Του Γιώργου Λακόπουλου
Σ’ αυτό το σκηνικό, όπως συνεχίζει να διαμορφώνεται διαχρονικά, υπάρχει πάντα – όσο και αν την έριξαν στο ημίφως του υπηρεσιακού παραγκωνισμού – η ακέραιη Εισαγγελέας, Ελένη Τουλουπάκη.
Κι αν γράψει απομνημονεύματα για το σκάνδαλο Novartis η Ελένη Τουλουπάκη; Πού θα κρυφτούν κάποιοι από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ;
Το σκάνδαλο Nobartis σε 3+1 πράξεις – που επιβιώνουν την καθεστωτική πρακτική του συστήματος Μητσοτάκης και τη διολίσθηση της χώρας στην κατηγορία των τριτοκοσμικών χωρών. Ήδη εκεί την έχουν κατατάξει οι διεθνείς αξιολογήσεις για την Ενημέρωση, οι καταδίκες για το σκάνδαλο των υποκλοπών και οι – παρεμποδιζόμενες – έρευνες για την Πύλο, τα Τέμπη και τις Επαναπροωθήσεις.
Πράξη πρώτη. Από το 2015, πρώτα στα διεθνή και εν συνεχεία στα ελληνικά ΜΜΕ, υπήρξαν πληροφορίες για διαφθορά πολιτικών σε πολλές χώρες – και στην Ελλάδα – από την ελβετική φαρμακευτική εταιρία Novartis.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το θέμα έφτασε και στη Δικαιοσύνη, καθώς πλην των ενδείξεων, από το 2017 υπήρξαν και επώνυμες καταθέσεις προσώπων για εμπλοκή πολιτικών προσώπων. Επειδή ήταν σε θέση να γνωρίζουν, η ελληνική Πολιτεία τους έθεσε υπό προστασία.
Αν αυτές οι μαρτυρίες μπορούσαν να διασταυρωθούν και να στοιχειοθετήσουν κατηγορητήριο για τα αναφερόμενα πολιτικά πρόσωπα, έμελλε να αποδειχθεί.
Γι’ αυτό όμως έπρεπε να διεξαχθεί έρευνα, το αποτέλεσμα της οποίας, όποιο και αν ήταν, με κανένα τρόπο δεν μπορούσε να άρει το καθεστώς προστασίας των μαρτύρων.
Σε μια κανονική χώρα, η Δικαιοσύνη θα ερευνούσε και θα μαθαίναμε μόνο το αποτέλεσμα της έρευνας. Όσοι είχαν εμπλοκή, που θα μπορούσε να τεκμηριωθεί στο δικαστήριο, θα έπαιρναν την άγουσα για το εδώλιο. Οι υπόλοιποι θα αποδίδονταν άσπιλοι στην κοινωνία. Όπως και όσοι απαλλάσσονταν μετά από δίκη, με τον κανονικό τρόπο.
Επειδή στην κλεπτοκρατική κουλτούρα του ελληνικού πολιτικού συστήματος είναι αδιανόητο να δικάζει τους πολιτικούς ο φυσικός δικαστής, τα κόμματα φρόντισαν να… δικάζονται μεταξύ τους, με αποφάσεις της Βουλής.
Έτσι, υποχρεωτικά, μόλις αναφέρθηκαν στη Δικαιοσύνη τα ονόματα των πολίτικων οι φάκελοι πήγαν «αμελητί» στη Βουλή. Οι αρμόδιοι εισαγγελείς και ανακριτές δεν είχαν δικαίωμα έρευνας. Αλλά η τότε πλειοψηφία ορθώς επέστρεψε τις δικογραφίες στη Δικαιοσύνη για διερεύνηση… Εκ παράλληλου όμως, επέτρεψε την αποδυνάμωσή τους προσφέροντας στους υπό ερευνά βάση να μιλούν για πολιτική δίωξη:
Οι δυο υπουργοί Δικαιοσύνης του ΣΥΡΙΖΑ – ο ένας μάλιστα προερχόμενος από το δικαστικό σώμα και τη ΝΔ – αντί να πάρουν αποστάσεις, έσπευδαν δημοσίως και με αγοραίο τρόπο… να δικάσουν και να καταδικάσουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους – που θα ερευνούσαν οι δικαστικές αρχές, αναζητώντας την αλήθεια.
Ένας τρίτος υπουργός έσπευσε στον… Άρειο Πάγο και ζητούσε εξηγήσεις για την υπόθεση, ενώ αργότερα είπε στη Βουλή ότι εκτελούσε… αποστολή που του ανέθεσε ο Πρωθυπουργός.
Πράξη δεύτερη. Από εκείνη τη στιγμή ξεκίνησε μια από τις πιο ντροπιαστικές περιόδους του ελληνικού δημοσίου βίου. Οι κυβερνώντες έκαναν διαρκώς παρεμβάσεις καταδίκης. Οι ερευνώμενοι, τα κόμματα τους – το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ – και τα φιλικά τους Μέσα Ενημέρωσης οργίασαν κατά της έρευνας. Με πιονέρους συγκεκριμένους δημοσιογράφους που αντί να αναζητούν την αλήθεια, επιδίωκαν τη συσκότισή της.
Έτσι δημιουργήθηκε ένας ελεεινός συνασπισμός κατά της εισαγγελέως Διαφθοράς που είχε την ευθύνη της έρευνας και απλώς έκανε το καθήκον και τη δουλειά της.
Η άνοδος της ΝΔ στην εξουσία ενίσχυσε το κλίμα ύβρεων, απειλών, προπηλακισμών, ακόμη και… μηνύσεων κατά της Ελένης Τουλουπάκη – και των συνεργατών της. Αλλά στάθηκε όρθια ως το τέλος. Για την ακρίβεια ως τη ώρα που την… κατάργησαν, μαζί με την Εισαγγελία, επιδιώκοντας βολικότερες λύσεις.
Ως εκείνη τη στιγμή μέσα σε κλίμα τρομοκρατίας εναντίον της – και δυσκολιών που της δημιουργούσαν ακόμη και δικαστικοί – έπραξε κατά τον νόμο και κατά συνείδηση.
Αρχειοθέτησε επτά περιπτώσεις για τις οποίες δεν διασταυρώθηκαν ακλόνητα – όπως απαιτούσε η φύση της έρευνας – οι καταθέσεις των μαρτύρων. Άσκησε μια δίωξη που μπορούσε να στηρίξει στο δικαστήριο. Και δυο υποθέσεις έμειναν ανοικτές, με σαφή στοιχεία για τη συνεχεία. Αλλά έκλεισαν με τρόπο που σήκωσε θύελλα στον νομικό κόσμο.
Η Εισαγγελέας Τουλουπάκη δικαιώθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο που την παρέπεμψε για τιμωρία η πλειοψηφία της Βουλής, με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Όπως δικαιώθηκαν, δια της απαλλαγής τους από διώξεις, οι δημοσιογράφοι που έκαναν πλήθος αποκαλύψεων ,με στοιχεία.
Το αποτέλεσμα όμως είχε επέλθει. Το σκάνδαλο συσκοτίσθηκε, παρ’ ότι από την Αμερική τουλάχιστον υπήρχαν χειροπιαστές αποδείξεις για την εξάπλωση του και στην Ελλάδα – που αναγνώρισε και η… Novartis, καταβάλλοντας πρόστιμο.
Πράξη Τρίτη. Το πράγμα τα μπορούσε να σταματήσει εκεί και ο καθένας να βγάλει τα συμπεράσματά του. Αλλά στο κλίμα γενικής ασυλίας για εμπλεκόμενους σε σκοτεινές υποθέσεις διαφθοράς – που επεκτάθηκε ακόμη και αναδρομικά στο… σκάνδαλο Siemens -κάποιοι πολιτικοί έφτασαν στο σημείο να ζητούν την… αποκάλυψη των προστατευόμενων μαρτύρων.
Ήταν πρόκληση στη Δικαιοσύνη και ο Άρειος Πάγος στάθηκε στο ύψος του και απέρριψε το απαράδεκτο αίτημα, η αποδοχή του οποίου θα κρεμούσε στα μανταλάκια της διεθνούς κοινής γνώμης το ελληνικό δικαστικό σύστημα.
Υπολόγισε όμως χωρίς το μίσος μιας μερίδας της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ που θεωρούν αδιανόητο να ελέγχονται πολιτικά πρόσωπα και την εκδικητική μανία, ακόμη και ΜΜΕ, εναντίον όσων καταθέσουν ότι γνωρίζουν, για υποθέσεις βλάβης του δημοσίου συμφέροντος.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, δακτυλοδεικτούμενη ήδη διεθνώς για παραβάσεις του κράτους Δίκαιου, πέρασε – στη αναμπουμπούλα – διάταξη που επιτρέπει την άρση της προστασίας των μαρτύρων. Και σε πρώτη ευκαιρία ένας δικαστικός λειτουργός επανέλαβε την εξέλιξη που είδαμε στις υποκλοπές.
Οι προστατευόμενοι μάρτυρες παραδόθηκαν στην αρένα για να κατασπαραχθούν. Μόνο για την εντιμότητα και τη συνέπειά της δεν μπορεί να υπερηφανεύεται η ελληνική Πολιτεία. Το απεχθές «θα τους πάω μέχρι τέλους» – πολιτικούς και μάρτυρες – έγινε κρατική βούληση, κατά των δευτέρων. Οι πρώτοι έδειξαν… μεταμέλεια!
Τελευταία πράξη. Σ’ αυτό το σκηνικό, όπως συνεχίζει να διαμορφώνεται διαχρονικά, υπάρχει πάντα – όσο και αν την έριξαν στο ημίφως του υπηρεσιακού παραγκωνισμού – η ακέραιη Εισαγγελέας Ελένη Τουλουπακη.
Μετά το σοκ που, προφανώς, υπέστη από την… «αυτοκριτική» του τέως Πρωθυπουργού για χειρισμούς της κυβέρνησής του – αδιαφορώντας, αν συμπαρασύρει και τους δικούς της άμεμπτους χειρισμούς – διαπιστώνει τώρα την καταδίκη των μαρτύρων που κατέθεσαν στην ίδια, με απόφαση της Πολιτείας για την προστασία τους.
Δεν είναι γνωστό πώς αντιμετωπίζει ως δικαστική λειτουργός αυτές τις εκτρωματικές εξελίξεις. Υπάρχει όμως ένα ερώτημα: εάν μετά την αφυπηρέτησή της από το δικαστικό σώμα, αποτυπώσει σε απομνημονεύματα την περιπέτειά της, πόσοι πολιτικοί – από τη ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και πλέον και από τον ΣΥΡΙΖΑ – αλλά και κάποιοι δικαστικοί, δεν θα βρίσκουν τρύπα να κρυφτούν;