Γράφει ο Θεόδωρος Γεωργίου στην Εφημερίδα των Συντακτών*
Ενας καταξιωμένος στη διεθνή επιστημονική κοινότητα καθηγητής μου στη Γερμανία μάς έλεγε στο σεμινάριο: Η δημόσια σφαίρα σε κάθε πολιτική κοινωνία είναι ο καθρέφτης της. Μέσω αυτής συγκροτείται η συνείδησή της. Και συμπληρώνω ότι εάν πράγματι οι «λέξεις» της δημόσιας σφαίρας είναι τα «πράγματα» του μέλλοντος για την ελληνική πολιτική κοινωνία, τότε θα πρέπει όλοι μας ως ομιλητές και συνομιλητές στον δημόσιο διάλογο που διεξάγεται κατά το τελευταίο διάστημα (Φεβρουάριος του 2023 – Ιούλιος του 2024) να αναρωτηθούμε ποιο είναι το ζήτημα για το οποίο συζητάμε. Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, το τελευταίο αυτό διάστημα (συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από τις εξεγέρσεις κατά της χούντας: Νομική τον Φεβρουάριο του 1973 και Πολυτεχνείο τον Νοέμβριο του 1973 και στην ιστορική συνέχεια: 24 Ιουλίου του 1973) η ελληνική πολιτική κοινωνία εορτάζει τη «μεταπολίτευση»! Κατά την άποψή μου δεν έχει ορίσει το πρόβλημα για το οποίο μιλάει και διοργανώνει δημόσια συνέδρια, πολιτικές συζητήσεις και όλες οι εφημερίδες φιλοξενούν άρθρα που γράφουν οι δρώντες εκείνης της εποχής και πολλοί άλλοι νεόκοποι πολιτικοί φιλόσοφοι και επιστήμονες.
Δυστυχώς δεν είμαι σε θέση να ενημερώσω τους αναγνώστες μας πόσα συνέδρια έγιναν αυτό το τελευταίο διάστημα για τη «μεταπολίτευση». Ως ενδιαφερόμενος τα παρακολούθησα όλα και τελικά διαπίστωσα ότι η γνώση του παρελθόντος στον τόπο μας είναι η επιστημολογική και πολιτική παγίδα να κάνουμε ως πολιτικό υποκείμενο τα ίδια πράγματα που κάνουμε διαρκώς. Γράφτηκαν εγκώμια για μια «μεταπολίτευση» για την οποία εγώ ο ίδιος ως παιδί και ως έφηβος έζησα σ’ ένα καθεστώς κοινωνικού τρόμου!
Σ’ αυτή τη σύντομη πολιτική παρέμβασή μου δεν θα αναπτύξω τις απόψεις μου για τα «50 χρόνια της μεταπολίτευσης» (1974-2024) ούτε θα ασκήσω κριτική για όλα όσα υποστηρίζονται και στα συνέδρια και στη δημόσια σφαίρα. Θα θέσω δύο μείζονα ερωτήματα που οπωσδήποτε αναφέρονται σ’ αυτό που ονομάζουμε «μεταπολίτευση» αλλά «κλείνουμε τα μάτια» (για να μιλήσω με όρους πολιτικής ορθότητας) μπροστά στις στρεβλώσεις που ζήσαμε στη δομή, στη συγκρότηση και τη λειτουργία της δημοκρατίας. Αυτές τις δομικές στρεβλώσεις αναλύω στο βιβλίο που θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο.
Το δεύτερο ζήτημα συνδέεται με τα πρόσωπα και τους πολιτικούς της μεταπολίτευσης. Στις εφημερίδες του προηγούμενου διαστήματος διάβασα (χωρίς υπερβολή) πάνω από πενήντα άρθρα επιφανών διανοούμενων της εποχής μας! Μεταξύ των άλλων διάβασα και άρθρα πρωταγωνιστών της μεταπολίτευσης. Οι γραφές των π.χ. Αλέκου Αλαβάνου, Μίμη Ανδρουλάκη, Τηλέμαχου Χυτήρη, Μαρίας Δαμανάκη και πολλών άλλων ήταν αποκαλυπτικές. Ελειπε όμως μια «φωνή» και μια «γραφή» (χρησιμοποιώ τους όρους του Ντεριντά) η οποία δημιούργησε τη «μεταπολίτευση». Ποια είναι αυτή η μεγάλη πολιτική προσωπικότητα που εδώ και είκοσι χρόνια (2004-2024) δεν μιλάει; Πρόκειται για τον Κώστα Λαλιώτη, στυλοβάτη της μεταπολίτευσης που εκφράζει ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Ο Κώστας Λαλιώτης και στις δύο φάσεις διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (πρώτη φάση 1981-1989 / 1993-1996 με τον Ανδρέα Παπανδρέου και δεύτερη φάση 1996-2004 με τον Κ. Σημίτη) σφράγισε με τις πολιτικές αποφάσεις και πράξεις του την ιστορική εξέλιξη της Ελλάδας μέχρι σήμερα. Είναι ένας αναλυτικός και διεισδυτικός πολιτικός νους και ταυτόχρονα εκφράζει ένα πρακτικό και δημιουργικό πολιτικό πνεύμα, που σπάνια συναντάμε στην πολιτική κοινωνία μας. Ο Λαλιώτης δεν υπήρξε τεχνοκράτης, όπως τον παρουσίαζαν στις εικόνες της δημόσιας σφαίρας. Ο ελληνικός κοινωνικός βιόκοσμος κατέστη λειτουργικός επειδή ο Λαλιώτης δούλεψε με πάθος και πολιτική αυταπάρνηση για να διεκπεραιώσει το πολιτικό έργο του. Και επιπλέον ο Λαλιώτης ως πολιτικός νους που σχεδιάζει τύπους και μορφές ενός κομματικού πολιτικού υποκειμένου (στην προκειμένη περίπτωση έχουμε να κάνουμε με το ΠΑΣΟΚ) αφουγκράστηκε τον παλμό της κοινωνίας μας. Ωθησε αυτή την κοινωνία προς έναν πολιτικό προσανατολισμό που όλοι μας ονομάζουμε «χρυσή εποχή».
Γιατί λοιπόν ο Κώστας Λαλιώτης δεν έδωσε το «παρών» στους εορτασμούς για τα 50 χρόνια της μεταπολίτευσης; Γιατί η «φωνή» του δεν ακούστηκε; Γιατί δεν μπόρεσα να διαβάσω τη «γραφή» του; Δεν γνωρίζω ποια απάντηση θα δώσει ο ίδιος σ’ αυτά τα ερωτήματα! Θα αποτολμήσω να δώσω τη δική μου θεωρητικο-πολιτική απάντηση: Ο Λαλιώτης ως πολιτική προσωπικότητα της μεταπολίτευσης δεν ανήκει στον δημόσιο Λόγο (όπως αυτός διατυπώθηκε στην επιφανειακή λογική των απόψεων και των επιχειρημάτων του). Η ίδια η λαϊκή πολιτική συνείδηση είναι η μήτρα που τον γέννησε ως πολιτικό. Μετά απ’ αυτά που γράφω ελπίζω να επανεξετάσουμε ως πολιτική κοινωνία ποιον πολιτικό δρόμο θα διανύσουμε κατά τον εικοστό πρώτο αιώνα.
*Πολιτικός φιλόσοφος