Στην τελευταία στροφή πριν από τις κάλπες της 9ης Ιουνίου ο Νίκος Ανδρουλάκης συνειδητοποιεί ότι ελάχιστα πράγματα περνάνε από το χέρι του για να αλλάξει ο υφιστάμενος συσχετισμός δυνάμεων και το ΚΙΝ.ΑΛ.-ΠΑΣΟΚ να κατακτήσει την πολυπόθητη δεύτερη θέση.
Από τον Γ. Χατζηδημητρίου στο newsbreak.gr
Οι κυλιόμενες μετρήσεις της κοινής γνώμης προσθέτουν και νέα απαισιοδοξία στις παλιές διαψεύσεις, απομακρύνοντας το όνειρο του προέδρου να εμφανιστεί τη νύχτα των εκλογών ως ο επόμενος ηγέτης της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις κατάφωτες θύρες της Χ. Τρικούπη.
Βεβαίως, μοναδική επιλογή του, όπως επαναλαμβάνει μονότονα, είναι να κινηθεί στις μέρες που απομένουν στις κλίμακες της πολιτικής, υπονοώντας εύληπτα ότι ο μοναδικός του πολιτικός αντίπαλος, ο Στέφανος Κασσελάκης, ψαρεύει στα ρηχά όπου συνωθούνται οι απογοητευμένοι από την πολιτική. Εμπεριέχει βεβαίως αυτό, όπως παρατηρούν στην πολιτική αγορά μια μεγάλη δόση κομματικού φθόνου, καθ’ όσον ο Ν. Ανδρουλάκης δείχνει ότι αδυνατεί να προσεγγίσει δυναμικές κοινωνικές ομάδες, όπως οι νέοι και οι γυναίκες. Αν εξαιρέσεις τις μεγάλες ηλικίες που γαλουχήθηκαν με την αβερτοσύνη του παλαιού ΠΑΣΟΚ, όταν οι άνθρωποι έβγαιναν στη σύνταξη και με δυσθεώρητο εφάπαξ από τα 40 έτη και σήμερα νοσταλγούν εκείνα τα οριστικά χαμένα κλέη, οι εφεδρείες έχουν απελπιστικά στερέψει.
Το δίκτυο των αυτοδιοικητικών, όπου το κόμμα του λόγω κτηθείσας πείρας είχε αξιοπρεπή παρουσία στις δημοτικές εκλογές, φαίνεται πως δεν μπορεί να του δώσει αέρα. Αλλωστε, οι σχέσεις του προέδρου του ΚΙΝ.ΑΛ.-ΠΑΣΟΚ με τους δημάρχους των μεγαλύτερων αστικών κέντρων Χάρη Δούκα στην Αθήνα και Στέλιο Αγγελούδη στη Θεσσαλονίκη για διαφορετικούς λόγους είναι απολύτως τυπικές.
«Φουρτούνες»
Ο Ν. Ανδρουλάκης βρίσκεται ενώπιον μιας εκλογικής ήττας, η οποία θα έχει, όπως βάσιμα προβλέπεται, πολλά προσωπικά χαρακτηριστικά. Αν οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν και καταταγεί τρίτος, κανένας, εκτός από τον όμιλο των στενών του φίλων, δεν πρόκειται να του χαριστεί. Οχι μόνο για την ανυπόφορο συγκεντρωτισμό που επέδειξε, κατάλοιπο άλλων εποχών όπου θριάμβευε ο τακτικισμός, αλλά κυρίως γιατί απέτυχε να δώσει φτερά στην ελπίδα που γέννησε η επάνοδός του στην Ελλάδα, ότι μπορεί να οδηγήσει το κόμμα στην αιθρία, σπάζοντας τον μελαγχολικό κύκλο της πολιτικής ανυποληψίας.
Μαζί του, βέβαια, θα έχει ηττηθεί ηχηρά και το γεροντικό πείσμα του πολιτικού μέντορά του, τέως πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, ο οποίος έδωσε κάθε ικμάδα προκειμένου να διατηρηθεί το άλλοτε κραταιό Κίνημα σε ρόλο αφανούς κυβερνητικού εταίρου της χειρότερης ελληνικής κυβέρνησης από τη Μεταπολίτευση, όπως έχει πολιτογραφηθεί η κυβέρνηση Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος υπερέβη ακόμα και τις επιδόσεις του πατέρα του.
Στα χέρια του Ανδρουλάκη το ΚΙΝ.ΑΛ.- ΠΑΣΟΚ φημίζεται κυρίως για δύο πράγματα: ένα αντιπαραγωγικό μίσος κατά του ΣΥΡΙΖΑ, εξαιτίας του οποίου πήρε οριστικό διαζύγιο από το προοδευτικό ακροατήριο, και τη μετατροπή του σε ένα κόμμα-προθάλαμο για μεταπήδηση στελεχών στη Ν.Δ., έναντι ανταλλαγμάτων που δεν σχετίζονται με τον πυρήνα της πολιτικής.
Φυσικά, τα σενάρια της ανασύνθεσης του πολιτικά αχαρτογράφητου όρου της Κεντροαριστεράς θα είναι κάπως δύσκολο να τον περιλαμβάνουν. Αλλωστε, είναι τόσο άκαμπτοι οι εγωισμοί και τόσοι πολλοί οι αυτοβαρυσήμαντοι ηγέτες στον συγκεκριμένο χώρο που είναι πιθανό οι εξελίξεις να μην αφήσουν καθόλου ανέπαφο τον Ν. Ανδρουλάκη. Το βράδυ των εκλογών το πιθανότερο με τα ισχύοντα είναι να μην του δοθεί η δυνατότητα ανάληψης πρωτοβουλιών για να γίνει ο Ελ Σιντ της Κεντροαριστεράς, όπως υπόσχεται. Οι πρωταγωνιστές είναι πολλοί και οι ρόλοι έχουν δραματικά λιγοστέψει.