Οι κυρώσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη στη Ρωσία προκαλούν μπλακ άουτ όχι μόνο στην αγορά αλλά ακόμα και σε εμβληματικά κτήρια όπως είναι αυτό της Βουλής: Δεκάδες επιχειρήσεις καθημερινά κλείνουν και η ακρίβεια του ηλεκτρικού ρεύματος φέρνει σε απόγνωση εκατομμύρια νοικοκυριά στην Ελλάδα και κλείνει τα φώτα ακόμα και στην Βουλή.
Με απόφαση του προέδρου της, Κωνσταντίνου Τασούλα, διακόπτεται ο φωτισμός στην πρόσοψη και τις λοιπές πλευρές του κτηρίου της Βουλής και θα παραμείνει μόνο ο περιμετρικός φωτισμός ασφαλείας του κτηρίου.
Και επειδή κάποιοι θα ισχυριστούν ότι η ελληνική κυβέρνηση κάνει αυτό που κάνουν όλοι στην ΕΕ, η Ουγγαρία δεν έχει κανένα πρόβλημα διότι δε θεωρείτε μη φιλική χώρα πρις τη Ρωσία ενώ η Πορτογαλία και η Ισπανία έχουν το 1/3 των ελληνικών τιμών του ελληνικού ρεύματος.
Και οι δύο χώρες έχουν αρνηθεί να στείλουν όπλα στην Ουκρανία.
Χαρακτηριστικό της απελπιστικής κατάστασης που έχουν περιέλθει οι Έλληνες είναι το γεγονός ότι χάνουν δύο ολόκληρους μισθούς για να καλύψουν τις αυξήσεις στο ρεύμα.
Η Ελλάδα μαζί με την Εσθονία, σύμφωνα πάντα με την έρευνα της ΣΕΣ, είναι οι χώρες οι οποίες οι εργαζόμενοι, μετά την Τσεχία, χρειάζονται τις περισσότερες ημέρες εργασίας για να πληρώσουν τους ετήσιους λογαριασμούς ρεύματος.
«Ο μέσος ετήσιος λογαριασμός ενέργειας είναι πλέον μεγαλύτερος από τους μηνιαίους μισθούς των χαμηλόμισθων εργαζομένων στην πλειονότητα των κρατών μελών της Ε.Ε., σύμφωνα με ανάλυση της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC)», αναφέρει σε σχετική ανακοίνωσή του η ΓΣΕΕ και προσθέτει:
«Περίπου 9,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι αντιμετώπιζαν ήδη δυσκολίες στην πληρωμή των λογαριασμών ενέργειας πριν από την έναρξη της κρίσης του κόστους ζωής και τώρα το κόστος του φυσικού αερίου και του ηλεκτρικού ρεύματος έχει αυξηθεί κατά 38% σε όλη την Ευρώπη σε σύγκριση με πέρυσι.
Αυτό έχει κάνει τους εργαζόμενους που κερδίζουν τον κατώτατο μισθό σε 16 κράτη μέλη της Ε.Ε. να χρειάζεται να βάλουν στην άκρη το ποσό ενός μηνιαίου μισθού ή και περισσότερο, προκειμένου να διατηρήσουν τα φώτα αναμμένα και τη θέρμανση στο σπίτι».
Ενεργειακό κόστος σε σύγκριση με τις μέσες αποδοχές σε όλα τα κράτη-μέλη με διαθέσιμα στοιχεία (Όλα τα στοιχεία σε εθνικά νομίσματα)
Οι δραματικές εξελίξεις έχουν οδηγήσει τις διοικήσεις των επιχειρήσεων να συνεδριάζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα προκειμένου να προετοιμαστούν για έκτακτες καταστάσεις.
Ήδη οι μεγαλύτερες βιομηχανίες μετάλλου της Ευρώπης ουσιαστικά μιλούν για ένα οικονομικό κραχ που πλέον χτυπά την πόρτα των χωρών μελών.
Πρώτα λουκέτα
Μέχρι τώρα, ο σχεδιασμός επικεντρωνόταν στο ποσοστό του αυξημένου κόστους που θα μεταφερόταν στην τελική τιμή που καταβάλλει ο πελάτης. Ωστόσο τώρα που ο πληθωρισμός συνεχίζει να καλπάζει και το κόστος του χρήματος αυξάνεται, πολλά ιδιωτικά κατασκευαστικά projects αλλά και άλλες επενδύσεις και κεφαλαιουχικές δαπάνες είτε αναστέλλονται είτε ματαιώνονται στην πράξη, όπως αναφέρεται σε σχετικό ρεπορτάζ της εφημερίδας «Καθημερινή».
Μεταλλουργίες, άλλες βιομηχανίες πρώτων υλών και βιομηχανική μεταποίηση έχουν αρχίσει να διακρίνουν τα πρώτα σημάδια πως η ζήτηση το 2023 μπορεί να αποδειχθεί σημαντικά ασθενέστερη απ’ ό,τι κατά την τρέχουσα χρήση.
Όμως, και στις περιπτώσεις που η ζήτηση διατηρείται, το ενδεχόμενο ανεπάρκειας φυσικού αερίου ή ρυθμίσεων σε πανευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο που θα περιορίσουν και την κατανάλωση ενέργειας, η συνέχεια της παραγωγής διατρέχει κινδύνους.
Άλλωστε, τα λουκέτα σε ευρωπαϊκές μεταλλουργίες έχουν αρχίσει ήδη να μπαίνουν πριν από το καλοκαίρι.
Ωστόσο, ακόμα και αν δεν υπάρξουν τέτοιες διακοπές, είναι άγνωστο κατά πόσον ο τελικός πελάτης θα μπορεί να αντέχει για πολύ το συνεχώς αυξανόμενο ενεργειακό κόστος.
Αγωνιούν μεταφορικές εταιρείες, αεροπορικές και ακτοπλοϊκές
Και φυσικά, δεν είναι μόνο οι βαριές βιομηχανίες που ήδη έχουν καταρτίσει ή καταρτίζουν τώρα εναλλακτικά πλάνα, όπως, για όσες μπορούν, η στροφή προς την καύση diesel ή υγραερίου στους κλιβάνους τους.
Μεταφορικές εταιρείες, αεροπορικές και ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις προσμετρούν προσεκτικά τα δεδομένα από τις αγορές τους. Για παράδειγμα, οι ακτοπλοϊκοί όμιλοι ανησυχούν για ενδεχόμενη κάμψη της κατασκευαστικής δραστηριότητας στα νησιά, που θα περιορίσει σημαντικά τα διακινούμενα από και προς τη νησιωτική χώρα φορτηγά, κάτι που θα απαιτήσει άμεση προσαρμογή των επιχειρηματικών πλάνων τους, με περιορισμό της προσφερόμενης μεταφορικής δυναμικότητας.
Λιγότερα δρομολόγια ή και λιγότερα πλοία δηλαδή. Αντίστοιχες ασκήσεις και συνεχείς αναπροσαρμογές πραγματοποιούν και οι αεροπορικές επιχειρήσεις, οι οποίες μάλιστα απευθύνονται σε αγορές του εξωτερικού, όπου η κρίση έχει ακόμα πιο έντονα χαρακτηριστικά πλήττοντας περισσότερο την καταναλωτική εμπιστοσύνη και επομένως τις αποφάσεις για ταξίδια.
Είτε πρόκειται για παραγωγικές επιχειρήσεις είτε πρόκειται για υπηρεσίες, οι διοικήσεις συμφωνούν πρακτικά όλες πως η αβεβαιότητα για το 2023 είναι δεδομένη.
Συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού, ο οποίος εντέλει αντλεί επισκέπτες από ξένες αγορές. Το πόσο βαθύ θα είναι το πλήγμα αυτόν τον χειμώνα από την ενεργειακή κρίση και τα επακόλουθά της, τόσο στους οικογενειακούς όσο και στους επιχειρηματικούς προϋπολογισμούς, θα κρίνει και την ανθεκτικότητα της ζήτησης κατά το επόμενο έτος. Εν τω μεταξύ, όμως, ο προγραμματισμός της παραγωγής αλλάζει ήδη.
Αγώνας δρόμου για τη μεταλλουργία
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το ζήτημα της μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας απασχολούσε τα μέλη του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων πριν ξεσπάσει η κρίση. Ενδεικτικά, στην τσιμεντοβιομηχανία τα τελευταία χρόνια γίνονται συνεχείς προσπάθειες για την αξιοποίηση εναλλακτικών καυσίμων, ενώ πολλές μεταλλευτικές επιχειρήσεις υλοποιούν επενδυτικά προγράμματα με αντικείμενο τη μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος και μέσω της ανάκτησης της θερμότητας.
«Σε ό,τι αφορά την παραγωγή θερμικής ενέργειας, το φυσικό αέριο δεν είναι πρακτικά δυνατόν να υποκατασταθεί από άλλα καύσιμα έγκαιρα και χωρίς σοβαρές κοστολογικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, σε περίπτωση περιορισμού της παροχής φυσικού αερίου σε εργοστάσια επεξεργασίας βασικών μετάλλων, θα υπήρχε άμεσος αντίκτυπος και παύση γραμμών χύτευσης και παραγωγής, με ποικίλες και παράπλευρες απώλειες όπως η απασχόληση», σημειώνει ο Πάνος Λώλος, γενικός διευθυντής Κλάδου Χαλκού της ΕΛΒΑΛΧΑΛΚΟΡ και μέλος του Δ.Σ. της Ελληνικής Παραγωγής – Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη.
«Για παράδειγμα, εμείς αξιολογούμε το LPG, που αποτελεί μείγμα προπανίου και βουτανίου, ως υποκατάστατο του φυσικού αερίου. Ωστόσο, μια τέτοια εναλλακτική δεν είναι άμεσα ρεαλιστική, καθώς παρουσιάζει σημαντικές και επιζήμιες χρονικές καθυστερήσεις για την υλοποίησή της, ενώ παράλληλα δεν διέπεται από τις ίδιες θερμικές αποδόσεις», τονίζει.
Ανοιχτό ενδεχόμενο ακόμα και για κατάργηση προϊόντων στη βιομηχανία τροφίμων
Χρήση πετρελαίου αντί φυσικού αερίου, επενδύσεις σε φωτοβολταϊκά και βιοαέριο, αλλά και μείωση των βαρδιών εάν καταστεί απολύτως αναγκαίο, είναι οι εναλλακτικές που εξετάζουν οι βιομηχανίες τροφίμων και ποτών ενόψει του χειμώνα. Για την ώρα δεν εξετάζουν μείωση της παραγωγής ούτε αυτό έχει καταστεί αναγκαίο, καθώς η ζήτηση, παρά την όποια υποχώρηση, παραμένει ακόμη σημαντική. Ωστόσο, δεν αποκλείουν σε κάποιες περιπτώσεις να επικεντρωθούν στην παραγωγή των πιο βασικών κωδικών προϊόντων, αυτών δηλαδή που τους αποφέρουν τα μεγαλύτερα έσοδα. Πρόκειται, βεβαίως, για απευκταίο σενάριο, καθώς για την παραγωγή νέων κωδικών έχουν πραγματοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια σημαντικές επενδύσεις.
Σχεδόν όλες οι μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων διαθέτουν ήδη από παλιά το λεγόμενο διπλό σύστημα (dual). Δηλαδή δουλεύουν μεν για την ώρα με φυσικό αέριο, αλλά διαθέτουν και δεξαμενές με πετρέλαιο, τις οποίες μάλιστα διατηρούν πάντα γεμάτες, έτσι ώστε να μην υπάρξει διαταραχή στη λειτουργία των παραγωγικών μονάδων. Ακόμη δε και όσες δεν έχουν αυτό το διπλό σύστημα προχώρησαν σε επενδύσεις τους τελευταίους μήνες.
Υπάρχουν και βιομηχανίες που ήδη εδώ και κάποιους μήνες εγκατέλειψαν το φυσικό αέριο και επέστρεψαν στο πετρέλαιο, επενδύοντας ταυτόχρονα και σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Σε μείωση των ωρών λειτουργίας των εργοστασίων τους προσανατολίζονται βιομηχανίες τροφίμων και ποτών που παράγουν μακράς διαρκείας προϊόντα. Τα σενάρια αυτά υπάρχουν σε κάποιες μεσαίου μεγέθους περιφερειακές βιομηχανίες αναψυκτικών, ειδικά μάλιστα καθώς τα προϊόντα αυτά έχουν μικρότερη ζήτηση τον χειμώνα, σε βιομηχανίες παρασκευής τοματοειδών και βοηθητικών πρώτων υλών (καρυκεύματα, σάλτσες κ.ά.).
Η βιομηχανία πλαστικών μια «ανάσα» από τη μείωση της παραγωγής
Σε κλάδους όπου η χρήση του φυσικού αερίου είναι ζωτικής σημασίας, όπως είναι η βιομηχανία πλαστικών και η χημική βιομηχανία, εκτιμάται ότι το επόμενο διάστημα οι επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να μειώσουν και την παραγωγή. Σύμφωνα με μελέτη που υλοποίησε το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), για λογαριασμό του Συνδέσμου Ελληνικών Χημικών Βιομηχανιών, αναμένεται λόγω του ενεργειακού κόστους μείωση της παραγωγής 2,5% μεσοσταθμικά, που σε ορισμένους κλάδους, όπως των χρωστικών υλών, μπορεί να ξεπεράσει το 9%.
Εταιρείες λειτουργούν λιγότερες ημέρες ή κλείνουν τις μηχανές
Κάποιες άλλες εταιρείες δεν μειώνουν την παραγωγή, αλλά λειτουργούν για λιγότερες ημέρες, παράγοντας, ωστόσο, τις ίδιες ποσότητες προϊόντων, στα τμήματα εκείνα που έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις σε φυσικό αέριο.
Η μείωση της παραγωγής, για παράδειγμα, αποτελεί την «έσχατη λύση» για την εισηγμένη Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου, η οποία ήδη αναζητά τρόπους μείωσης της κατανάλωσης ρεύματος, με κάποια κίνηση που δεν θα έχει αντίκτυπο στην παραγωγή της.
Η εταιρεία βλέπει ένα εκρηκτικό μείγμα αύξησης του ενεργειακού κόστους, μείωσης της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή λόγω του πληθωρισμού, αλλά και μείωσης των παραγγελιών για το προϊόν της, το βαμβακερό νήμα, ήδη από τον Ιούνιο – Ιούλιο. Ανάμεσα στα μέτρα που αναμένεται να λάβει η εταιρεία το επόμενο διάστημα είναι η λειτουργία κάποιων μηχανών σε συγκεκριμένες ώρες και το κλείσιμο για κάποιο διάστημα των προκαταρκτικών μηχανών.
«Έτσι θα καταφέρουμε να έχουμε μείωση του κόστους», δηλώνει η διοίκηση, η οποία αναφέρει πως όλα δείχνουν πως μπορεί το επόμενο διάστημα να λάβει και πιο δραστικά μέτρα. Δεδομένου ότι η Κλωστοϋφαντουργία Ναυπάκτου λειτουργεί 24 ώρες το 24ωρο και 7 ημέρες την εβδομάδα, η διοίκηση εκτιμά πως εάν το κόστος ενέργειας συνεχίσει να αυξάνεται, αυτό δεν θα είναι βιώσιμο για πολλές επιχειρήσεις, ειδικά γι’ αυτές που είναι ενεργοβόρες.
«Με βάση τις τιμές του Σεπτεμβρίου και με το πλαφόν στην επιδότηση, η τιμή που θα κληθούμε να πληρώσουμε μετά την απορρόφηση της επιδότησης είναι έξι φορές πάνω σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την ενεργειακή κρίση», αναφέρει, προσθέτοντας πως έχει ολοκληρώσει το επενδυτικό σχέδιο ύψους 5,5 εκατ. ευρώ το οποίο θα αυξήσει την παραγωγική δυναμική κατά 30%, την ώρα που το ενεργειακό κόστος αυξάνεται.