Του Κώστα Βαξεβάνη
Πόση φρίκη μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος; Τόση που αντί να την απεχθάνεται, να καταλήξει να συμβιώνει μαζί της. Βρισκόμαστε ακριβώς σε αυτό το στάδιο. Εκπαιδευόμαστε στη φρίκη . Την αποζητούμε κιόλας γιατί θυμίζει πως υπάρχουν χειρότεροι από εμάς. Πατάς το τηλεκοντρόλ και γύρω σου εμφανίζονται πτώματα παιδιών , που τα σκότωσε η ίδια τους η μάνα.
Δεν συμβαίνει κάθε μέρα, αλλά είναι αρκετό για να δικαιολογείς τη δική σου μέρα. Είσαι ένας καταναλωτής σεναρίων και λεπτομερειών που ξεχνάς τον πόνο σου γιατί των άλλων είναι χειρότερος. Υπάρχει αίμα, ψυχοπαθολογία, ακατανόητες πρακτικές και σου δίνεται η δυνατότητα να κάνεις το δικό σου ζάπιγνκ στη ζωή των άλλων με τη φρίκη ως κουμπί στο τηλεκοντρόλ.Υπάρχει στ αλήθεια μια Μήδεια στην Πάτρα, αλλά υπάρχουν και τα Media έτοιμα να σπείρουν και να διαπράξουν το δικό τους έγκλημα. Να αναγκάσουν την κοινωνία να λειτουργήσει με όρους ζωωδών αντανακλαστικών και επικίνδυνου θυμικού.
Το κάνουν άλλωστε χρόνια τώρα με τις ευλογίες του ΕΣΡ και το λούστρο διάφορων κομψευόμενων παρουσιαστών που έχουν μάθει να ρωτάνε με ψεύτικο ενδιαφέρον και να φυτεύουν στην καθημερινότητα του αμέριμνου θεατή τις ιεραρχήσεις στη ζωή του. Λίγη σημασία έχει αν το κάνουν για την τηλεθέαση, ή για να αποχαυνώσουν τον κόσμο. Αν είναι τόσο έξυπνοι ώστε να μεθοδεύσουν, ή απλώς βλάκες που βγάζουν την δική τους κουστουμαρισμένη μιζέρια στο γυαλί. Σημασία έχει ότι συμβαίνει και καθορίζει τη ζωή μας αφού πρώτα την υποβαθμίσει.
Η ιστορία έχει επαναληφθεί χιλιάδες φορές. Το 1993 με τον παιδοκτόνο Δουρή, το 1994 με την αθώα τελικώς «παιδοκτόνο» Θεοδώρα Σουφχάρα, με τους «δράκους», με όλα σχεδόν τα εγκλήματα που μπορούν να μετατραπούν εύκολα και χωρίς κόστος σε παραγωγές live φρίκης. Ας κοιτάξουμε όμως τις λεπτομέρειες των μεταδόσεων για να δούμε τη σκοπιμότητα που μερικοί ίσως θεωρούν υπερβολή. Για πόσα εγκλήματα που διέπραξε η Χρυσή Αυγή πριν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα οδηγήσει σε αναγκαστική τηλεοπτική κάλυψη υπήρξαν ρεπορτάζ με λεπτομέρειες; Υπήρξε ποτέ ενημέρωση του κόσμου για το έγκλημα κατά του Πακιστανού Σαχζάτ Λουκμάν που σκότωσαν οι Χρυσαυγίτες; Κι όμως ήταν τόσο φρικτό έγκλημα. Οι μαχαιροβγάλτες πλησίασαν ενώ πήγαινε ανυποψίαστος με το ποδήλατό του και τον έσφαξαν. Πριν δέκα μέρες, τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν στο εργοτάξιο από «εργατικό ατύχημα». Οι συνάδελφοί τους μιλούν για έγκλημα της εταιρείας. Δεν μεταδόθηκαν ούτε τα ονόματά τους. Μερικούς μήνες πριν όμως η κοινή γνώμη, είχε εντρυφήσει σε όλες τις λεπτομέρειες ενός δυστυχήματος με Φεράρι που στοίχισε τη ζωή σε έναν νεαρό , αδελφό μιας βουλευτίνας.
Τι είναι αυτό που κάνει τα media να δείχνουν προτίμηση στο αίμα αλλά επιλεκτικά; Ποιες αιματοβαμμένες ιστορίες επιλέγουν να μεταδώσουν και για ποιες δεν αφιερώνουν ούτε πλάνο; Είναι κριτήριο το ειδεχθές του εγκλήματος; Φυσικά και όχι. Ένα από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα που ήρθαν στη δημοσιότητα ήταν αυτό που αφορούσε τη σχέση του συμβούλου και φίλου του Κυριάκου Μητσοτάκη, Νίκου Γεωργιάδη με κύκλωμα παιδεραστίες. Ανήλικοι βιάστηκαν, περιέγραψαν την κόλαση που έζησαν μαζί του, κατέδειξαν τις ευθύνες. Τα κανάλια δεν αφιέρωσαν ούτε δευτερόλεπτο. Πότε λοιπόν το αίμα γίνεται πρώτη είδηση; Όταν δεν απειλεί το αξιακό σύστημα των καναλιών. Δεν υπονοεί δηλαδή ευθύνες εξουσίας και πολιτικών επιλογών και όταν οι λεπτομέρειες του εγκλήματος δεν μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Επιλέγονται και προωθούνται τα εγκλήματα όχλου, αυτά δηλαδή που μπορούν να μετατρέψουν τον θεατή σε όχλο. Που ενεργοποιούν τα πιο ζωώδη ένστικτα, τον κάνουν να μισεί δείχνοντας στερεοτυπικά τον ένοχο και τον εγκληματία και τον κρατάνε σε εγρήγορση ή τον φοβίζουν.
Το έγκλημα που κάνει ο μετανάστης, ο αλλόθρησκος, ο διαταραγμένος, ο διαφορετικός έχει θέση στα δελτία ειδήσεων. Δεν έχουν όμως θέση τα εγκλήματα του λευκού κολάρου, η δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, αυτά που πιθανόν να έχουν διαπράξει ο Λιγνάδης και ο Φιλιππίδης. Αποτελούν ανέγγιχτες ιστορίες και οι δράστες έχουν προκαταβολικά χίλια δυο ελαφρυντικά που μεταδίδονται αν και δεν έχει μεταδοθεί καν η ιστορία του εγκλήματος. Κανένα έγκλημα δεν είναι υπόθεση που αφορά αποκλειστικά το δράστη και το θύμα. Υπάρχουν πάντα κοινωνικοί λόγοι που διαμόρφωσαν τους ανθρώπους, παθολογίες και προεκτάσεις που δίνουν εξηγήσεις για το έγκλημα. Στην υπόθεση της μάνας από την Πάτρα, είναι διάχυτη η αίσθηση μιας παθογένειας.
Το φριχτό αυτό έγκλημα δεν αντιμετωπίζεται με όρους επιστημονικούς ή ενημέρωσης αλλά με όρους καφενείου. Παρουσιαστές, ψυχολόγοι μαϊντανοί που βγάζουν γνωματεύσεις εξ αποστάσεως και ψιθυρολόγοι που έφυγαν απ τους καφενέδες γιατί τους άνοιξαν τα μικρόφωνα, δημιουργούν όρους μάζας η οποία θα παίξει ρόλο. Στα πλάνα που έπαιξαν από το τραγικό σπίτι στην Πάτρα, διακρίνονται μανάδες που πήραν τα παιδιά τους για να λιθοβολήσουν και να λιντσάρουν την μάνα-Μήδεια. Πώς αλήθεια ένας άνθρωπος που δεν νοιάζεται για τον διπλανό του, που πνίγεται μέσα στον ωχαδερφισμό του, ξαφνικά γίνεται δήμιος έτοιμος να τιμωρήσει με τα δικά του κριτήρια; Οι εξηγήσεις πιθανόν να είναι περισσότερο ψυχολογικές. Ο αυτόκλητος δήμιος κατασκευάζει με τον τρόπο αυτό τη δική του ανωτερότητα. Βροντοφωνάζει πως αυτός είναι καλύτερος και ως κριτής των άλλων δεν είναι κρινόμενος ούτε για το τι ποιότητας γονιός είναι ούτε για το τι έχει κάνει.
Ο ανθρωποφάγος που κατασκευάζεται με την επιμέλεια των καναλιών πριν από την εξιχνίαση του εγκλήματος, δεν θέλει να τιμωρήσει το έγκλημα, ούτε να εμποδίσει την επανάληψή του . Ο αιμοβόρος θεατής-τιμωρός των εγκλημάτων αποκτά ρόλο και σπουδαιότητα με ημερομηνία λήξης. Λίγο αργότερα θα εξαφανιστεί πίσω από το σύνηθες «τι με νοιάζει εμένα» ταυτισμένος με το δικό του έγκλημα, την αδιαφορία.
(Από το Editorial στο Documento της Κυριακής)