Του Γιώργου Λακόπουλου
Πάνω στην ώρα: ενώ ο Μητσοτάκης καλείται να απολογηθεί για τη συσχέτιση του δημοσίου χρήματος με μιντιακές και δημοσκοπικές δραστηριότητες -στον απόηχο της κατακρήμνισης του Κουρτς στην Αυστρία, για ανάλογες και μάλιστα παλαιότερες υποθέσεις -μια ακόμη δημοσκόπηση επικαιροποίησε αυτή τη συσχέτιση.
Σύμφωνα με την εταιρία Mark, μετά από δυο και πλέον χρόνια κυβερνητικής αποτυχίας σε πολλά μέτωπα και μετά από ένα καλοκαίρι εμφανούς πολιτικής ανάκαμψης της αντιπολίτευσης, με φόντο την λαϊκή αντίδραση κατά των κυβερνητικών επιλογών- ο Μητσοτάκης κερδίζει έδαφος και ο Τσίπρας χάνει. Περισσότερος μαζοχισμός σε λίγο.
Δεν μπορεί πράγματι η τρέχουσα διαφορά ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ να είναι 12 μονάδες- δηλαδή παραπάνω από τις προηγούμενες εκλογές- παρόλα όσα έχουν μεσολαβήσει;
Φυσικά και θα μπορούσε να είναι. Και 12 και 15 και 20 μονάδες. Αλλά το ερώτημα είναι: πώς το ξέρουμε;
Ότι το λέει μια εταιρία που δηλώνει ότι ερευνά τις διαθέσεις της κοινής γνώμης δεν αρκεί. Πρέπει να αποδεικνύεται κιόλας. Και ο μόνος τρόπος για να αποδειχθεί είναι να ερευνηθεί από ανεξάρτητη αρχή για τις μεθόδους της και τις σχέσεις της με το πολιτικό σύστημα. Όχι μόνο η ίδια, αλλά και οι υπόλοιπες εταιρίες.
Εδώ βρίσκεται η καρδιά του δημοσκοπικού προβλήματος στην Ελλάδα. Ποτέ δεν γίνονται γνωστά τα βασικά στοιχεία εγκυρότητας μιας δημοσκόπησης:
Ποιος την πληρώνει και πόσο;
Ποιος ελέγχει αν η έρευνα διενεργήθηκε με αποδεκτή μέθοδο; Αν τα στοιχεία της υπάρχουν κάπου και η πραγματική επεξεργασία τους δείχνει αυτά που δημοσιεύει η εταιρία;
Όσο αυτός ο έλεγχος δεν γίνεται – από το κατά νόμο αρμόδιο φορέα που είναι το ΕΣΡ -ο καθένας μπορεί να ισχυρίζεται ό,τι θέλει. Και ασφαλώς ο οποιοσδήποτε να το αμφισβητεί.
Μας πήραν είδηση και οι ξένοι
Την αμφισβήτηση υποκινεί και ένα άλλο σκοτεινό πεδίο: η σχέση των δημοσκοπικών εταιριών με το κρατικό ταμείο.
Σε κανένα μητρώο δεν καταγράφονται οι συμβάσεις των εταιριών με τον δημόσιο τομέα, ώστε να αποκλειστεί ότι τα ευνοϊκά αποτελέσματα για την κυβέρνηση δεν είναι αποτέλεσμα της χρηματοδότησης τους από το κράτος.
Αντίθετα η περίπτωση της Opinion Poll επικαιροποίησε και αυτό το πρόβλημα. Το οποίο παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις. Όχι μόνο επειδή η συνασπισμένη αντιπολίτευση ζητάει εξηγήσεις, αλλά και γιατί μας πήραν είδηση και οι ξένοι.
To Euroactive αναδεικνύει τις ομοιότητες Μητσοτάκη-Κουρτς, με μια ακόμη πιο επιβαρυντική αναφορά για την Ελλάδα:
Για το 2021, είχε μία από τις χειρότερες επιδόσεις σε επίπεδοΕΕ. Κατατάσσεται 70ή από 180 χώρες, ακολουθούμενη από την Ουγγαρία (92) και τη Βουλγαρία (112)».
Άρα η όποια κυβερνητική εκτροπή σ’ αυτό το θέμα συνδέεται με την επιδείνωση της ελευθερίας των ΜΜΕ και της ποιότητας στην ενημέρωση επί των ημερών της σημερινής κυβέρνησης. Σε βαθμό που να αποκτά η Ελλάδα τριτοκοσμικά χαρακτηριστικά.
Σε αυτή τη χρυσοφόρο φλέβα χτύπησε ο Αλέξης Τσίπρας ζητώντας εξεταστική Επιτροπή για την διάθεση δημόσιου χρήματος στα ΜΜΕ και για τη σχέση κυβέρνησης και δημοσκοπικών εταιριών.
Ότι εξασφάλισε τη συγκατάθεση του συνόλου της αντιπολίτευσης, δείχνει το βάθος και την πολιτική σημασία του θέματος. Γιατί αν ευνοείται σκανδαλωδώς η κυβέρνηση από τους δημοσκόπους, αυτομάτως αδικούνται τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Εκ των πραγμάτων η εξέλιξη οδηγεί την κυβέρνηση σε πλήρη πολιτική απομόνωση, για πρώτη φορά στη θητεία της. Στη Βουλή πρέπει να απολογηθεί για πολύ περισσότερα από την αδιαφανή διάθεση των 42 εκατομμυρίων με τις «λίστες» για «διαφημιστικούς » λόγους, σε σχέση με την πανδημία.
Πρέπει να παρουσιάσει και τις λίστες με τις «δουλειές» του δημοσίου που έχουν αναλάβει δημοσκοπικές εταιρίες. Τις λίστες με τις στρατιές δημοσιογράφων που απασχολεί και τις διευκολύνσεις σε μιντιάρχες. Τις συμβάσεις με επικοινωνιολόγους , και άλλους ειδικούς του πολιτικού μάρκετινγκ εντός και εκτός Ελλάδας .
Να παρουσιάσει τα ποσά που έχει διαθέσει ως τώρα για την εν γένει μιντιακή υποστήριξή της.
Η αρχή πρέπει να γίνει από τα αρχεία των εταιριών για να εξακριβωθεί η αξιοπιστία όσων ανακοινώνουν κατά καιρούς. Μπορεί να έχουν δίκιο, αλλά να το αποδείξουν. Αλλιώς δεν δημοσιεύουν γκάλοπ, αλλά αυτοεκπληρούμενες προφητείες.
Οι «πίτες» και οι «κολώνες» που ανακοινώνουν είναι απλώς ισχυρισμοί, όσο δεν τεκμηριώνονται. Και στους ισχυρισμούς υπάρχει αντίλογος.
Ειδικά σε μια περίοδο που η κοινή γνώμη είναι εμφανώς δυσαρεστημένη με την κυβέρνηση- το δείχνουν οι… δημοσκοπήσεις -πώς γίνεται να ψηφίσουν οι πολίτες τον Μητσοτάκη ;
Πώς γίνεται να εμφανίζεται ο ορυμαγδός των μετρήσεων, όταν ο Πρωθυπουργός βρίσκεται με τη πλάτη στον τοίχο;
Πώς μπορούν οι, χειμαζόμενοι από την κρίση, δημοσκόποι να διακρίνουν με επαρκή εργαλεία τις διαθέσεις των πολιτών; Δεν νοείται να είναι κουμπωμένοι με τους πολιτικούς, και τα ΜΜΕ, αλλά εξομολογούνται στους ερευνητές των δημοσκόπων και μάλιστα τηλεφωνικά;
Μήπως κάτι ξέρει ο πολύπειρος Ντίνος Ρουτζούνης της «Κάπα-Research»- και αυτή την περίοδο αποφεύγει την αναζήτηση της πρόθεσης ψήφου, προτιμώντας πιο ουσιαστικές ανιχνεύσεις;
Οι δημοσκοπήσεις πρέπει να ελέγχονται
Ο καθένας μπορεί να παραγγέλλει μια δημοσκόπηση και να την καταναλώνει, χωρίς να ενδιαφέρεται για λεπτομέρειες. Αλλά οι δημοσκοπήσεις που δημοσιεύονται πρέπει να ελέγχονται για το ενδεχόμενο της νόθευσης.
Όσο η Πολιτεία οφείλει να φροντίζει ώστε να μην διακινούνται αλλοιωμένα προϊόντα, άλλο τόσο και περισσότερο οφείλει να μεριμνά ώστε να μη νοθεύεται ένα προϊόν που επηρεάζει τη λαϊκή βούληση. Με αντίστοιχες συνέπειες στην ποιότητα της Δημοκρατίας.
Το ενδεχόμενο του δημοσκόπου, που αντί να μετράει την διάθεση της κοινής γνώμης επιχειρεί να την κατασκευάσει ή την επινοεί, είναι έγκλημα κατά του κοινοβουλευτισμού.
Μια χώρα στην οποία ο οποιοσδήποτε μπορεί να παραγγείλει δημοσκοπήσεις μαζί με το αποτελέσμα τους, είναι μπανανία.
Μπροστά σ’ αυτή ην εξέλιξη η κυβέρνηση δείχνει τα σημάδια του πανικού της. Προφανώς όλοι γνωρίζουν ότι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η εκλογική νίκη της ΝΔ είναι προϊόντα -και- επικοινωνιακών μεθοδεύσεων στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η δημοσκοπική παράμετρος.
Αν η έρευνα πάει θα βάθος θα αποκαλυφθούν σημεία και τέρατα. Και κυρίως ότι υπάρχουν πολλά λεφτά στην υπηρεσία της πολιτικής επικράτησης.
Αυτό βάζει το κάδρο τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Αν τα λεφτά είναι όσα εκτιμούν κάποιοι παρατηρητές, τότε το θέμα φεύγει από τον Πέτσα και τους υπουργούς. Θα πρέπει να δώσει λόγο ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, στον οποίο καταλήγει το εξαγορασμένο αποτέλεσμα.
Ο βαθμός θορύβησης της κυβέρνησης προκύπτει και από την προσπάθεια αντιπερισπασμού και συμψηφισμών. Ήδη αντί να συνταχθεί με την δημοκρατική ανάγκη για ερευνα σε όσα της καταλογίζουν, θα ζητήσει να επεκταθεί και στην περίοδο Τσίπρα.
Πρακτικά αυτό σημάνει ότι θα ξανα-σερβιριστούν εκ μέρους της τα πεθαμένα λικέρ για τον Καλογρίτσα τον Παππά, τον Πετσίτη και τον…Μαδούρο.
Από το χαρμάνι δεν θα λείψει προφανώς ο εκδότης και δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης τα ΜΜΕ του οποίου ρέπουν στην ιεροσυλία: κάνουν έρευνες και αποκαλύψεις για τον πρωθυπουργό και τις δραστηριότητες μελών της οικογένειας του.
Σε κάθε περίπτωση και παρά την αριθμητική πλειοψηφία της στη Βουλή -η οποία δεν εμποδίζει κανέναν ευσυνείδητο εισαγγελέα να κάνει τη δική του ερευνα- η κυβέρνηση βρίσκεται με τη πλάτη στον τοίχο.
Ειδικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης βλέπει να πέφτει και να τον πλακώνει το οικοδόμημα που ο ίδιος δημιούργησε για να αναδειχθεί. Στο τέλος η βόμβα θα σκάσει στα χέρια του.