Του Μιχάλη Ψύλου
Η Elliott Management, ένα από τα μεγαλύτερα και πιο ισχυρά hedge funds στον κόσμο, έστειλε μια επιστολή στους πελάτες του: Τους προειδοποιεί ότι η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μια «εξαιρετικά προκλητική κατάσταση, στο δρόμο του υπερπληθωρισμού που θα μπορούσε να οδηγήσει σε «παγκόσμια κοινωνική κατάρρευση και εμφύλιες και διεθνείς συγκρούσεις».
Η επιστολή αυτή αποτελεί είδηση για δύο λόγους: πρώτον, για τον τόνο με τον οποίο περιγράφει η τρέχουσα οικονομική κατάσταση και γιατί δείχνει στον χρηματοπιστωτικό τομέα την κοινωνικόπολιτική διάσταση της κρίσης.
Δεύτερον, γιατί σε αντίθεση με την σχολή σκέψης πολλών κεντρικών τραπεζιτών, το fund εκτιμά ότι δεν θα υπάρξει επιβράδυνση του πληθωρισμού αλλά έκρηξή του. Αυτό επηρεάζει νοικοκυριά και επιχειρήσεις, σε επίπεδο που ξεπερνά τα οικονομικά τους.
Άλλωστε, το ερώτημα είναι πόσο καιρό οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούν να αυξήσουν τα επιτόκια ή ακόμα και να διατηρήσουν μια αυστηρή νομισματική πολιτική. Είναι ένα ερώτημα που προκύπτει τόσο από την ύφεση που έρχεται, όσο και από τον αντίκτυπο στα δημόσια και ιδιωτικά οικονομικά από την συνεχή αύξηση των επιτοκίων μετά από χρόνια. Και ειδικότερα τα δύο τελευταία, όπου τα χρέη όλων έχουν εκραγεί. Η αναχρηματοδότηση του αμερικανικού χρέους με τα νέα επιτόκια θα απαιτούσε πόρους συγκρίσιμους με αυτούς που διατίθενται σήμερα στον αμυντικό προϋπολογισμό. Τις τελευταίες ημέρες, ορισμένα εξέχοντα μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος κάλεσαν τη Fed να σταματήσει τις αυξήσεις. Άλλωστε, οι Δημοκρατικοί φαίνεται ότι θα πληρώσουν ακριβά την οικονομική κρίση στις σημερινές εκλογές για το Κογκρέσο.
Ο υπερπληθωρισμός συνδυάζεται άλλωστε με γεωπολιτικές συγκρούσεις, «πράσινες επαναστάσεις» και αιτήματα για οικονομική στήριξη. Και όλα αυτά έχουν «πολιτικό» κόστος. Στη βάση του έχει όμως ένα ανυπολόγιστο οικονομικό κόστος, φυσικά, που προέρχεται από την κατάρρευση της αγοραστικής δύναμης. Οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να αυξήσουν τους μισθούς και να παραμείνουν ανταγωνιστικές, έχοντας ήδη να πληρώσουν ακριβούς λογαριασμούς για την ενέργεια και τις ελλείψεις στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Όλοι πλέον αρχίζουν να καταλαβαίνουν ότι χρειάζεται ειρήνη για να ξεπεραστεί ο πληθωρισμός.
Θα αλλάξει στάση η Αμερική απέναντι στη Ρωσία, αν οι Ρεπουμπλικάνοι νικήσουν στις σημερινές εκλογές για το Κογκρέσο; Ουδείς το γνωρίζει. Αν και οι επί μήνες εμπιστευτικές συνομιλίες μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας (σύμφωνα με την WSJ,) για να σταματήσει η κλιμάκωση και να αποτραπεί ο κίνδυνος πυρηνικής επίθεσης, δίνουν έναν τόνο αισιοδοξίας. Για αρκετούς πρώην αξιωματούχους των ΗΠΑ, είναι χρήσιμο για την Ουάσιγκτον να διατηρήσει επαφή με τη Μόσχα, καθώς οι σχέσεις βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου
Ακόμη κι αν η Ουκρανία και η Ρωσία εξακολουθούν όμως να μην σκοπεύουν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου, τότε είναι οι ΗΠΑ και η Κίνα που πρέπει να κινηθούν για την ειρήνη. Για το Πεκίνο αυτή τη στιγμή το μόνο μέλημα είναι να αποφευχθεί μια κλιμάκωση, ενώ η Ουάσιγκτον έχει ήδη ανοίξει ξανά τα κανάλια με τη Ρωσία.
Άλλωστε, οι προβλέψεις για οικονομική κατάρρευση της Ρωσίας σε σύντομο χρονικό διάστημα, έχουν διαψευστεί. Και μέχρι τώρα, οι ευρωπαϊκές χώρες είναι αυτές που έχουν υποστεί σοβαρή ύφεση. Μόνο για το πετρέλαιο, η Μόσχα κερδίζει κατά μέσο όρο 20 δισεκατομμύρια δολάρια το μήνα το 2022, από 14,6 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021. Το ρούβλι διαπραγματεύεται στα προπολεμικά του επίπεδα (80 ρούβλια το δολάριο). Το Νέο Δελχί αύξησε τις αγορές του από τη Ρωσία. Η Σαουδική Αραβία έχει σφυρηλατήσει όλο και στενότερους δεσμούς με τη Μόσχα στον οργανισμό των χωρών εξαγωγής πετρελαίου (OPEC +), αποφασίζοντας να μειώσει την παραγωγή της παρά την επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου στο Ριάντ.
Η Elliott Management δεν έχει κρυστάλλινη σφαίρα, δεν είναι παντογνώστης, αλλά προειδοποιεί για ένα σενάριο ρεαλιστικό και το οποίο θα έχει αναμφίβολα, καταστροφικές κοινωνικές συνέπειες.