Φωτιές άναψε στο κυβερνητικό στρατόπεδο η εισήγηση της Ευρωπαίας γενικής εισαγγελέως για την άρση ασυλίας της ευρωβουλευτού Μαρίας Σπυράκη, εξαιτίας υπόνοιας για απάτη σε σχέση με τη διαχείριση της βουλευτικής αποζημίωσης.
Η εισήγηση αυτή ήρθε σε μια περίοδο κατά την οποία όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στο Ευρωκοινοβούλιο λόγω της υπόθεσης της Εύας Καϊλή, με αποτέλεσμα, όπως είναι φυσικό, να «σηκωθεί σκόνη» στην εσωτερική πολιτική σκηνή.
Πάντως, οι δύο περιπτώσεις είναι εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους, αφού, όπως επισημαίνεται στην επίσημη ανακοίνωση, η έρευνα αφορά τις αμοιβές των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών.
Το απόγευμα της Πέμπτης χτύπησε αμέσως «κόκκινος συναγερμός» στην Αθήνα, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, από τις Βρυξέλλες όπου βρισκόταν για τη Σύνοδο Κορυφής, να τονίζει πως είναι μια δύσκολη υπόθεση. «Πληροφορήθηκα την υπόθεση αυτή όσο ήμουν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Είναι μια σοβαρή υπόθεση. Δεν έχω ακόμα πλήρη εικόνα. Θα μου επιτρέψετε να επιστρέψω στην Αθήνα, να μελετήσω το ζήτημα και να σας απαντήσω για το ζήτημα αυτό την Παρασκευή», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Πράγματι, την Παρασκευή το πρωί, μετά τον πρωινό καφέ στο Μέγαρο Μαξίμου, αποφασίστηκε να μείνει η Μ. Σπυράκη εκτός των «γαλάζιων» ψηφοδελτίων, δηλαδή να μην είναι υποψήφια στην Α’ Θεσσαλονίκης, αλλά και να ανασταλεί η κομματική της ιδιότητα μέχρι να διαλευκανθεί η υπόθεση.
Το Μέγαρο Μαξίμου δεν θέλει υπάρχουν σκιές στο συγκεκριμένο ζήτημα και γι’ αυτόν τον λόγο προχώρησε σε αυτή την απόφαση, καθώς περιμένει πρώτα να ελεγχθεί η κατηγορία που υπάρχει με βάση την έκθεση που ελήφθη από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης.
Στο παρασκήνιο, όμως, υπήρξε εκνευρισμός και αυτό γιατί -όπως υποστηρίζουν κάποιοι- η Μ. Σπυράκη φαίνεται να γνώριζε για τον έλεγχο που γινόταν το τελευταίο διάστημα και δεν είχε ενημερώσει κανέναν. Αντιθέτως, στα τέλη του Νοεμβρίου είχε περάσει την πόρτα του Μεγάρου Μαξίμου και είχε λάβει από τον πρωθυπουργό το χρίσμα για να είναι υποψήφια στην Α’ Θεσσαλονίκης στις επικείμενες εθνικές εκλογές. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως με το που έγινε γνωστή η εισήγηση της Ευρωπαίας εισαγγελέα, η Μ. Σπυράκη ζήτησε να αρθεί η ασυλία της, ενώ ξεκαθάρισε πως δεν έχει καμία σχέση με το Qatargate.
Συγκεκριμένα η ευρωβουλευτής ανέφερε: «Ευχαρίστως αποδέχομαι το αίτημα άρσης της ασυλίας μου προκειμένου να διαφανεί ότι δεν έχω ούτε ένα ευρώ οικονομική διαφορά με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το θέμα αφορά το επίδομα αλλοδαπής πρώην συνεργάτη μου, ο οποίος αντιμετώπισε σοβαρό προσωπικό πρόβλημα και είχε ορισμένες απουσίες από τον χώρο συνεδριάσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Δεν έχω καμία σχέση με το Qatargate, δεν έχω καμία σχέση με οποιαδήποτε άλλη υπόθεση».
Φαίνεται ότι ο πρώην κοινοβουλευτικός της βοηθός ελάμβανε την επιπρόσθετη αμοιβή που δικαιούνται όσοι συνεργάτες ευρωβουλευτών εργάζονται στις Βρυξέλλες, παραμένοντας στην Αθήνα όμως λόγω προσωπικών προβλημάτων, όπως υποστήριξε η Μ. Σπυράκη.
Σύμφωνα με «γαλάζιες» πηγές από τις Βρυξέλλες, ο πρώην βοηθός της είναι ο Γιάννης Βατόπουλος, ο οποίος εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα δεν συνεργάζεται με τη Μ. Σπυράκη. Μάλιστα, η επίμαχη περίοδος που εξετάζεται, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, αφορά την πρώτη θητεία της ευρωβουλευτού στις Βρυξέλλες, πριν από τον κορωνοϊό. Να σημειωθεί πως η Μ. Σπυράκη εξελέγη για πρώτη φορά τον Μάιο του 2014 και επανεξελέγη το 2019. Οσον αφορά τον Γ. Βατόπουλο, σήμερα εργάζεται στις Βρυξέλλες εκτός Ευρωκοινοβουλίου.
Η Μ. Σπυράκη, πάντως, από νωρίς το πρωί της Παρασκευής, τόνιζε πως θα στείλει επιστολή η ίδια στον γραμματέα της Ν.Δ. Παύλο Μαρινάκη -όπως και έκανε- και θα ζητούσε την αναστολή της κομματικής της ιδιότητας μέχρι να ολοκληρωθεί η έρευνα, ώστε να μη δημιουργήσει πρόβλημα στην Πειραιώς.