Του Gideon Rachman
Στην Ουάσιγκτον, στο Πεκίνο και στη Μόσχα οι αξιωματούχοι λένε πως θέλουν να αποφύγουν ένα νέο ψυχρό πόλεμο. Πρόσφατο άρθρο στους New York Times αφήνει να εννοηθεί πως δεν έχουν ιδιαίτερο λόγο ανησυχίας. Υποστηρίζει πως «οι σημερινές αντιπαλότητες των υπερδυνάμεων ελάχιστα μοιάζουν με το παρελθόν». Το άρθρο παραπέμπει στη σχετική αδυναμία της Ρωσίας και στην τεχνολογική υπεροχή της Κίνας για να υπογραμμίσει πώς έχουν αλλάξει τα πράγματα από τα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Αυτές οι διαφορές φυσικά υπάρχουν. Αλλά για μένα, οι παραλληλισμοί μεταξύ των σημερινών γεγονότων και αυτών των πρώτων ετών του ψυχρού πολέμου μοιάζουν όλο και πιο πειστικοί, ακόμα και ανατριχιαστικοί.
Και πάλι έχουμε τον άξονα Ρωσίας-Κίνας παραταγμένο απέναντι σε μια δυτική συμμαχία, της οποίας ηγείται η Ουάσινγκτον. Προ ημερών, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Joe Biden, μίλησε σε σύνοδο της ΕΕ, ενώ ο Antony Blinken, ο υπουργός Εξωτερικών του, παρέθεσε ομιλία στο ΝΑΤΟ ζητώντας για ενότητα της Δύσης για να αποτραπούν οι στρατιωτικές φιλοδοξίες της Κίνας και η Ρωσική «επιθετικότητα». Εν τω μεταξύ, ο Sergei Lavrov, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, βρίσκονταν στην Κίνα, ζητώντας το Πεκίνο και η Μόσχα να αποκρούσουν την αμερικανική δύναμη.
Οι εντάσεις μεταξύ των δυο πλευρών κλιμακώνονται. Η κινεζική πολεμική αεροπορία μόλις προέβη στην μεγαλύτερη εισβολή που έχει κάνει ποτέ στον ταϊβανέζικο εναέριο χώρο. Προ ημερών, η Κίνα επέβαλλε επίσης κυρώσεις σε πολιτικούς της ΕΕ και της Βρετανίας, που είχαν μιλήσει για τα δικαιώματα στην Σιντζιάνγκ. Τον προηγούμενο μήνα η Ρωσία απέσυρε τον πρέσβη της από την Ουάσιγκτον διαμαρτυρόμενη για αυτό που αποκάλεσε πρωτοφανείς ενέργειες από τις ΗΠΑ. Η πρώτη συνάντηση μεταξύ κορυφαίων αξιωματούχων της κυβέρνησης Biden και της κινεζικής κυβέρνησης εξελίχθηκε σε δημόσιο καυγά.
Η γραμμή από το Πεκίνο είναι πως η τρέχουσα κλιμάκωση των εντάσεων προκαλείται από την ανικανότητα της Ουάσινγκτον να αποδεχθεί την άνοδο της Κίνας. Υπάρχει κάποιο στοιχείο αλήθειας στην ιδέα πως οι ΗΠΑ είναι προσκολλημένες στην ηγεμονία τους. Αλλά το αφήγημα του Πεκίνου αγνοεί την έκταση στην οποία οι αλλαγές εντός της ίδιας της Κίνας έχουν οδηγήσει στη στροφή στης συμπεριφοράς Αμερικάνων και Ευρωπαίων. Η αυξανόμενη καταστολή, η λατρεία γύρω από την προσωπικότητα του προέδρου Xi Jinping και η επίδειξη κινεζικής στρατιωτικής δύναμης κάνουν τις επιθετικές απόψεις για την Κίνα πιο ευκολοπώλητες σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Όπως και κατά τις πρώτες μέρες του πρώτου ψυχρού πολέμου, υπάρχουν ορισμένα βασικά γεγονότα που έχουν αποκρυσταλλώσει την αυξανόμενη ανησυχία στις δυτικές πρωτεύουσες. Το 1945-46, η επιβολή καθεστώτων-δορυφόρων από τη Σοβιετική Ένωση στην ανατολική Ευρώπη οδήγησε σε θεμελιώδη επανεκτίμηση των προθέσεων της Μόσχας. Τον τελευταίο χρόνο, η καταστολή του φιλοδημοκρατικού κινήματος στο Χονγκ Κονγκ και η αποκάλυψη περισσότερων λεπτομερειών για την δίωξη των Ουιγούρων από τις κινεζικές αρχές –που τώρα χαρακτηρίζεται ως γενοκτονία από την κυβέρνηση των ΗΠΑ- έχουν παίξει παρόμοιο ρόλο στη στροφή της στάσης της Δύσης.
Η αυξανόμενη επιμονή της κινεζικής διπλωματίας του «λύκου πολεμιστή» αρχίζει επίσης να σημαίνει συναγερμό, παίζοντας παρόμοιο ρόλο σε μια σειρά αντιδυτικών ομιλιών που βγήκαν από την Σοβιετική Ένωση τη δεκαετία του 1940.
Μέχρι πρόσφατα, φαίνονταν πως η δυτική Ευρώπη μπορεί να προσπαθήσει να μην πάρει θέση σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο. Η απόφαση της ΕΕ να υπογράψει εμπορική και επενδυτική συμφωνία με την Κίνα υποδήλωνε πως το Πεκίνο πέτυχε να δημιουργήσει χάσμα μεταξύ της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών. Αλλά η επιβολή κυρώσεων από την Κίνα σε ηγετικά μέλη του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου καθιστά όλο και πιο απίθανο η ΕΕ να επικυρώσει την εμπορική συμφωνία με την Κίνα.
Οι ευρωπαϊκές προσπάθειες να διασφαλιστεί μια επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία, για την οποία πιέζει πολύ ο Γάλλος πρόεδρος Emmanuel Macron, επίσης δεν έχουν σημειώσει πρόοδο. Το εντεινόμενο κλίμα καταπίεσης εντός της Ρωσίας, όπως φάνηκε από την φυλάκιση του ακτιβιστή της αντιπολίτευσης Alexei Navalny, περιορίζει το χάσμα μεταξύ των ευρωπαϊκών και αμερικανικών απόψεων για τη Ρωσία.
Σε αυτόν τον δεύτερο ψυχρό πόλεμο -όπως και στον πρώτο- υπάρχουν περιφερειακά σημεία ανάφλεξης όπου θα μπορούσε να «ανάψει» η σύγκρουση. Στην Ασία, ορισμένα από τα σημεία αυτά είναι θέματα που παρέμειναν άλυτα από τον πρώτο ψυχρό πόλεμο, κυρίως η κατάσταση της Κορεατικής χερσονήσου και της Ταϊβάν. Στην Ευρώπη, τα «μέτωπα» έχουν κινηθεί προς τα ανατολικά. Είναι τώρα η Ουκρανία και όχι το Βερολίνο που βρίσκεται στο επίκεντρο της έντασης μεταξύ της Μόσχας και της δύσης.
Κατά τη διάρκεια της κυβέρνησης Trump, η αναδυόμενη αντιπαλότητα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας συχνά δεν είχε την ιδεολογική διάσταση του πρώτου ψυχρού πολέμου. Ο Donald Trump ήταν ένας πρόεδρος που τον ενδιέφεραν τα παζάρια και επικεντρώνονταν πάνω απ’ όλα στο εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα. Σύμφωνα με τον John Bolton, τον πρώην σύμβουλο του σε θέματα εθνικής ασφάλειας, ο Trump μάλιστα ενθάρρυνε κατ’ ιδίαν τον Xi Jinping να επιδιώξει την πολιτική των μαζικών κρατήσεων στην Σιντζιάνγκ.