Εκβιαστικά διλήμματα, διανθισμένα με ισχυρές δόσεις κινδυνολογίας, θα συνθέτουν, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, τη στρατηγική που θα ακολουθήσει καθ’ οδόν προς τις εκλογές ο Κυρ. Μητσοτάκης. Με στόχο αφενός να ανακόψει την πορεία φθοράς στην οποία έχει μπει η κυβέρνηση και αφετέρου να συσπειρώσει πέριξ της Νέας Δημοκρατίας τις δυνάμεις εκείνες της κοινωνίας που επιθυμούν τη σταθερή και ομαλή πορεία της χώρας και «αντιπαθούν» στον μέγιστο βαθμό την επιστροφή σε λογικές και πρακτικές του παρελθόντος, παλαιότερου αλλά και πιο πρόσφατου.
Διλήμματα όπως «Αυτοδυναμία ή ακυβερνησία;», «Σταθερότητα ή χάος;» θα βρίσκονται μόνιμα στην προμετωπίδα της επιχειρηματολογίας της κυβέρνησης αλλά και του πρωθυπουργού. Σε σταθερή βάση ο κ. Μητσοτάκης θα επικαλείται το ασταθές διεθνές περιβάλλον και τους κινδύνους που αυτό εγκυμονεί αλλά και τις σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα από τα ανατολικά των συνόρων της προκειμένου να υπογραμμίζει κάθε φορά την ανάγκη ο τόπος να αποκτήσει μια ισχυρή, αλλά πρωτίστως μια αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Παράλληλα, από τη Νέα Δημοκρατία θα επιδοθούν σε μια τιτάνια προσπάθεια απαξίωσης και πολιτικής συκοφάντησης του Αλ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, στη βάση ότι εκπροσωπούν το παλιό και ότι σκοπό έχουν με την πολιτική τους να γυρίσουν τη χώρα δεκαετίες πίσω. Σε κάθε ευκαιρία θα… φρεσκάρουν την μνήμη των πολιτών για τα πεπραγμένα της τετραετίας 2015 – 2019 και κάνοντας έναν παραλληλισμό με όσα εξαγγέλλει (υπόσχεται) αυτήν την περίοδο το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας θα καταλήξουν στο εξής συμπέρασμα (διαπίστωση): Τίποτα δεν διδάχθηκαν από τα λάθη που έκαναν την τετραετία με σημαντικό κόστος για τον τόπο και τον ελληνικό λαό. Ο φόβος της χαλαρής ψήφου… Εκτός από την οργή της κοινωνίας και την καθοδική πορεία στις δημοσκοπήσεις, στο Μέγαρο Μαξίμου έχει εσχάτως ενσκήψει και ένας επιπλέον φόβος. Έχει να κάνει με τη βεβαιότητα που… διαχέεται στην ελληνική κοινωνία ότι στις επερχόμενες εκλογές δεν υπάρχει πιθανότητα αυτοδυναμίας και ως εκ τούτου η χώρα θα οδηγηθεί σε επαναληπτικές εκλογές. Η ανησυχία στο επιτελείο του πρωθυπουργού είναι ότι αν εδραιωθεί η άποψη αυτή τότε υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να επικρατήσει η λογική της χαλαρής ψήφου, με αποτέλεσμα ένας αριθμός πολιτών, με το σκεπτικό ότι τα πάντα θα κριθούν στις δεύτερες εκλογές, είτε να επιλέξει ένα από τα μικρότερα κόμματα είτε –στη χειρότερη περίπτωση– να μην προσέλθει καν στις κάλπες για να ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να είναι καταστροφική για τη Νέα Δημοκρατία, καθώς είναι το κόμμα με τη μεγαλύτερη μετακίνηση ψηφοφόρων προς την πτέρυγα των αναποφάσιστων. Από την άλλη, το ποσοστό που θα συγκεντρώσει στις πρώτες εκλογές θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό αν στις δεύτερες μπορεί να επιτύχει την αυτοδυναμία.
«Από το 34% – 35%, με μεγάλη προσπάθεια, μπορείς να φτάσεις στο 38% – 39%, αν είσαι όμως στο 30% – 32%, αυτό είναι σχεδόν ανέφικτο», τονίζουν κομματικοί παράγοντες. Ο κίνδυνος αυτός είναι που ανάγκασε τον κ. Μητσοτάκη να αναθεωρήσει τη στρατηγική του. Ενώ πρόσφατα είχε ανοίξει παράθυρο για κυβερνήσεις συνεργασίας, μιλώντας στο Συνέδριο υπογράμμισε ότι βασικός και πρωτεύον στόχος της παράταξης είναι η αυτοδυναμία. Τουτέστιν, καλές οι κυβερνήσεις συνεργασίας, αλλά… καλύτερη μια αυτοδύναμη Νέα Δημοκρατία! Η απειλή του λαϊκισμού Στην προσπάθειά του να πείσει για την… αναγκαιότητα μιας αυτοδύναμης κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας θα επιστρατεύσει όλα τα… όπλα. Μεταξύ αυτών και τον κίνδυνο που ακούει στο όνομα «λαϊκισμός». Μιλώντας προ ημερών σε κομματική εκδήλωση προειδοποίησε τα στελέχη ότι στην πορεία προς τις εκλογές θα έχουμε έξαρση του φαινομένου, με την επισήμανση ότι η επίθεση από τις δυνάμεις του λαϊκισμού θα είναι «πιο σκληρή και πιο χυδαία από ποτέ άλλοτε». Σε τέτοιο βαθμό δε που είναι πολύ πιθανό «να θέσει σε κίνδυνο όσα πέτυχε η χώρα» όλα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά πολύ περισσότερο «να υπονομεύσει τη θέση της χώρας σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον». Στο Μέγαρο Μαξίμου διαπιστώνουν ότι οι φωνές λαϊκισμού που ακούγονται σχετικά με την πανδημία, την ακρίβεια κ.ά. βρίσκουν ευήκοα ώτα σε τμήματα της ελληνικής κοινωνίας και ως επί το πλείστον σε πολίτες που εμφορούνται από συντηρητικές ιδέες.
Πληροφορίες από αξιόπιστες κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι πρόθεση του κ. Μητσοτάκη είναι να ταυτίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα με τις δυνάμεις του λαϊκισμού, λαμβάνοντας ως αφορμή όσα –ανεδαφικά και ανέφικτα κατά το Μέγαρο Μαξίμου– υπόσχεται και εξαγγέλλει αυτήν την περίοδο.