Μετά από έντονες πιέσεις των επαγγελματικών φορέων, το ΥΠΟΙΚ μεταθέτει για την 1η Δεκεμβρίου 2025 την εφαρμογή του νέου συστήματος πληρωμών IRIS, δίνοντας χρόνο στην αγορά να προσαρμοστεί
Το Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε επίσημα τη μετάθεση της υποχρεωτικής εφαρμογής του συστήματος πληρωμών IRIS από την 1η Νοεμβρίου στην 1η Δεκεμβρίου 2025, κατόπιν εισήγησης που εντάχθηκε στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο.
Η απόφαση ελήφθη μετά από πιέσεις επαγγελματικών και εμπορικών φορέων, οι οποίοι είχαν προειδοποιήσει ότι η άμεση εφαρμογή του συστήματος θα προκαλούσε σοβαρές δυσλειτουργίες και κινδύνους παράλυσης της αγοράς.
Πολλές επιχειρήσεις —ιδίως μικρές και μεσαίες— δήλωναν τεχνικά ανέτοιμες να υιοθετήσουν τη νέα ψηφιακή υποδομή, ενώ αρκετές ζήτησαν εύλογο χρονικό περιθώριο για την προσαρμογή των POS και των λογιστικών τους συστημάτων.
Το υπουργείο, αναγνωρίζοντας το εύρος των προβλημάτων, ενσωμάτωσε νομοθετική ρύθμιση παράτασης, δίνοντας ένα κρίσιμο περιθώριο ενός μήνα ώστε η μετάβαση να γίνει ομαλά και χωρίς αναταράξεις.
Τι προβλέπει η νέα ρύθμιση – Υποχρεωτικότητα και πρόστιμα
Σύμφωνα με τη διάταξη, από την 1η Δεκεμβρίου 2025, όλες οι επιχειρήσεις ανεξαρτήτως μεγέθους ή δραστηριότητας θα πρέπει υποχρεωτικά να δέχονται πληρωμές μέσω IRIS, είτε:
- μέσω POS,
- είτε μέσω QR Code συνδεδεμένου με φορολογικό μηχανισμό ή πάροχο ηλεκτρονικής τιμολόγησης.
Οι κυρώσεις για μη συμμόρφωση είναι ιδιαίτερα αυστηρές:
- 10.000 ευρώ για επιχειρήσεις με απλογραφικά βιβλία,
- 20.000 ευρώ για επιχειρήσεις με διπλογραφικά.
Ωστόσο, προβλέπεται μείωση 50% των προστίμων για εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε μικρούς οικισμούς ή μη τουριστικά νησιά, όπου οι γεωγραφικές δυσκολίες καθιστούν τη μετάβαση πιο περίπλοκη.
Οι επαγγελματικοί φορείς χαιρέτισαν την απόφαση
Η αγορά είχε εκφράσει έντονες επιφυλάξεις για την τεχνική ετοιμότητα των επιχειρήσεων να υιοθετήσουν το IRIS.
Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (ΒΕΘ), σε επιστολή του προς το ΥΠΟΙΚ και την ΑΑΔΕ, επισήμανε πως «πολλές επιχειρήσεις δεν έχουν ολοκληρώσει τις απαραίτητες τεχνικές προσαρμογές».
Ο πρόεδρος του ΒΕΘ, Μάριος Παπαδόπουλος, προειδοποίησε με σαφήνεια:
«Η μετάβαση απαιτεί χρόνο και υποδομές που σήμερα δεν υπάρχουν. Διαφορετικά, χιλιάδες επαγγελματίες θα τιμωρηθούν χωρίς δική τους υπαιτιότητα».
Ανάλογη στάση κράτησε και το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΕΕΑ). Ο πρόεδρός του, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, τόνισε:
«Οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να επιβαρύνονται για αδυναμίες που δεν ελέγχουν. Χρειάζεται παράταση για να αποφευχθεί νέος κύκλος αναστάτωσης στην αγορά».
Το οικονομικό βάρος της μετάβασης για τις μικρές επιχειρήσεις
Πέρα από τα τεχνικά ζητήματα, οικονομική ανησυχία προκαλεί και το κόστος αναβάθμισης των συστημάτων πληρωμών. Η αντικατάσταση ή αναβάθμιση POS και λογισμικών κοστίζει από 500 έως 1.500 ευρώ ανά επιχείρηση, ποσό δυσβάστακτο για μικρούς επαγγελματίες και οικογενειακές επιχειρήσεις.
Ο κ. Χατζηθεοδοσίου ζήτησε κρατική παρέμβαση:
«Η πολιτεία οφείλει να στηρίξει την ψηφιακή προσαρμογή, παρέχοντας επιδοτήσεις ή προγράμματα ενίσχυσης, όπως έγινε με τα POS».
Παρόμοιο αίτημα διατύπωσε και η Συντεχνία Αρτοποιών Αθηνών, ζητώντας μεταβατικό στάδιο για τις μικρές επιχειρήσεις του κλάδου, που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες τεχνικές και λειτουργικές δυσκολίες.
Τα νέα όρια συναλλαγών και το χρονοδιάγραμμα
Το νομοθετικό πλαίσιο διατηρεί για φέτος σταθερά τα όρια συναλλαγών μέσω IRIS:
- 500 ευρώ ημερησίως για πληρωμές μεταξύ ιδιωτών ή προς επαγγελματίες,
- 1.000 ευρώ ημερησίως ως ανώτατο όριο.
Από τον Ιανουάριο του 2026, τα όρια θα αυξηθούν σε:
- 1.000 ευρώ ημερησίως,
- 5.000 ευρώ μηνιαίως για ιδιώτες.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι το IRIS θα ενισχύσει τη διαφάνεια, θα περιορίσει τη φοροδιαφυγή και θα εκσυγχρονίσει το ηλεκτρονικό σύστημα πληρωμών, εντάσσοντας τη χώρα σε μια νέα εποχή ψηφιακής διαφάνειας.
Μια «ανάσα» για την αγορά – Η επόμενη μέρα της ψηφιακής μετάβασης
Η παράταση κατά έναν μήνα εκτιμάται ως ανάγκη και όχι καθυστέρηση. Δίνει τη δυνατότητα σε χιλιάδες επιχειρήσεις να προετοιμαστούν και να αποφευχθούν τεχνικά χάσματα που θα μπορούσαν να παραλύσουν την αγορά.
Η ομαλή ενσωμάτωση του IRIS θα αποτελέσει κρίσιμο τεστ για τη ψηφιακή ωριμότητα της ελληνικής οικονομίας και θα καθορίσει το πόσο αποτελεσματικά θα μπορέσει το κράτος να συνδυάσει φορολογική συμμόρφωση με τεχνολογική καινοτομία.
