Του Μιχάλη Ψύλου
«Πληρώστε τους εργαζόμενους περισσότερο»: Αυτή ήταν η απάντηση του Αμερικανού πρόεδρο Τζο Μπάιντεν , όταν ρωτήθηκε για την έλλειψη εργατικών χεριών στις Ηνωμένες Πολιτείες . «Αυξήστε τους μισθούς για να προσελκύσετε εργαζόμενους», τόνισε χαρακτηριστικά ο Αμερικανός πρόεδρος .Το καλό παράδειγμα το έδωσε πρώτος βέβαια ο Μπάιντεν ,ανεβάζοντας το ωρομίσθιο στο αμερικανικό δημόσιο σε 15 δολάρια .Το ελάχιστο ωρομίσθιο θα ανέβει σταδιακά από τα 10,95 δολάρια στα 15 δολάρια. Οι περίπου πέντε εκατομμύρια Αμερικανοί δημόσιοι υπάλληλοι ,θα ωφεληθούν με αυξήσεις μισθών έως και 37%.
Η πολιτική αυτή έχει ως ένα βαθμό την αντανάκλασή της και στον ιδιωτικό τομέα. Αν και τα προβλήματα είναι διαφορετικά. Λόγω της πανδημίας και του φόβου μόλυνσης,κάπου τέσσερα εκατομμύρια εργαζόμενοι στις Ηνωμένες Πολιτείες παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους , μόνο τον Απρίλιο
Σύμφωνα με το περιοδικό « Atlantic , ο λόγος για τον οποίο αυτοί οι εργαζόμενοι εγκαταλείπουν τη δουλειά τους είναι συνήθως η εξάντληση ή η υπερβολική ποσότητα εργασίας. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι περισσότεροι από αυτούς εργάζονταν εξ αποστάσεως, σε συνθήκες που δεν ήταν πάντα οι καλύτερες και συχνά διαμαρτύρονταν για υπέρβαση των ωρών εργασίας. Για τους λιγότερο ειδικευμένους εργαζόμενους, από τότε που ξέσπασε η πανδημία, οι λόγοι απόρριψης μιας εργασίας έχουν επίσης αυξηθεί: Πολλοί από αυτούς, ειδικά στον τομέα των υπηρεσιών τροφίμων, φοβούνται ότι θα εκτεθούν στον κίνδυνο μόλυνσης .Με τα σχολεία για μήνες κλειστά, επίσης ,αρκετοί Αμερικανοί δεν ήξεραν ποιον να αφήσουν τα παιδιά τους ,καθώς δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώνουν babysitters . Αυτές οι συνθήκες οδήγησαν πολλούς ανθρώπους να παραιτηθούν ,χωρίς την πρόθεση να βρουν άλλη δουλειά βραχυπρόθεσμα (δεν περιλαμβάνονται στους ανέργους αλλά στους λεγόμενους «ανενεργούς»).
Εννιά εκατομμύρια κενές θέσεις εργασίας
Συνολικά, αυτή την ώρα ,κάπου 9,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας είναι κενές στην Αμερική και χάρη στην άρση των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν για την καταπολέμηση της πανδημίας, σε πολλούς τομείς οι εταιρείες άρχισαν να αναζητούν εργαζόμενους για να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους ,όπως πριν.
Οπως γράφουν οι New York Times, «οι εταιρείες αγωνίζονται όλο και περισσότερο να βρουν υπαλλήλους και εμφανίζονται όλο και πιο πρόθυμες να συμβιβαστούν ,προσφέροντας στους εργαζομένους περισσότερη ευελιξία όσον αφορά το ωράριο, περισσότερη δουλειά από το σπίτι, περισσότερα μπόνους και περισσότερες ευκαιρίες κατάρτισης».
Η κατάσταση αυτή ενισχύει φυσικά τη διαπραγματευτική ισχύ για τους εργαζόμενους έναντι των εργοδοτών ,με αποτέλεσμα οι μισθοί να αυξάνονται. Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται ιδιαίτερα σε τομείς που απασχολούν πολύ προσωπικό χωρίς ειδικά προσόντα, όπως στην τροφοδοσία, τις μεταφορές, τα logistics και τη βιομηχανία. Αλλά όχι μόνο:
Η JP Morgan ανακοίνωσε ότι από την 1η Ιουλίου αυξάνει τους μισθούς των πρωτοδιοριζόμενων αναλυτών της από 85.000 δολάρια το χρόνο σε 100.000 .Ταυτόχρονα, αυξάνονται οι μισθοί και στους παλιότερους υπαλλήλους της επενδυτικής τράπεζας. «Με αυτήν την αύξηση των μισθών, η λεγόμενη Γενιά Z , που τώρα αποφοιτά από τα πανεπιστήμια, θα μπορεί να εξασφαλίσει εξαψήφιο μισθό», γράφει το CNN στην ιστοσελίδα του. Με την μισθολογική αυτή πολιτική, η JPMorgan καθίσταται η πιο «χρυσοφόρα» τράπεζα για νέους αναλυτές, καθώς ο πόλεμος για την αναζήτηση ταλέντων μαίνεται στη Wall Street και τη Silicon Valley.
Όπως επισημαίνει το CNN, η Bank of America, για παράδειγμα, ανακοίνωσε τον περασμένο μήνα την πρόθεσή της να αυξήσει στα 25 δολάρια τον ελάχιστο ωριαίο μισθό για τους Αμερικανούς υπαλλήλους της έως το 2025.
Και στην Ευρώπη;
Στην Ευρώπη, η αγορά εργασίας είναι πολύ πιο ετερογενής και διαφέρει πολύ όχι μόνο μεταξύ των χωρών, αλλά και μεταξύ διαφορετικών περιοχών. Ωστόσο, υπάρχουν ομοιότητες με αυτό που συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, γράφει ο Economist, , οι τομείς των ξενοδοχείων και των κατασκευών υποφέρουν από έλλειψη εργαζομένων . Ένα φαινόμενο ,που επιδεινώθηκε από την πανδημία, αλλά ξεκίνησε με το Brexit, καθώς πολλοί από τους εργαζόμενους σε αυτούς τους τομείς ήταν μετανάστες.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, υπάρχει έλλειψη επαγγελματιών στον τομέα της υγείας σε 18 χώρες, υδραυλικών σε 14 χώρες, ενώ παρατηρείται έλλειψη μαγείρων, οδηγών και συγκολλητών σε 13 χώρες.
Η εσωτερική μετανάστευση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που διευκολύνονται από την ελεύθερη κυκλοφορία και διαμονή των ανθρώπων, είχε επίσης έντονο αντίκτυπο στις αγορές εργασίας μεμονωμένων ευρωπαϊκών χωρών. Η συμβουλευτική εταιρεία McKinsey προσδιόρισε τρεις τύπους περιφερειών στην Ευρώπη: εκείνες όπου ο πληθυσμός εργάσιμης ηλικίας μειώνεται (και συνεπώς ο αριθμός των ατόμων που μπορούν να εργαστούν συρρικνώνεται), σταθερές οικονομίες που προσελκύουν εργαζόμενους από άλλες περιοχές και τα περισσότερα δυναμικά κέντρα ανάπτυξης, που αποτελούνται κυρίως από μεγάλες πόλεις όπου συγκεντρώνονται καινοτόμες εταιρείες που προσελκύουν επαγγελματίες υψηλής ειδίκευσης.
Αυτή η γεωγραφική συγκέντρωση της απασχόλησης είναι ένα από τα προ πανδημίας προβλήματα της ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας .Αποτέλεσμα; Ολόκληρες ευρωπαϊκές περιφέρειες δεν έχουν τους εργαζόμενους που χρειάζονται, αν και η ανεργία στη Γηραιά ήπειρο είναι γενικά υψηλή- 8,1% του εργατικού δυναμικού ήταν τον Μάρτιο του 2021.
Περίπου το 30% των Ευρωπαίων ζουν σε περιοχές όπου ο πληθυσμός σε ηλικία εργασίας μειώνεται. Η μείωση σε αυτές τις περιοχές οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες: τη μετανάστευση και τη γήρανση του πληθυσμού.
Σύμφωνα με το Bloomberg, ωστόσο, η ΕΕ θα μπορούσε να βιώσει βραχυπρόθεσμα έλλειψη εργαζομένων σε τομείς που έχουν να κάνουν με την ψηφιοποίηση και την Πράσινη ανάπτυξη προς τους οποίους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα διοχετεύσει μεγάλα κεφάλαια για επενδύσεις, με το πρόγραμμα NextGenerationEU.
Τα γεράκια θέλουν «λιτότητα»
Την ίδια ώρα πάντως, τα «γεράκια» στη Βόρεια Ευρώπη ,αντί να ενισχύσουν τις προοπτικές ανάπτυξης, κραυγάζουν συνεχώς για την επιβολή νέας, σκληρής λιτότητας. Επικεφαλής, ο σκληροπυρηνικός πρόεδρος της Γερμανικής Bundesbank , Γενς Βάιντμαν ,που πιέζει ασφυκτικά να σταματήσουν τα προγράμματα έκτακτης ανάγκης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
«Για να μην χρειαστεί να τερματίσουμε ξαφνικά το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων λόγω της πανδημίας (Pepp), θα μπορούσαμε να το μειώσουμε εκ των προτέρων, βήμα-βήμα», τόνισε ο Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης, μέλος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας .Το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ,γνωστό ως PEPP, το οποίο είναι συνολικής ισχύος 1,85 τρισ. ευρώ ,έχει επεκταθεί έως τον Μάρτιο του 2022. Αλλά ο Βάιντμαν και τα άλλα «γεράκια του Βορρά» , ζητούν να σταματήσει νωρίτερα -ίσως και από τον Οκτώβριο και ταυτόχρονα να αυξηθούν τα επιτόκια.
«Παλιότερα ο Βάιντμαν διαμαρτυρόταν για τη χαμηλή ελκυστικότητα των μηδενικών επιτοκίων για τους επενδυτές, αυτή τη φορά το πρόσχημα που ανασύρει είναι ο πληθωρισμός : «Εδώ και χρόνια ,θεωρούσαμε τον πληθωρισμό εξαφανισμένο, όπως τη γιγαντιαία χελώνα των νησιών Γκαλάπαγκος», είπε χαρακτηριστικά ο Βάιντμαν για να δικαιολογήσει την επιστροφή στην σκληρή δημοσιονομική πολιτική» γράφει η ιταλική εφημερίδα “iI Foglio” και προσθέτει: Το Βερολίνο πιέζει για «την επιστροφή των σκληρών γερμανικών κανόνων» στην ΕΕ. Τα «γεράκια» ετοιμάζονται μάλιστα να το θέσουν επί τάπητος στη συνεδρίαση της ΕΚΤ, τον προσεχή Σεπτέμβριο.