Επιστροφή στον σκληρό χειμώνα του 1945 ζει η Γερμανία όταν προσπαθούσε μετά την λήξη του Β’ ΠΠ να ζεσταθεί με ότι μπορούσε και να ανακάμψει. Έτσι και σήμερα προσπαθεί με κάθε τρόπο να αντιμετωπίσει το χειμώνα που έρχεται και το κρύο που φέρνει χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα τα καταφέρει.
Αντλίες θερμότητας και συγκέντρωση καυσόξυλων είναι στην ημερήσια διάταξη σε μια προσπάθεια θωράκισης την ίδια στιγμή που οι αντιδράσεις (και δεν έχει φύγει το καλοκαίρι) στις κοινωνίες να φτάνει χώρες όπως η Ισπανία να οδηγούνται σε τακτικισμούς για να περάσει το νομοσχέδιο που θα μειώσει την κατανάλωση της ενέργειας.
Ηδη χωρίς το τελευταίο της οχυρό, δηλαδή τη μεταφορά εκατομμυρίων τόνων εμπορευμάτων μέσω του ποταμού Ρήνου (λόγω ξηρασίας), η Γερμανία καλείται τώρα να αμυνθεί απέναντι όχι μόνο στην επέλαση του ψυχρού χειμώνα, αλλά και των καυτών τιμολογίων της Gazprom, η οποία προσδιόρισε στα μέσα της εβδομάδας τη μέση τιμή του εξαγόμενου φυσικού αερίου στα 730 δολάρια ανά 1.000 κ.μ. (έναντι 304,6 δολαρίων ανά 1.000 κ.μ. πέρυσι), σκορπώντας ρίγη πανικού στην Ε.Ε.
Γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς έσπευσε να εξαγγείλει τη μείωση του ΦΠΑ στο φυσικό αέριο στο 7%, σε μια προσπάθεια να αντισταθμίσει τις κοινωνικές αντιδράσεις από τη μετακύλιση του ενεργειακού κόστους στους καταναλωτές μετά την έκτακτη εισφορά αερίου 2,419 λεπτά/kWh, η οποία ανακοινώθηκε πριν από λίγες ημέρες μέχρι το τέλος Μαρτίου του 2024.
Παρά το «ψαλίδι» στον ΦΠΑ, ο οριζόντιος φόρος λειτουργεί μάλλον συσσωρευτικά, όταν το 40% των Γερμανών αναμένει επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης τους επόμενους μήνες (σύμφωνα με έρευνα του δημόσιου δικτύου ZDF), ζητώντας νέες πρωτοβουλίες στήριξης από πλευράς της κυβέρνησης.
Μολονότι η προσπάθεια του Ολαφ Σολτς να αναχαιτίσει την επιβάρυνση των νοικοκυριών από την «ασφυξία» της Gazprom μεταφράζεται σε 30 δισ. ευρώ, ο υψηλός πληθωρισμός, το κύμα ανατιμήσεων και συνακόλουθα η βίαιη υποχώρηση του βιοτικού επιπέδου προβληματίζουν σοβαρά τους Γερμανούς.
Δρώντας κατά μόνας, σε εντυπωσιακά επίπεδα κυμαίνεται τις τελευταίες ημέρες η προμήθεια των γερμανικών νοικοκυριών σε καυσόξυλα, αφού η τιμή τους εκτιμάται ότι θα τριπλασιαστεί μέχρι το νέο έτος.
Παράλληλα, σε λίστα αναμονής με ορίζοντα το καλοκαίρι του 2023 εντάσσονται σωρηδόν Γερμανοί καταναλωτές που επιθυμούν την κατασκευή τζακιών στις κατοικίες τους, ενώ περισσότερες από 60.000 αιτήσεις για συστήματα θέρμανσης βιομάζας έχουν κατατεθεί στην αρμόδια Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Οικονομικών Υποθέσεων και Ελέγχου Εξαγωγών από τις αρχές του 2022.
Αναζητώντας σανίδα σωτηρίας από τον ρωσικό… καύσωνα τον φετινό χειμώνα, ανάρπαστες έχουν γίνει το τελευταίο διάστημα στη Γερμανία και οι αντλίες θερμότητας.
Κατά τις εκτιμήσεις της Ομοσπονδίας της Γερμανικής Βιομηχανίας Θέρμανσης, τουλάχιστον 25% περισσότερες νέες αντλίες θερμότητας παραδόθηκαν το α’ φετινό εξάμηνο σε σχέση με πέρυσι, τη στιγμή που οι πωλήσεις μονάδων θέρμανσης αερίου κατέγραψαν πτώση 10%, σύμφωνα με την εφημερίδα «Handelsblatt», η οποία κάνει λόγο για «την πρώτη απόδειξη μιας θεμελιώδους αλλαγής» στον τομέα της θέρμανσης.
Στόχος της κυβέρνησης Σολτς είναι, άλλωστε, η εγκατάσταση 500.000 αντλιών μέχρι το 2024, όταν μόνο πέρυσι εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία περίπου 154.000 αντλίες, παρά το υψηλό κόστος τους.
Παρά τις εργώδεις προσπάθειες των Γερμανών καταναλωτών να επιταχύνουν την ενεργειακή τους απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, ο ενεργειακός πανικός λειτουργεί εν μέρει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία, παγώνοντας τη ζήτηση στη γερμανική αγορά, ενώ την ίδια ώρα συμπαρασύρει δραματικά προς τα πάνω το κόστος της ενέργειας για εκατομμύρια νοικοκυριά.
Ακόμα και οι γερμανικοί βιομηχανικοί κολοσσοί λαμβάνουν έκτακτα μεν, αλλά πολύ αυστηρά μέτρα ενεργειακής εξοικονόμησης, αφήνοντας εντέλει κενό τον χώρο των επενδύσεων, όπου αναδύονται μοναδικές ευκαιρίες για προνομιακούς συνομιλητές του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, με τελευταίο παράδειγμα την ανάπτυξη μονάδων παραγωγής μπαταριών για τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία στην Ουγγαρία.
Διανύοντας μόλις τον Αύγουστο, το 65% των Γερμανών πολιτών ζητά επιτακτικά παράταση στη λειτουργία των τριών πυρηνικών εργοστασίων της χώρας (πέραν του ερχόμενου Δεκεμβρίου), με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να εμφανίζεται ανοιχτή σε μια τέτοια προοπτική, σύμφωνα με τη «Wall Street Journal».
Ωστόσο, και στην περίπτωση που όλες οι εφεδρείες λειτουργήσουν, τα αποθέματα φυσικού αερίου θα κρατήσουν ζωντανή τη χώρα μόνο για δυόμισι μήνες, όπως επισήμανε το ειδησεογραφικό δίκτυο Bloomberg, ακόμη και αν η αποθήκευση αγγίξει το 95% τον προσεχή Νοέμβριο.
Η έκδηλη αγωνία των Γερμανών καταναλωτών μπροστά στο ενδεχόμενο να ξεμείνουν νωρίς από… πυρομαχικά καθίσταται εν μέρει εύλογη μετά την άρνηση της Νορβηγίας να προμηθεύσει το Βερολίνο με πρόσθετο φυσικό αέριο, με τον πρωθυπουργό Γιόνας Γκαρ Στέρε να ξεκαθαρίζει ότι η προσφορά της χώρας του έχει φτάσει στο μάξιμουμ, χωρίς κανείς να μπορεί να εγγυηθεί με ασφάλεια πως πρόκειται για τη μοναδική άρνηση που θα εισπράξει από εδώ και στο εξής η Γερμανία.
Την ίδια στιγμή οι Ισπανοί βουλευτές επικύρωσαν σήμερα τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας που αποφάσισε στις αρχές του μήνα η κυβέρνηση η οποία όμως κατέφυγε σε τακτικισμούς.
Τα μέτρα αφορούν στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδίου για τη μείωση των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου. Σε πρώτο πλάνο, θα υπάρξουν περιορισμοί στη χρήση των κλιματιστικών μηχανημάτων.
Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!
Το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα καταψήφισε τα μέτρα κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι τα αποφάσισε χωρίς να συμβουλευτεί προηγουμένως τις τοπικές αρχές των περιφερειών και τους εργοδότες. Η κυβέρνηση ωστόσο κατάφερε να πείσει πολλά μικρά τοπικά κόμματα, αποδεχόμενη να τους επιτρέψει να προτείνουν εκ των υστέρων τροποποιήσεις σε μια νέα κοινοβουλευτική συζήτηση.
Καταφεύγοντας σε μια δοκιμασμένη κοινοβουλευτική τεχνική, που συνίσταται στην ομαδοποίηση μέτρων που δεν έχουν καμία σχέση το ένα με το άλλο, ώστε η απόρριψη του συνόλου του νομοσχεδίου να συνεπάγεται πολιτικό κόστος για τα κόμματα. Έτσι, τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας δεν αποτελούσαν παρά μόνο ένα μικρό μέρος αυτού του νομοθετικού διατάγματος.
Στην ευρωπαϊκή κούρσα εξασφάλισης ικανών ενεργειακών αποθεμάτων, σε καθοριστική μεταβλητή αναδεικνύεται η κλιματική αλλαγή, καθώς μετά τον ποταμό Ρήνο σε ρεκόρ πτώσης της στάθμης τους οδεύουν διάφοροι ποταμοί στη Γαλλία, οι οποίοι συνέβαλαν μέχρι πρότινος στην ψύξη των πυρηνικών αντιδραστήρων της χώρας, οι οποίοι καλύπτουν το 70% των γαλλικών αναγκών σε ενέργεια.