Ένα fund τύπου «κοράκι» αγοράζει ελληνικά δάνεια με έκπτωση, δανείζεται από τις ίδιες τις ελληνικές τράπεζες και αποκτά ξενοδοχεία-φιλέτα. Ποιος τα ελέγχει όλα αυτά;
Η Πυθία αποκαλύπτει
Κάτω από τον ήλιο της ελληνικής φιλοξενίας, ένα υπεράκτιο επενδυτικό σχήμα επεξεργάστηκε έναν μηχανισμό υψηλής μόχλευσης και ελάχιστης έκθεσης. Αποκτώντας δάνεια ξενοδοχειακών επιχειρήσεων σε βαριά έκπτωση και στη συνέχεια χρηματοδοτώντας την εξαγορά με φθηνά κεφάλαια από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, το σχήμα κατάφερε να βάλει στο χέρι τουριστικά ακίνητα χωρίς να διαθέσει ουσιαστικά δικούς του πόρους. Οι όροι ήταν τέτοιοι, ώστε οι τόκοι των δανείων να πληρώνονται από τις ίδιες τις αποδόσεις των υπό απόκτηση περιουσιακών στοιχείων – ένας μηχανισμός κυριολεκτικής αυτοχρηματοδότησης.
Όλα αυτά έγιναν μέσω μιας μικρής αλλά κομβικής ελληνικής εταιρείας, που εμφανίζεται ως συντονιστής, εντολοδόχος και τεχνικός βραχίονας. Με ελάχιστο προσωπικό και οικογενειακή διοίκηση, λειτουργεί σαν μυστικός αγωγός διεθνών κεφαλαίων. Αποστολή της: να αποκτήσει, να ξεκαθαρίσει και να επαναλανσάρει στρατηγικά assets, μεταμφιεσμένα σε «ευκαιρίες ανάπτυξης». Οι σχέσεις με τις ελληνικές τράπεζες φαίνεται να είναι τόσο στενές, ώστε επενδυτικά οχήματα εμφανίζονται να λαμβάνουν τραπεζική χρηματοδότηση λίγες ημέρες μετά την εξαγορά των δανείων. Οι αριθμοί στους ισολογισμούς δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας.
Αυτό που μένει έξω από τους ισολογισμούς, όμως, είναι η ένταση των αντιδράσεων. Τοπικοί επιχειρηματίες αιφνιδιασμένοι, δικαστικές μάχες για αμφισβητούμενες μεταβιβάσεις, εσωτερικές οικογενειακές ρήξεις, και ένας υπολογιστικός μηχανισμός με ελάχιστο ρίσκο που επενδύει στην κόπωση των αντιπάλων. Πίσω από τις συμφωνίες και τα δελτία τύπου, η ελληνική περιουσία αλλάζει χέρια σιωπηρά. Και το ερώτημα που μένει ανοιχτό είναι: ποιος μετρά τι έχει χαθεί και ποιος υπερασπίζεται ό,τι έχει απομείνει;