Του Δημήτρη Μπεκιάρη
Κατά τις πρόσφατες ομιλίες τους στη Βουλή των Ελλήνων για τον προϋπολογισμό, τόσο ο Αλέξης Τσίπρας, όσο και η Φώφη Γεννηματά συμφώνησαν στα εξής: Στην ανάγκη προοδευτικής διακυβέρνησης και αντικατάστασης της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Η συμφωνία των δύο πολιτικών αρχηγών γέννησε, όπως ήταν φυσικό, σενάρια και φήμες που αποτυπώθηκαν στις πολιτικές και παραπολιτικές στήλες, του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου.
Ο Αλέξης Τσίπρας και η Φώφη Γεννηματά γνώριζαν πριν ανέβουν στο βήμα της Βουλής ότι η ταυτοσημία των τοποθετήσεών τους θα προκαλούσε θόρυβο και όργιο φημών. Και αυτό διότι αφενός μέχρι σήμερα η απόσταση που τους χώριζε ήταν μεγάλη, αφετέρου επίκεινται οι εσωκομματικές διαδικασίες στο Κίνημα Αλλαγής για την ανάδειξη νέας ηγεσίας, αλλά και ενδεχομένως πρόωρες βουλευτικές εκλογές.
Έτσι, το πολιτικό ρεπορτάζ πήρε «φωτιά» με το κοινό συμπέρασμα των πολιτικών συντακτών και αναλυτών να είναι ότι «λιώνουν οι πάγοι» και ότι διαπιστώνεται προσέγγιση της Κουμουνδούρου με τη Χαριλάου Τρικούπη που μπορεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού και μεταβολής των συσχετισμών.
Μέχρι σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας έχει θέσει πολλές φορές το ζήτημα της συστράτευσης των προοδευτικών δυνάμεων σε κοινή προγραμματική βάση. Από την περασμένη άνοιξη ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είχε απευθύνει έμμεσο μεν, ξεκάθαρο δε προσκλητήριο προς τη Φώφη Γεννηματά με την κωδική ονομασία «εκπόνηση προοδευτικού σχεδίου».
Η αλήθεια είναι ότι οι δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα στην Κουμουνδούρου και τη Χαριλάου Τρικούπη είναι ορθάνοιχτοι από εκείνη την περίοδο, δηλαδή από τον Απρίλιο – Μάιο του 2020, με τους συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα και της Φώφης Γεννηματά να πραγματοποιούν διερευνητικές επαφές, αλλά και το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη να παρακολουθεί στενά και με ανησυχία τις διεργασίας στον χώρο που ορίζεται ως «κεντροαριστερά».
Μέχρι τότε, ωστόσο, – η μέχρι σήμερα αν θέλετε – ήταν η ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής και η σταθερή συμπόρευση της με τη ΝΔ ως «ουρά της Δεξιάς» που θόλωναν το αφήγημα της «προγραμματικής συμφωνίας» για συνεργασία» στη συνείδηση της κοινής γνώμης.
Τι άλλαξε, όμως, το τελευταίο χρονικό διάστημα ώστε η μελλοντική του συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με το Κίνημα Αλλαγής να δείχνει πιο εφικτή;
Όχι, δεν συμπάθησαν ξαφνικά ο Αλέξης Τσίπρας και η Φώφη Γεννηματά, ο πρώτος τη δεύτερη. Η εμφάνιση του υπόδικου για το σκάνδαλο Novartis, Ανδρέα Λοβέρδου ως υποψηφίου για την ηγεσία του Κινήματος Αλλαγής, το γεγονός ότι συγκεκριμένα συγκροτήματα των media και συγκεκριμένες εταιρείες δημοσκοπήσεων τον δείχνουν να προηγείται στην εσωκομματική κούρσα, η ενεργοποίηση του «συστήματος Σημίτη» για την υποστήριξη της κυβέρνησης Μητσοτάκη και η ολική επαναφορά στο προσκήνιο της παρέας των «Σαμαροβενιζέλων», έχουν σημάνει συναγερμό υπό το φόβο της πολιτικής απομόνωσης και της συντριβής ανάμεσα στους δύο ισχυρούς πόλους του πολιτικού συστήματος, όχι μόνο στο επιτελείο της επικεφαλής του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ, αλλά και σε επιχειρηματικά συμφέροντα που προωθούν – για τους δικούς τους λόγους – την ιδέα της συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με το Κίνημα Αλλαγής, ώστε να αποτραπεί μελλοντικά να συρθεί ξανά το κόμμα της Φώφης σε μια ταπεινωτική συνεργασία με τη Δεξιά, σε όποιο επίπεδο.
Σε αυτή τη βάση η Φώφη Γεννηματά είναι αναγκασμένη να αναπροσαρμόσει τη στρατηγική της και να αποφασίσει φυσικά αν θα ξεφορτωθεί τα βαρίδια. Το γεγονός ότι ο Ανδρέας Λοβέρδος εμφανίζεται ανοιχτά ως συνοδοιπόρος της σκληρής Δεξιάς η οποία εκφράζεται από συγκεκριμένους κύκλους μέσα στη Νέα Δημοκρατία, αλλά και το γεγονός ότι είναι «εμβληματική» φιγούρα του «κόμματος Novartis» καθιστά μονόδρομο για τη Φώφη Γεννηματά να εγκαταλείψει την «αντιΣΥΡΙΖΑ» στάση και ρητορική και να υιοθετήσει «αντιδεξιό λόγο» που εκ των πραγμάτων θα μικρύνει το χάσμα που τη χωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ και θα ανοίξει το δρόμο για την, έστω και μίνιμουμ, προγραμματική συμφωνία.
Ωστόσο, υπάρχει και άλλη μία σημαντική παράμετρος: Όπως γράφτηκε πιο πάνω υπάρχουν επιχειρηματικά συμφέροντα που για τους δικούς τους λόγους επιδιώκουν και θέλουν να ολοκληρωθεί το ταχύτερο η σύμπραξη των προοδευτικών πολιτικών δυνάμεων και ολοκληρωθεί το διαδικαστικό πλαίσιο της οριοθέτησης του αντιδεξιού αντίβαρου στον πολιτικό βίο. Για την ακρίβεια προς αυτή την κατεύθυνση είναι ισχυρή η βούληση πανίσχυρου οικονομικού παράγοντα, ο οποίος έχει τον τρόπο και τη δυνατότητα να επηρεάζει – ως μπαλαντέρ στην οικονομική και πολιτική ζωή του τόπου – τις εξελίξεις, αλλά και κρίσιμες αποφάσεις κορυφαίων πολιτικών προσώπων.
Εξαιρετικά πληροφορημένη πηγή της στήλης ισχυρίστηκε σε ιδιωτική συζήτηση ότι ο εν λόγω οικονομικός παράγοντας «αποκλείεται να επιτρέψει στον Ανδρέα Λοβέρδο να πάρει στα χέρια του το Κίνημα Αλλαγής».
Το παραπάνω στοιχείο σε συνδυασμό με άλλες, απολύτως εξακριβωμένες πληροφορίες που θέλουν και άλλους ισχυρούς πόλους της οικονομικής ζωής του τόπου, οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους ως συγκοινωνούντα δοχεία, να αναζητούν διαύλους επικοινωνίας με την Κουμουνδούρου και να στηρίζουν από εδώ και στο εξής, στην επόμενη ημέρα μετά την πανδημία, τον ΣΥΡΙΖΑ ή τουλάχιστον να τηρούν ίσες αποστάσεις από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τη ΝΔ, επιδιώκοντας να αποτρέψουν την εγκαθίδρυση ενός είδους μονοκομματικού κράτους της Δεξιάς, είναι ενδείξεις του τι μέλλει γενέσθαι, ειδικά όταν στο τραπέζι των επιλογών που εξετάζουν οι σημερινοί ένοικοι του Μεγάρου Μαξίμου βρίσκεται πάντοτε η επιλογή της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες το ερχόμενο καλοκαίρι, αφού βέβαια θα έχουν ολοκληρωθεί οι εμβολιασμοί στον πληθυσμό.