Για την Ουκρανία που είναι περισσότερο , παρά της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης της Ρωσίας, για το καθεστώς Ζελένσκι που εγκατέστησε η Δύση για να ληστεύει την περιουσία του ουκρανικού λαού και ουδέποτε τήρησε τη συμφωνία του Μινσκ, την Ουκρανική κρίση που είναι ένας κρίκος στην αλυσίδα αποσύνθεσης του Δυτικού γεωπολιτικού και γεω-οικονομικού συστήματος ισχύος στην Ευρασία, την μετατόπιση ισχύος από τον Ευρω-Ατλαντικό χώρο στις Κίνα, Ινδία και Ρωσία και την παγκόσμια οικονομική και πολιτική συγκυρία της περιόδου 2000-2020 που ανέδειξε ξεκάθαρους νικητές στο μεν οικονομικό πεδίο την Κίνα, στο δε στρατιωτικό την Ρωσία, μιλάει στην ανάλυσή του ο Καθηγητής Διεθνών Πολιτικών Univercity Of East London Βασίλης Κωνσταντίνου Φούσκας, του οποίου το βιβλίο «Τουρκικός ιμπεριαλισμός και αποτροπή» κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις Επίκεντρο.
Ολόκληρη η ανάλυση
Η κρίση στην Ουκρανία και η αδυναμία της Δύσης να βοηθήσει το καθεστώς Ζελένσκι που η ίδια εγκατάστησε στην εξουσία για να ληστεύσει την περιουσία του λαού της Ουκρανίας μέσω δανείων απ’ το ΔΝΤ οφείλεται στην ανεπίστρεπτη παρακμή της ίδιας και στη μετατόπιση ισχύος απ’ τον Ευρω-Ατλαντικό χώρο στις Ασιατικές δυνάμεις – κυρίως Κίνα, Ινδία και Ρωσία.
Αν εντρυφήσουμε στα μακρο-οικονομικά δεδομένα, η παρακμή της Δύσης εντάθηκε ειδικά με τη κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ολοκληρώνοντας τη διαδικασία αποβιομηχάνισής της με την υιοθέτηση ενός χρηματιστηριακού καπιταλισμού, βασισμένου στις υπηρεσίες και, σε ιδεολογικό επίπεδο, στο λεγόμενο «δικαιωματισμό».Οι νεο-ιμπεριαλιστικές επιχειρήσεις ενάντια στη Γιουγκοσλαβία, οι επεμβάσεις σε Αφγανιστάν, Ιράκ και Λιβύη δεν αποτελούσαν ένδειξη ισχύος της Δύσης αλλά, μάλλον, ένδειξη αδυναμίας.
Η Κίνα άρχισε να διεισδύει επιθετικά και με δυναμισμό στις Ευρω-ατλαντικές οικονομικές ζώνες, να παίρνει το πάνω χέρι στις άμεσες επενδύσεις στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική, να εξαγοράζει επιχειρήσεις και να επεκτείνεται ακόμα και στη καρδιά των δυτικών οικονομιών, όπως στη Γερμανία, το Καναδά, τις ΗΠΑ και την Αυστραλία. Ταυτόχρονα χρηματοδοτεί τεράστια έργα υποδομής σ’ όλη την Ευρασία μέσω του «νέου δρόμου το μεταξιού».
Στην κινεζική Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων, μέτοχοι τώρα είναι κράτη όπως η Ιταλία, η Γερμανία και η Αγγλία. Ο παρασιτικός χρηματιστηριακός καπιταλισμός τινάχτηκε στον αέρα με τη κρίση του 2007-2010 και την κρίση της Ευρωζώνης – κορύφωση των οποίων υπήρξε η ελληνική κρίση του 2015 – και συνεχίστηκε με τη κρίση της πανδημίας.Σε γενικές γραμμές, η παγκόσμια οικονομική και πολιτική συγκυρία της περιόδου 2000-2020 ανέδειξε ξεκάθαρους νικητές και αυτοί ήταν στο μεν οικονομικό πεδίο η Κίνα, στο δε στρατιωτικό η Ρωσία.
Η Ουκρανική κρίση και η πολιτικά διαιρεμένη Δύση
Η Ουκρανική κρίση δεν είναι παρά ένας κρίκος στην αλυσίδα αποσύνθεσης του Δυτικού γεωπολιτικού και γεω-οικονομικού συστήματος ισχύος στην Ευρασία. Από τη δεκαετία του 1980 και έπειτα, αυτό το σύστημα ισχύος στηρίζονταν σ’ ένα τριπλό άξονα:ΝΑΤΟϊκή επέκταση προς ανατολάς υπό την στρατιωτική αιγίδα των ΗΠΑ,διεύρυνση της ΕΟΚ προς ανατολάς υπό την οικονομική αιγίδα της Γερμανίας,πριμοδότηση της Γαλλικής – και, κατά δεύτερο λόγο, Ιταλικής – επιρροής στη Μεσόγειο και τη Βόρειο Αφρική (η λεγόμενη διαδικασία του Μαγκρέμπ).
Η Τουρκία είναι διχασμένη. Υπάγεται τόσο στον αναπτυξιακό αστερισμό της Ευρασίας παρασυρόμενη από την ανάπτυξη της Κίνας και τη στρατιωτική δυναμική της Ρωσίας – σημειώνω ότι η Τουρκία αναπτύσσει πυρηνικά εργοστάσια με τη βασική συνδρομή της Ρωσίας, ενώ μεγάλες ρωσικές και τουρκικές επιχειρήσεις δρουν σε Τουρκία και Ρωσία αντίστοιχα.Αλλά υπάγεται και στον αστερισμό του ΝΑΤΟ και της ΕΕ λόγω των μεγάλων οικονομικών δεσμών που έχουν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί της όμιλοι, ειδικά με τη Γερμανία, ενώ είναι μέλος της τελωνειακής ένωσης της ΕΕ με θέση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.Στα παραπάνω βρίσκεται το κλειδί για τη κατανόηση της συγκρουσιακής τροχιάς μεταξύ της Γαλλίας και της Τουρκίας στη Μεσόγειο και η επίσημη «συμμαχία» μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας «ενάντια» στη Τουρκία.
Επίσης, η Τουρκία, αυτοτελώς, προσπαθεί να εξισορροπήσει τη Ρωσία σε Μαύρη Θάλασσα, Καύκασο, Λιβύη και Συρία και συνδέεται με την Ουκρανία με εμπορικές συμφωνίες, πώληση στρατιωτικής τεχνολογίας και UAV και απ’ το γεγονός ότι πάνω από 700 μεσαίου και μεγάλου μεγέθους τουρκικές επιχειρήσεις δρουν στην Ουκρανία.Στη ΝΑΤΟϊκή σύσκεψη του Βουκουρεστίου τον Απρίλη του 2008, οι ΗΠΑ νόμισαν ότι είχαν στρώσει το δρόμο για την είσοδο της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ. Ένταξη αυτών των χωρών στο ΝΑΤΟ σήμαινε πυρηνική περικύκλωση της Ρωσίας.
Ουκρανία και Γεωργία αποτελούν χώρες όπου διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντα της κρατικής ασφάλειας της Ρωσίας. Η συγκυρία 2014-15 έριξε κι άλλο λάδι στη φωτιά με το πραξικόπημα ενάντια στο φιλορωσικό καθεστώς της Ουκρανίας, ωθώντας τη Ρωσία στην ενσωμάτωση της Κριμαίας και στη διαδικασία του Μινσκ.Η νέα φιλο-δυτική Ουκρανική κυβέρνηση ουδέποτε τήρησε τη συμφωνία του Μινσκ.
Ανήμπορη ή ανίκανη να κατανοήσει την ίδια της την κρίση καθώς και την αποφασιστικότητα του ρωσικού κράτους ν’ αντισταθεί στην επέκταση του ΝΑΤΟ, η Δύση σήμερα βρίσκεται σε πάρα πολύ άσχημη θέση. Οικονομικά πνέει τα λοίσθια. Πολιτικά είναι διαιρεμένη – δεν μπορεί ν’ αποφασίσει ούτε ακόμα και για το αν η Ρωσία θα πρέπει ν’ αποκλειστεί απ’ το διεθνές τραπεζικό κώδικα συνδιαλλαγών, το SWIFT.
Και στρατιωτικά δεν μπορεί να κινηθεί ενάντια στη Ρωσία γιατί αυτό θα σήμαινε πυρηνικό ολοκαύτωμα. Μόνο η ιδεολογία του δικαιωματισμού «ζει και βασιλεύει» στις μητροπόλεις του δυτικού καπιταλισμού, που είναι ξεκάθαρα ένα υπο-προϊόν της αποβιομηχάνισης, της διάλυσης των συνεκτικών δεσμών και των καθιερωμένων κανονιστικών συμπεριφορών της κοινωνίας που επέφερε ο νεο-φιλελευθερισμός, φαινόμενα πάνω στα οποία χτίζει το αφήγημά του ο νεο-ρατσισμός.
Οι λαοί της Ρωσίας και της Ουκρανίας υποφέρουν απ’ τους υπολογισμούς ισχύος του ρωσικού κράτους και της ΝΑΤΟϊκής επέκτασης.
Απ’ αυτήν την άποψη, η Ουκρανία είναι περισσότερο θύμα της υποκρισίας της Δύσης ότι δήθεν θα τύγχανε της προστασίας της σε περίπτωση σύγκρουσης με τη Ρωσία, παρά της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης η οποία έχει έναν ξεκάθαρο στόχο: αλλαγή καθεστώτος με στόχο την απομάκρυνση για πάντα της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ.Αυτός ο στόχος είναι, σε γενικές γραμμές, ευκταίος, διότι μόνο οι δυτικές περιοχές της Ουκρανίας έχουν αντι-ρωσικό μένος. Στις υπόλοιπες είτε υπάρχουν ισχυρές ρωσόφωνες μειονότητες ή κυριαρχεί το φιλο-ρωσικό στοιχείο.
Η πλειονότητα του πληθυσμού θα ανεχθεί – όπως ανέχθηκε και στο παρελθόν – ένα φιλο-ρωσικό καθεστώς. Ο Δνείπηρος ήταν το σύνορο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας πριν το 1917. Αυτό ήταν το βαθύ νόημα της σύντομης (εθνικιστικής) ομιλίας του Πούτιν με τις αναφορές του στο Λένιν και το Στάλιν από τις οποίες πικράθηκαν το Ελληνικό και το Τουρκικό Κομουνιστικό Κόμμα.
Σ’ αυτή τη συνάφεια, η Ρωσία θα ενδυναμώσει την πίεση στη Βαλτική και στη Φιλανδία, ενώ σε Σερβία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία και Βουλγαρία θα τεθούν νέα διλήμματα τακτικών και στρατηγικών επιλογών.
Ελλάδα υπερ-εξαρτημένη σε ΝΑΤΟ και ΕΕ
Οι ελληνικές πολιτικές ελίτ και η τεράστια πλειονότητα των δημοσιολόγων, ακαδημαϊκών και διανοουμένων δεν έχουν παρόμοιες αναλύσεις. Εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, δεν πρόκειται για διανοητική αδυναμία.Πρόκειται για δεσμεύσεις που έχουν ως προς τις πολιτικές και γραφειοκρατικές εξουσίες στις οποίες λογοδοτούν, δηλ. στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Πρόκειται, ακόμα, και για λόγους επαγγελματικής καριέρας.
Η Ελλάδα είναι μία υπερ-εξαρτημένη αποικία χρέους. Δεν παρουσιάζει καμία αυτοτελή αναπτυξιακή δυναμική – όπως η Τουρκία που είδαμε παραπάνω – ώστε να μπορεί ν’ αρθρώσει μία πολυδιάστατη, αυτοτελή εξωτερική και αμυντική πολιτική.Η ανακοίνωση του ΥΠΕΞ αμέσως μετά την ανακοίνωση απ’ το Πούτιν της ανεξαρτησίας των δύο ανατολικών επαρχιών της Ουκρανίας ήταν να καταδικάσει αυτή τη πράξη και «να δεσμευτεί», ως Ελλάδα, «στη πολιτική των συμμάχων». Η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΕΞ, ωστόσο, δεν έκανε λόγο για καμία «δέσμευση προς τους συμμάχους», αν και καταδίκαζε την κίνηση του Πούτιν.Στην πράξη, η Τουρκία δεν θα κλείσει ποτέ τα Στενά στη Ρωσία και κλιμάκωση της κρίσης θα εμπλέξει άμεσα την Ελλάδα, όπου θα της ζητηθεί να κλείσει το Αιγαίο, να παίξει δηλαδή το ρόλο που έπαιξε η Γερμανία τη περίοδο της κατοχής, όπου είχε κλείσει το Αιγαίο στην ΕΣΣΔ αχρηστεύοντας το ρόλο της Τουρκίας ως κλειδοκράτορα των Στενών απ΄ το 1936 και μετά (Συνθήκη Μοντρέ). Αυτό, ωστόσο, είναι μια απίθανη εξέλιξη.
Κλιμάκωση της κρίσης θα σήμαινε ότι βρισκόμαστε ένα βήμα πριν το πυρηνικό ολοκαύτωμα. Δεν θεωρώ καθόλου τυχαίο ότι, λίγο πριν την ειδική επιχείρηση της Ρωσίας στην Ουκρανία, άρχισε ένας νέος κύκλος «διερευνητικών επαφών» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.Σ’ αυτές τις επαφές, η «Ελλάδα των δεσμεύσεων προς τους συμμάχους» έχει πολύ λίγες πιθανότητες να κερδίσει κάτι, αν μη τι άλλο διότι η Δύση θέλει να κρατήσει τη Τουρκία μακριά από τις μετατοπίσεις ισχύος στην Ευρασία, οι οποίες καθιστούν δομικά τη Τουρκία περισσότερο ισχυρή οικονομικά και περισσότερο ανεξάρτητη πολιτικά.
Οι Ελληνικές ελίτ, με τη δουλεπρεπή προσκόλησή τους στις ΗΠΑ και στη Γερμανία, αδυνατούν να δράσουν πολυδιάστατα και ανεξάρτητα σ’ ένα πολυπολικό κόσμο. Δεν εκφράζουν τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, αλλά τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.Έτσι, κινδυνεύουν ν’ ακρωτηριάσουν τη χώρα εμπλέκοντάς την σε περιπέτειες παρόμοιες μ’ εκείνες του Ελευθερίου Βενιζέλου τις περιόδους 1919-1922 και 1928-32, όπου η μεν Αγγλική αυτοκρατορία κατέρρεε οικονομικά αδυνατώντας να προσφέρει οποιαδήποτε βοήθεια στην Ελλάδα τόσο στη Μικρά Ασία όσο και στη στήριξη της δραχμής το 1930-32.Σήμερα, οι αστικές ελίτ της χώρας εθελοτυφλούν μπροστά στην εξώφθαλμη οικονομική και πολιτική παρακμή των ΗΠΑ και της Δύσης. Πολυδιάστατη εξωτερική και αμυντική πολιτική δεν σημαίνει αντι-αμερικανισμός ή αντι-ΝΑΤΟϊσμός.
Για την Ελλάδα, σε μία πρώτη φάση, σημαίνει σταδιακή και προσεκτική υπαγωγή των συμφερόντων των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Κίνας και της Γερμανίας στα συμφέροντα του λαού της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, κι όχι το ανάποδο, αυτό δηλ. που συμβαίνει μέχρι τώρα.
Ποιος είναι ο κερδισμένος;
Η Δύση βαδίζει ολοταχώς σε μία μεγάλη γεωπολιτική ήττα στρατηγικών διαστάσεων στην Ευρασία. Η κρίση απομάκρυνε τη Μόσχα απ’ το Βερολίνο αλλά αυτό δεν είναι παρά ένα προσωρινό επίτευγμα των ΗΠΑ. Δεν μπόρεσε, ωστόσο, ν’ αποσοβήσει τη παραπέρα σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου.
Οι ΗΠΑ, από λάθος υπολογισμούς που, εν μέρει, έχουν να κάνουν με τη προσκόλλησή τους στη ψυχροπολεμική τους «αντι-κομμουνιστική» στρατηγική, έχουν ξεκινήσει έναν αγώνα εναντίων δύο Ευρασιατικών όγκων, ενός οικονομικού-πληθυσμιακού (Κίνα) κι ενός στρατιωτικού-χωρικού (Ρωσία) τη στιγμή που η οικονομία τους παραπαίει και το μοντέλο του παγκόσμιου χρηματιστηριακού καπιταλισμού που έχτισαν απ’ το 1980 και μετά έχει καταρρεύσει παταγωδώς.
Σύμμαχοι, όπως η Γαλλία, τολμούν να διακηρύξουν ότι το ΝΑΤΟ είναι «διανοητικά νεκρό» πριμοδοτώντας διμερείς συμμαχίες με την Ελλάδα, ένα άλλο μέλος του ΝΑΤΟ, μία συμμαχία που δηλώνει, έστω με δειλό τρόπο, ότι είναι ενάντια σ’ ένα άλλο μέλος του ΝΑΤΟ, την Τουρκία.
Η δε Τουρκία, κατέχει από το 1974 παράνομα το 1/3 της Κυπριακής Δημοκρατίας, μιας χώρας-μέλος της ΕΕ.Δεν πρόκειται για το 1945 και την εποχή του πολέμου της Κορέας, όπου επισείοντας το κομμουνιστικό κίνδυνο και μοιράζοντας χρήμα με το Σχέδιο Μάρσαλ οι ΗΠΑ συσπείρωναν τους Ευρωπαίους.Σήμερα οι ΗΠΑ δεν έχουν καμία τέτοια δυνατότητα και δεν μπορούν να σφυρηλατήσουν καμία ενότητα στην Ευρώπη ενάντια στη Ρωσία και τη Κίνα. Το δε νομικό επιχείρημα είναι ακόμα πιο τραγελαφικό.
Μεγάλοι νικητές Ρωσία και Κίνα
Η Ρωσία κατηγορείται για στρατιωτική εισβολή σε κυρίαρχη χώρα χωρίς την έγκριση του ΣΑ του ΟΗΕ για λόγους προστασίας της εθνοτικής της μειονότητας απ’ τη βάρβαρη μεταχείριση του Ουκρανικού καθεστώτος.Το ίδιο, ωστόσο, έκαναν και οι ΗΠΑ με το ΝΑΤΟ στη περίπτωση του Κοσόβου (αλλά και σε σειρά άλλων περιπτώσεων), όπου ο Μιλόσεβιτς είχε δαιμονοποιηθεί ως σφαγέας των Αλβανών: έτσι, χωρίς την έγκριση του ΣΑ του ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ βομβάρδισε το Βελιγράδι μέχρι που αυτό υπέκυψε.
Ουδείς όμως δεν ενδιαφέρθηκε, για τη παράνομη εισβολή και κατοχή του 1/3 της Κυπριακής Δημοκρατίας απ’ τη Τουρκία ή το συνεχή κατατρεγμό του κουρδικού λαού απ’ το τουρκικό καθεστώς.
Τα «δύο μέτρα και δύο σταθμά» είναι μία καλή οδοδεικτική πινακίδα για να καταλάβουμε την υποκρισία του ιμπεριαλισμού και το ανύπαρκτο ηθικό-ανθρωπιστικό του υπόβαθρο.Έτσι, συνολικά, οι ψυχροί υπολογισμοί κρατικής ισχύος αναδεικνύουν ως μεγάλους νικητές Ρωσία και Κίνα και ως μεγάλο χαμένο την Ευρω-Ατλαντική συμμαχία και, πάνω απ’ όλα, τις ΗΠΑ.
Και είναι μ’ αυτό – ακόμα και τώρα, δεν είναι αργά – που πρέπει ν’ αναμετρηθεί η ιθύνουσα πολιτική ελίτ της Ελλάδας.