Ο υπουργός Άμυνας Ισραέλ Κατς δηλώνει αμετακίνητη την πρόθεση του Ισραήλ να συνεχίσει την επιχείρηση στη Λωρίδα της Γάζας μετά τους σφοδρούς νυχτερινούς βομβαρδισμούς — οι δηλώσεις του θέτουν εκ νέου στο επίκεντρο το ζήτημα των ομήρων και την κλιμάκωση της σύγκρουσης
Ο υπουργός Άμυνας Ισραέλ Κατς τόνισε σήμερα με απόλυτη σαφήνεια την αποφασιστικότητα του Ισραήλ να συνεχίσει την επίθεσή του στη Λωρίδα της Γάζας, λίγες ώρες μετά τους σφοδρούς νυχτερινούς βομβαρδισμούς που πραγματοποίησε ο ισραηλινός στρατός στην πόλη της Γάζας και στα περίχωρά της. Με σύντομη αλλά φορτισμένη ανάρτηση στο X, ο κ. Κατς περιέγραψε την κατάσταση με εικόνες πολεμικής έντασης: «Η Γάζα καίγεται. Ο στρατός πλήττει με ατσάλινη γροθιά τις τρομοκρατικές υποδομές και οι στρατιώτες μας μάχονται γενναία για να δημιουργήσουν τις απαραίτητες συνθήκες για την απελευθέρωση των ομήρων και την ήττα της Χαμάς».
Σε μια φράση που δεν αφήνει περιθώρια ερμηνείας, ο υπουργός συμπλήρωσε: «Δεν θα υποχωρήσουμε παρά μόνο αφού ολοκληρωθεί η αποστολή» — μια ρητή δέσμευση για συνέχιση της στρατιωτικής πίεσης, ανεξαρτήτως διεθνών αντιδράσεων ή του ανθρώπινου κόστους στη λωρίδα της Γάζας. Η επιλογή λόγου και εικόνων (καίγεται, ατσάλινη γροθιά, γενναία μάχη) συνθέτει ένα αφήγημα που βάζει ως προτεραιότητα την εκκαθάριση των δομών της Χαμάς και την ανάκτηση των αιχμαλώτων, ακόμη και αν αυτό σημαίνει κλιμάκωση.
Το επιχείρημα των ισραηλινών αρχών: όμηροι και στρατηγικός στόχος
Το κεντρικό σκεπτικό που επαναλαμβάνουν κυβερνητικά και στρατιωτικά χείλη στο Ισραήλ είναι σαφές: ο πόλεμος αυτός δικαιολογείται από την ανάγκη εξακρίβωσης των τρομοκρατικών υποδομών και κυρίως από την αποδέσμευση των ομήρων. Η ρητορική του κ. Κατς ενσωματώνει επακριβώς αυτό το μοτίβο — ασφαλώς σκληρή στρατιωτική δράση παρουσιάζεται ως μονόδρομος προκειμένου να δημιουργηθούν οι «συνθήκες» για την απελευθέρωση ομήρων και τη «νίκη» επί της Χαμάς.
Παράλληλα, τέτοιου τύπου δηλώσεις έχουν πρακτική επίπτωση: ενισχύουν τη στρατιωτική εντολή για συνέχεια των επιθέσεων, συσπειρώνουν το εσωτερικό ακροατήριο με αφήγημα ασφάλειας και πιέζουν διεθνώς για αποδοχή των ισραηλινών ενεργειών ως αναγκαίων — με ό,τι αυτό σημαίνει για την πρόσθετη ανθρώπινη τραγωδία στη Γάζα.
Κίνδυνοι κλιμάκωσης και διεθνείς αντιδράσεις
Η προειδοποιητική ρητορική περί «μη υποχώρησης» και η φρασεολογία περί «ατσάλινης γροθιάς» αυξάνουν τον κίνδυνο διεθνούς απομόνωσης και ενδεχόμενης διπλωματικής πίεσης. Σε πρακτικό επίπεδο, κάθε νέα φάση βομβαρδισμών σημαίνει επιπλέον θύματα αμάχων, εντεινόμενες προσφυγικές ροές και αυξανόμενη πίεση από κράτη και διεθνείς οργανισμούς που ζητούν άμεση κατάπαυση του πυρός και ανθρωπιστική πρόσβαση.
Ταυτόχρονα, η προσήλωση στην «ολοκλήρωση της αποστολής» χωρίς σαφές χρονοδιάγραμμα ανοίγει το δρόμο σε μακροχρόνια εμπλοκή, όπου το πεδίο της μάχης παρατείνεται και τα πολιτικά κόστη αυξάνονται — τόσο για το ίδιο το Ισραήλ όσο και για τους διεθνείς συνομιλητές του που έχουν επιδιώξει μέχρι στιγμής ειρηνευτικές μεσολαβήσεις.
Τι δείχνουν οι χειροπιαστές συνέπειες: πόλεμος, όμηροι, και η «τελική αποστολή»
Η ρητορική Κατς εγγράφεται σε μια ευρύτερη στρατηγική που θέτει ως άξονα την αποτροπή δομών της Χαμάς και την επιστροφή ομήρων ως βασική προτεραιότητα. Ωστόσο, η συνοχή μεταξύ στρατιωτικού σχεδιασμού και διπλωματικής ρεαλιστικότητας δεν είναι δεδομένη: κάθε επιχειρησιακή κίνηση στο έδαφος της Γάζας παράγει άμεσες ανθρωπιστικές συνέπειες — καμένα σπίτια, υποδομές σε συντρίμμια, νέους πρόσφυγες — και αυξάνει την πίεση στα διεθνή όργανα.
Αν η «αποστολή» που επικαλείται ο κ. Κατς δεν συνοδευτεί από σαφή πολιτικό σχεδιασμό για τον μεταπολεμικό χρόνο και εγγυήσεις ασφαλείας, τότε η επόμενη φάση δεν θα είναι μόνο ένα ζήτημα στρατιωτικής επιτυχίας αλλά και βιωσιμότητας πολιτικών λύσεων στην περιοχή.