Πώς περιγράφει τον πολιτικό αιφνιδιασμό, γιατί είπε «όχι» τότε και πώς βλέπει σήμερα τις συνεργασίες απέναντι στη ΝΔ
Η βουλευτής της Νέας Αριστεράς και πρώην υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου επιβεβαίωσε δημόσια ότι ο Αλέξης Τσίπρας της είχε πράγματι προτείνει να αναλάβει την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αποκαλύπτει στο νέο βιβλίο του. «Η πρόταση όπως καταγράφεται στο βιβλίο πράγματι μου έγινε. Έτσι είναι», δήλωσε χαρακτηριστικά στη συνέντευξή της στη NAFTEMPORIKI TV.
Πολιτικός αιφνιδιασμός και λόγοι άρνησης
Η Αχτσιόγλου σημείωσε ότι η πρόταση του Τσίπρα την αιφνιδίασε πλήρως, λέγοντας πως αυτό είναι «από τα χαρακτηριστικά του Αλέξη Τσίπρα». Όπως εξήγησε, η πολιτική της εκτίμηση τότε ήταν ξεκάθαρη: ο Τσίπρας ήταν ακόμη ο ηγέτης του χώρου και η αποχώρησή του θα προκαλούσε «σήμα αποδιοργάνωσης».
Η ίδια υπογράμμισε ότι εκείνη την περίοδο επικρατούσε έντονη εσωκομματική αναταραχή και ότι μια αλλαγή ηγεσίας «θα βάθαινε περαιτέρω» την κρίση. Γι’ αυτό, όπως είπε, θεώρησε ότι δεν ήταν καλή ιδέα να αναλάβει, είτε η ίδια είτε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.
Η «βασανιστική» απόφαση και το πώς οδηγήθηκε τελικά στην υποψηφιότητα
Στη συνέχεια, η πρώην υπουργός αναφέρθηκε στην τελική της απόφαση να θέσει υποψηφιότητα μετά την επίσημη παραίτηση Τσίπρα. «Ήταν μια βασανιστική απόφαση, με πολλές ευθύνες και μικρά χρονικά περιθώρια», είπε.
Όταν όμως ο Τσίπρας ανακοίνωσε ότι αποχωρεί, «οι ευθύνες μάς βάρυναν όλους». Η Αχτσιόγλου εξήγησε ότι συζήτησε με συνεργάτες, ζύγισε την κατάσταση και κατέληξε ότι έπρεπε να καταθέσει μια ολοκληρωμένη πρόταση για τον χώρο – καταλήγοντας στη δική της υποψηφιότητα.
«Ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασιών» – Τα κριτήρια για τα μελλοντικά σχήματα
Η Έφη Αχτσιόγλου τόνισε ότι απέναντι στη Νέα Δημοκρατία χρειάζεται μέτωπο και συσπείρωση. Δεν απέκλεισε μάλιστα το ενδεχόμενο συνεργασιών, με αυστηρά όμως κριτήρια.
«Κάθε σχηματισμός – τωρινός ή μελλοντικός – πρέπει να απαντήσει αν θέλει να συμβάλει στη συσπείρωση δυνάμεων και με ποιο πρόγραμμα κατεβαίνει», δήλωσε.
Όπως ξεκαθάρισε, το ζητούμενο δεν είναι απλώς να εμφανίζονται νέα κόμματα, αλλά να συμβάλλουν πραγματικά στη δημιουργία ενός συνεκτικού αντι-δεξιού μετώπου.
