Του Νίκου Κοτζιά
1. Επιδιώξεις μεταμόρφωσης του Κυπριακού
Τα τελευταία τριάντα χρόνια, η τουρκική πλευρά μαζί με τους φίλους της στην Διεθνή Κοινωνία επεδίωξαν, και σε ένα βαθμό τα κατάφεραν, να απαξιωθεί το ζήτημα της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού, που είναι η εισβολή και η παράνομη κατοχή μεγάλου τμήματος της Μεγαλονήσου. Ο στόχος ήταν να εμφανίσει το Κυπριακό ως ένα μονοδιάστατο εσωτερικό πρόβλημα, που αφορά αποκλειστικά τις σχέσεις και τα δικαιώματα των δύο κοινοτήτων. Με αυτή την μετακύλιση η Τουρκία επεδίωξε, από παραβάτης του Διεθνούς Δικαίου, να εμφανιστεί ως προστάτης τμήματος των Κυπρίων. Πρόταξε δε, τη διασφάλιση της πλήρους ισότητας της τουρκοκυπριακής κοινότητας (επίσημα τότε 18% του πληθυσμού) με την ελληνοκυπριακή. Μια τέτοια «πλήρη ισότητα» είναι ο ορισμός της μη δημοκρατίας. Εξάλλου, κανείς δεν την εμποδίζει να την εφαρμόσει για τα 18 εκατομμύρια Κούρδων της Τουρκίας που αποτελεί το 22% του πληθυσμού της.
Ημουν και είμαι υπέρ του συνόλου των πραγματικών δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων. Εκείνο που έπρεπε να είχε γίνει, ήταν ένα κοινό μέτωπο με τους Τουρκοκύπριους που ζούσαν μετά από το 1974 υπό στρατιωτική μπότα. Είναι γεγονός, ότι δεν μπορεί να λειτουργεί πραγματικά η Δημοκρατία σε μία κοινωνία 200.000 ανθρώπων με την παρουσία και τον έλεγχο 42.000 στρατιωτικών. Αυτή η φύση του στρατοκρατικού καθεστώτος στην κατεχόμενη Κύπρο δεν αποκαλύφτηκε ποτέ επαρκώς.
Τα τελευταία χρόνια, μετά τις εξελίξεις στις θαλάσσιες ζώνες και τον εντοπισμό φυσικού αερίου στις κυπριακές, η Τουρκία, με τη βοήθεια διπλωματών τρίτης χώρας, επεδίωξε να μετασχηματίσει το Κυπριακό ακόμα παραπέρα: σε πρόβλημα κατανομής των εισπράξεων από τους θαλάσσιους πόρους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εμφανιζόμενη η ίδια ως συνδικαιούχος που υπερασπίζεται τάχα την ορθή κατανομή των πόρων.
Ευτυχώς, στο Κραν Μοντανά τέθηκαν από πλευράς μας, ως προς τη διεθνή πτυχή του Κυπριακού, τα πράγματα στην σωστή τους βάση. Ο ΓΓ του ΟΗΕ υιοθέτησε τις βασικές μας θέσεις που στηρίζονται στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ. Πριν απ’ όλα τη θεμελιακή θέση ότι η Κύπρος πρέπει να γίνει ένα κανονικό κράτος. Δεν νοείται κράτος μέλος της ΕΕ και του ΟΗΕ να βρίσκεται υπό καθεστώς εγγυήσεων τρίτων. Ούτε να υπάρχουν κατοχικά στρατεύματα ή άλλα ξένα στρατεύματα, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν μπορεί ένα τέτοιο κράτος να υφίσταται τις δομές και τις «συνέπειες» αποικιοκρατικών υπολειμμάτων. Τέθηκε εκ μέρους μου, επίσης, και έγινε αποδεκτό από τον ΟΗΕ, η ανάγκη προστασίας και προώθησης των δικαιωμάτων, ιδιαίτερα ως προς τη θεσμική τους εκπροσώπηση, των τριών μειονοτήτων που ζουν στη Μεγαλόνησο (Μαρωνίτες, Λατίνοι, Αρμένιοι).
2. Το σήμερα του Κραν Μοντανά
Στο Κραν Μοντανά για πρώτη φορά αντιστρέψαμε την ιστορική πορεία των πραγμάτων, σύμφωνα με την οποία «κάθε επόμενη διαπραγμάτευση» ήταν χειρότερη από την προηγούμενη. Για πρώτη φορά, τα αποτελέσματα αυτής της διαπραγμάτευσης όπως τα συνόψισε ο ΓΓ του ΟΗΕ στα έξη σημεία του, ήταν καλύτερα από τις προηγούμενες διαπραγματεύσεις. Πολλοί άσχετοι, που απλά ακούν τι τους λένε κάποιοι φιλότουρκοι παράγοντες και όχι τι λένε η Ελληνική και Κυπριακή κυβέρνηση, προσπάθησαν, κακόβουλα, να ρίξουν τα αδιέξοδα του Κραν-Μοντανά στην Κυπριακή κυβέρνηση, διευκολύνοντας έτσι τα τουρκικά συμφέροντα και τακτική.
Η αλήθεια όμως είναι ότι η τουρκική αντιπροσωπεία εγκατέλειψε τη διαπραγμάτευση της Γενεύης το 2017, που ήταν προγραμματισμένη για δύο ημέρες, ήδη από το βράδυ της πρώτης, ενώ ανακοίνωσε το πρωί της δεύτερης από την Άγκυρα, ότι είχε να «ασχοληθεί με σημαντικότερα ζητήματα, όπως το Συριακό». Στο δε Κραν Μοντανά, ενώ είχε συμφωνήσει η Τουρκία στην κατάργηση του καθεστώτος των εγγυήσεων και την απόσυρση του κατοχικού στρατού, όπως μας ενημέρωσε επίσημα ο ίδιος ο ΓΓ του ΟΗΕ, τελικά η Άγκυρα έκανε με τρόπο επίμονο και «άκομψο» πίσω, κάτω από την πίεση των γκρίζων λύκων.
Για όποιον είναι δύσπιστος, θυμίζω ότι η αλήθεια πάντα βρίσκει τρόπους να εμφανιστεί στο προσκήνιο. Δεν είναι άλλοι από τους Τούρκους και ορισμένους βρετανούς διπλωμάτες, που δηλώνουν σήμερα ότι δεν θέλουν να συνεχιστεί η διαπραγμάτευση για το Κυπριακό, ξεκινώντας από τα αποτελέσματα του Κραν Μοντανά. Όπως τότε δεν ήθελαν να κλείσει η διαπραγμάτευση με έναν ορθό συμβιβασμό, έτσι και τώρα θέλουν να ξεφύγουν από τη θέση για «κανονικό κράτος» και τις δύο καταργήσεις. Επιπλέον, πιέζουν την Κυπριακή Δημοκρατία να κάνει παραχωρήσεις στην Τουρκία, πριν καν αρχίσει η διαβούλευση προκειμένου, υποτίθεται, «να έρθει αυτή με καλή διάθεση στις διαπραγματεύσεις». Μα αν είναι να πάρει η Τουρκία όλα εκείνα που προκαταβολικά ζητά, ασφαλώς και θα έχει καλή διάθεσή!
Σε αυτά τα πλαίσια των πιέσεων, η ελληνική διπλωματία δείχνει μια ιδιαίτερη παθητικότητα. Δεν αποκαλύπτει στη διεθνή κοινότητα τις επιδιώξεις της Τουρκίας. Δεν απαντά στις προκλητικές απαιτήσεις της, όπως δεν το κάνει και σε σχέση με πολλά άλλα ζητήματα στα ελληνοτουρκικά.
3. Συνομοσπονδία μέσω των δύο κρατών;
Το ερώτημα είναι η πραγματική επιδίωξη της Άγκυρας όταν κάνει λόγο για δύο κράτη στη Μεγαλόνησο. Η Τουρκία, κατά τη γνώμη μου, με τίποτα δεν επιθυμεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Δεν έχει καμιά διάθεση να έχει στην κοιλιά της ένα «καθαρό» ελληνικοκυπριακό κράτος. Εκείνο που επιθυμεί είναι να έχει υπό τον έλεγχό της το τμήμα που παράνομα κατέχει και να ελέγχει μέσω αυτού, την συνολική εξωτερική και αμυντική πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και τους πόρους της. Και αυτό μπορεί να το πετύχει με την προβολή των «δύο κρατών» ως επιθυμητά, προκειμένου στη συνέχεια να «καταλήξει» στον δήθεν συμβιβασμό της συνομοσπονδίας, η οποία δύναται να βαπτιστεί, για το θεαθήναι, και ως «ένα ιδιαίτερο είδος Ομοσπονδίας». Με άλλα λόγια, επιθυμεί ένα θεσμικό έκτρωμα που θα αποτρέπει το να γίνει η Κύπρος ένα κανονικό κράτος, όπως συμφωνήθηκε στο Κραν Μοντανά.
Πολύ φοβάμαι, ότι εκείνοι που μας κατηγόρησαν για τα θετικά αποτελέσματα του καλοκαιριού του 2017, υιοθετώντας τουρκικά επιχειρήματα, ή αρνούμενοι να παραδεχτούν την προεργασία και την διαπραγμάτευση που κάναμε και οδηγηθήκαμε τότε σε μια θετική στάση του ΟΗΕ, ότι είναι πανέτοιμοι να αποδεχτούν ένα τέτοιο έκτρωμα. Ακόμα χειρότερα, μερικοί στην Αθήνα ελπίζουν ότι θα απαλλαγούν από το «βάρος του Κυπριακού» με τον ίδιο τρόπο που νόμιζαν ότι θα απαλλασσόντουσαν από το Κυπριακό, όταν την δεκαετία του 1950 παρότρυναν το Ηνωμένο Βασίλειο να προωθήσει την διχοτόμηση της Κύπρου και επέβαλαν την εγκληματική συμφωνία των εγγυήσεων!