Η Γερμανοί ομολογούν ότι δεν μπορεί να εγκαταλείψει το ρωσικό φυσικό αέριο – Πλήγμα ανταγωνιστικότητας για την Ευρώπη και αβέβαιο μέλλον για την Ελλάδα
Η Ευρώπη, οι ΗΠΑ και συνολικά η Δύση «θερίζουν» πλέον τις συνέπειες της σύγκρουσης με τη Ρωσία, καθώς το ενεργειακό σύστημα που οικοδομήθηκε μέσα σε λίγους μήνες επιχειρεί να αντικαταστήσει έναν ενεργειακό πάροχο που προσέφερε φθηνή, σταθερή και μακροχρόνια τροφοδοσία. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα συμμετέχει ενεργά στο νέο ενεργειακό παιχνίδι, επιδιώκοντας να απαλλαγεί από το ρωσικό φυσικό αέριο αγωγών και το ρωσικό LNG, επιλέγοντας ως εναλλακτική το πολύ ακριβότερο αμερικανικό LNG.
Ωστόσο, η πραγματικότητα που αποκαλύπτεται πλέον σε επίπεδο ευρωπαϊκών θεσμών και κυβερνήσεων είναι εντελώς διαφορετική: η εξάρτηση από τη Μόσχα δεν έχει τερματιστεί, ούτε μπορεί να τερματιστεί χωρίς τεράστιο οικονομικό κόστος.
Οι συμβάσεις με τη Ρωσία δεσμεύουν τη Γερμανία έως το 2028
Ο Klaus Müller, επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Δικτύων της Γερμανίας, διατύπωσε την πιο καθαρή παραδοχή που έχει κάνει ποτέ Γερμανός αξιωματούχος μετά την έναρξη του πολέμου. Παρά τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας και την πολιτική δέσμευση για απεξάρτηση από τη Ρωσία, η Γερμανία δεν μπορεί να σταματήσει τις αγορές ρωσικού φυσικού αερίου.
Ο Müller εξήγησε ότι η χώρα υποχρεούται να τηρήσει τις συμβάσεις που έχει υπογράψει, ενώ οι ρήτρες «take or pay» καθιστούν αδύνατη τη μονομερή ακύρωσή τους. Αν η Γερμανία σταματούσε τις αγορές, θα έπρεπε να πληρώσει πλήρως για όλο το αέριο που δεν θα παραλάβει, με τη Ρωσία να έχει τη δυνατότητα να το πουλήσει ξανά, πολλαπλασιάζοντας τα κέρδη της.
Οι συμβάσεις λήγουν το 2028, που σημαίνει ότι μέχρι τότε η Γερμανία θα συνεχίσει να αγοράζει είτε από αγωγούς είτε μέσω LNG. Πρόκειται για μια εξέλιξη που ανατρέπει πλήρως το αφήγημα της «απεξάρτησης».
Η εικόνα κατανάλωσης στη Γερμανία και η οικονομική πραγματικότητα
Το 2024 η Γερμανία κατανάλωσε 69,6 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, ποσότητα σχεδόν ταυτόσημη με τις προπολεμικές εισαγωγές από τη Ρωσία μόνο. Η υποχώρηση των συνολικών εισαγωγών τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει σε βαριές οικονομικές συνέπειες, παρά τις προσπάθειες υποκατάστασης.
Την ίδια ώρα, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη Γερμανία μειώνεται σταθερά, από 609 δισ. κιλοβατώρες το 2019 σε 501 δισ. το 2024, πτώση 20% μέσα σε πέντε χρόνια. Η εξέλιξη αυτή αντανακλά την πίεση στις ενεργοβόρες βιομηχανίες, πολλές από τις οποίες εξετάζουν ή έχουν ήδη αποφασίσει να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Το αμερικανικό LNG: πανάκριβο και μη ανταγωνιστικό
Με την επίμονη πίεση των ΗΠΑ, το αμερικανικό LNG επιβλήθηκε ως βασική εναλλακτική για την Ευρώπη. Ωστόσο, το κόστος του είναι 2,25 φορές υψηλότερο από το ρωσικό φυσικό αέριο, καταστρέφοντας την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.
Το LNG δεν προσφέρει ούτε σταθερό κόστος ούτε ενεργειακή ασφάλεια. Αντίθετα, μετατρέπει την Ευρώπη σε αγοραστή που εξαρτάται από προϊόν υψηλής τιμής και ασταθούς διεθνούς αγοράς.
Η Ευρώπη απορροφά πλέον το 67% των συνολικών αμερικανικών εξαγωγών LNG, ενώ οι ΗΠΑ έχουν σχεδόν μηδενίσει τις πωλήσεις προς την Ασία – μια αγορά παραδοσιακά υψηλής ζήτησης και υψηλής τιμής.
Η κρίση στις ασιατικές αγορές και ο κίνδυνος για τις ΗΠΑ
Η Κίνα έχει μειώσει σχεδόν στο μηδέν τις εισαγωγές αμερικανικού LNG. Οι συνολικές εξαγωγές προς Ασία–Ειρηνικό έχουν βυθιστεί στο 19%, προκαλώντας ανησυχία για το μέλλον του αμερικανικού LNG που πλέον εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την Ευρώπη.
Οι ΗΠΑ βλέπουν ότι:
- η ασιατική αγορά κλείνει,
- η ευρωπαϊκή αγορά έχει ήδη φτάσει στα όριά της,
- η κατανάλωση φυσικού αερίου στην ΕΕ αυξάνεται μόλις 2% σε ετήσια βάση, ενώ οι εισαγωγές LNG αυξάνονται κατά 22%.
Πρόκειται για ένα μοντέλο που δεν μπορεί να διατηρηθεί μακροπρόθεσμα.
Το ελληνικό ενεργειακό deal σε κίνδυνο
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα έχει εμπλακεί ενεργά στο επιχειρηματικό παιχνίδι, επιδιώκοντας να αντικαταστήσει το ρωσικό αέριο με εναλλακτικές πηγές. Το πρόσφατο deal ΔΕΠΑ – Aktor, που προβλέπει δίκτυο τροφοδοσίας φυσικού αερίου προς την Ανατολική Ευρώπη, εκτιμάται ότι μπορεί να αποφέρει 150 εκατ. ευρώ ετησίως για 20 χρόνια, δηλαδή συνολικά 3 δισ. ευρώ.
Ωστόσο, οι προοπτικές του έργου είναι αβέβαιες:
- Αν επέλθει ειρήνη στην Ουκρανία, η αγορά θα στραφεί ξανά στο φθηνό ρωσικό αέριο, οδηγώντας το deal σε κατάρρευση.
- Οι ΗΠΑ μπορεί να επιχειρήσουν να “αμερικανοποιήσουν” ρωσικό LNG, βαφτίζοντάς το αμερικανικό για να διατηρήσουν τις ροές προς την Ευρώπη.
- Βουλγαρία και Ρουμανία μπορούν να αγοράζουν απευθείας από τη Ρωσία σε τιμή 60% χαμηλότερη, καθιστώντας ασύμφορη οποιαδήποτε ενδιάμεση λύση.
Σε όλες τις περιπτώσεις, ο παράγοντας που καθορίζει την ευρωπαϊκή βιομηχανία παραμένει αδιαπραγμάτευτος:
η ανάγκη για φθηνή ενέργεια – και η Ρωσία εξακολουθεί να έχει το απόλυτο όπλο.
