπη, η αποπομπή της από τα ψηφοδέλτια της Ν.Δ. σε αυτή τη συγκυρία συνδέεται με την επιχείρηση επικοινωνιακής ανάταξης.
Οι εξελίξεις ωστόσο φαίνεται να ξεπερνούν κατά πολύ όποιες πρωθυπουργικές πρωτοβουλίες και, καθώς το πουλόβερ -με σημείο μηδέν τα Τέμπη- ξηλώνεται πια για τα καλά, ο χρόνος κινδυνεύει να εξελιχθεί όχι σε σύμμαχο αλλά σε εχθρό κι αυτός, για τον κ. Μητσοτάκη…