Η πανηγυρική δικαίωση όσων επιχειρήθηκε να διασυρθούν με το παραληρηματικό παραμύθι ύπαρξης σκευωρίας γύρω από το σκάνδαλο Novartis και το εξίσου παραληρηματικό αφήγημα του Ελληνοϊσραηλινού επιχειρηματία Σάμπυ Μιωνή περί εκβιασμών είναι η μία όψη της είδησης που προκύπτει από το βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου του Ειδικού Δικαστηρίου.
Ο εκδότης της «δημοκρατίας» Γιάννης Φιλιππάκης με βάση το σκεπτικό αυτού του βουλεύματος απαλλάχθηκε αμετάκλητα από όλες τις κατηγορίες και για τις δύο υποθέσεις που κατασκευάστηκαν προκειμένου να οδηγηθεί σε ολοσχερή εξόντωση η εφημερίδα που είχε την τόλμη να αποκαλύψει μερικά από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που ταλάνισαν μεταπολιτευτικά την Ελλάδα. Αμετάκλητα απαλλακτικό για όλες τις κατηγορίες είναι επίσης το βούλευμα και για τον εκδότη της εφημερίδας «Documento» Κώστα Βαξεβάνη, αλλά και για τους δημοσιογράφους Αλέξανδρο Τάρκα και Γιάννα Παπαδάκου. Δηλαδή, συνολικά, για τη μαχητική και ερευνητική δημοσιογραφία.
Περαιτέρω, όμως, το βούλευμα είναι απαλλακτικό και για τους πρώην εισαγγελείς κατά της Διαφθοράς και τον πρώην αναπληρωτή υπουργό κατά της Διαφθοράς Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, όχι μόνο για το σκέλος των ισχυρισμών Μιωνή, όπως είχε προτείνει η εισαγγελέας του Ειδικού Δικαστηρίου Ελένη Μετσοβίτου – Φλουρή, αλλά και για τη δήθεν σκευωρία που, σύμφωνα με το ανόητο αφήγημα, στήθηκε για να ενοχοποιηθούν πολιτικά πρόσωπα για το σκάνδαλο Novartis. Επομένως, το βούλευμα αποδέχεται συνολικά πως δεν υπήρξε ποτέ καμία σκευωρία.
Η Δικαιοσύνη, που όπως αποδείχτηκε μπορεί να αντιστέκεται σε ανηλεείς επιθέσεις και αδιάκοπες πιέσεις, μίλησε. Ετσι, οι πρωταγωνιστές του πραγματικού σκανδάλου της ελβετικής φαρμακοβιομηχανίας, που άδειασε τα κρατικά ταμεία, είναι πλέον γυμνοί, πιο πολύ και από τον αυτοκράτορα! Και αυτή ακριβώς είναι η άλλη όψη της είδησης που προκύπτει από το βούλευμα, καθώς όχι μόνο απαλλάσσει όσους προαναφέρθηκαν, αλλά και προχωρεί σε συνταρακτικές κρίσεις, με βάση τις οποίες θα μπορούσαν να επανεξεταστούν ακόμη και υποθέσεις που έχουν αρχειοθετηθεί για το πραγματικό σκάνδαλο Novartis.
Κάπως έτσι εξηγείται και η ανεπανάληπτη παρωδία που εκτυλίχθηκε την προηγούμενη Πέμπτη, λίγο πριν από τα μεσάνυχτα, όταν μεταδόθηκε η ψευδής είδηση πως παραπέμπονται για την υπόθεση Novartis ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος και η Ελένη Τουλουπάκη, την οποία η δικαστική συντάκτρια Ιωάννα Μάνδρου απέδωσε σε ανώτατες δικαστικές πηγές, σπεύδοντας να ζητήσει συγγνώμη για να προστατευτεί. Το σύστημα είχε χάσει το ένδυμα που έραβε εδώ και τρία χρόνια κι ένιωσε ότι μπορεί να χρειαστεί να λογοδοτήσει…
Οι προστατευόμενοι μάρτυρες είχαν στοιχεία
Στις 14 Ιουνίου η εισαγγελέας του Ειδικού Δικαστηρίου Ελένη Μετσοβίτου – Φλουρή εξέδωσε την πρότασή της, στην οποία είχε ζητήσει την πλήρη απαλλαγή όλων των κατηγορουμένων για τους ανυπόστατους και εξωφρενικούς ισχυρισμούς του Σάμπυ Μιωνή.
Ωστόσο, σε σχέση με την επονομαζόμενη σκευωρία γύρω από το σκάνδαλο Novartis, ενώ είχε προτείνει την απαλλαγή εκδοτών και δημοσιογράφων, είχε ζητήσει να παραπεμφθούν ο κ. Παπαγγελόπουλος, η πρώην εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη και οι επίκουροι πρώην εισαγγελείς κατά της Διαφθοράς Χρήστος Ντζούρας και Στέλιος Μανώλης. Ετσι, το πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο, στο βούλευμα του, αποδεχόμενο πλήρως την πρόταση της εισαγγελέως ως προς το πρώτο σκέλος, δεν ανάπτυξε περαιτέρω σκεπτικό. Ανέπτυξε, όμως, σε σχέση με τη δήθεν σκευωρία Novartis, επειδή ακριβώς ήρθε σε διαφωνία με την εισαγγελέα, αποφασίζοντας την απαλλαγή όλων των κατηγορουμένων.
Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από το σκεπτικό του Δικαστικού Συμβουλίου, ειδικά για τους προστατευόμενους μάρτυρας που έχουν λοιδορηθεί αλλά και για τα στοιχεία που προσέφεραν, είναι κάτι παραπάνω από αποκαλυπτικά. Στην πραγματικότητα ανοίγουν από την αρχή τον φάκελο του πραγματικού σκανδάλου Novartis. Αναφέρουμε συνοπτικά μερικές από τις πιο σημαντικές κρίσεις του Συμβουλίου:
– Η επιλογή των προστατευόμενων μαρτύρων δεν ήταν αυθαίρετη από τους εισαγγελείς κατά της Διαφθοράς, αλλά επρόκειτο «για κλήτευση ουσιωδών μαρτύρων, σύμφωνα με τον ΚΠΔ, λόγω της θέσης τους στην εταιρεία (σ.σ.: στη Novartis) οι δύο εξ αυτών και στο υπουργείο ο τρίτος».
– Η υπαγωγή των μαρτύρων σε καθεστώς προστασίας ήταν νόμιμη και τηρήθηκαν όλες οι νόμιμες διαδικασίες. Επιβεβαίωσε το παραπάνω και ο τότε διευθυντής της ΕΛ.ΑΣ. Περικλής Μανωλίδης.
– «Κατά τη διαδικασία λήψης των ενόρκων καταθέσεων των προστατευόμενων μαρτύρων, οι καταθέσεις αυτών δόθηκαν διά ζώσης με την παρουσία των ιδίων καθ’ όλη τη διάρκεια των καταθέσεων, χωρίς αυτοί να έχουν δώσει προδιατυπωμένες καταθέσεις (όπως αντίθετα αναφέρεται σε μηνύσεις από πολιτικά πρόσωπα, μεταξύ άλλων και κατά των εισαγγελέων».
– Οι προστατευόμενοι μάρτυρες «δεν εξέφρασαν απλή γνώμη, χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, όπως αβασίμως αποδίδεται στους κατηγορουμένους εισαγγελείς, εφόσον κατά τη διάρκεια της ενιαίας -κατά τα προαναφερθέντα- κατάθεσής τους προσκόμισαν και αποδεικτικά στοιχεία, έγγραφα και ηλεκτρονικά αρχεία».
Επίσης, «ουδόλως πιέστηκαν ή καθοδηγήθηκαν από τους εισαγγελείς να καταθέσουν στοχευμένα εις βάρος των δέκα πολιτικών προσώπων». – «Η αιτίαση ότι οι προστατευόμενοι μάρτυρες παρανόμως χαρακτηρίσθηκαν ως μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος διότι προσδοκούν ίδιο όφελος από τις καταθέσεις τους στις δικαστικές αρχές των ΗΠΑ είναι απορριπτέα. Τούτο διότι η ύπαρξη τυχόν ιδίου οικονομικού οφέλους, κατά το νομικό καθεστώς των ΗΠΑ, δεν απαγορεύει τον ως άνω χαρακτηρισμό τους από την εισαγγελία Διαφθοράς στην Ελλάδα, εφόσον το όφελος αυτών – χρηματικό ποσό που έλαβαν ή πρόκειται να λάβουν από τις Αρχές των ΗΠΑ δεν έχει ως προϋπόθεση την κατάθεσή τους στην Ελλάδα».
– Οσα έχει καταθέσει ο Νίκος Μανιαδάκης για απειλές και εκβιασμούς σε βάρος του από εισαγγελείς «είναι αναπόδεικτα. Ο κ. Μανιαδιάκης ανέφερε όλα τα ανωτέρω οψίμως και έχοντας την ιδιότητα του κατηγορουμένου στην υπόθεση Novartis για τις πράξεις της παθητικής δωροδοκίας και της νομιμοποίησης εσόδων […], γνωρίζοντας ότι δεν δεσμεύεται από καθήκον αληθείας, προφανώς για να αποσείσει τις κατηγορίες σε βάρος του».
– Ο Νίκος Μανιαδάκης όσο ήταν προστατευόμενος μάρτυρας κατέθεσε ότι ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος τον απείλησε.
«Γνωστοποίησε ότι τον κάλεσε στο γραφείο του στην Τράπεζα της Ελλάδος κάποιο μεσημέρι ο κ. Στουρνάρας για φαγητό και εκεί του είπε ότι γνωρίζει ότι αυτός (ο Μανιαδάκης) ήταν ένας από τους προστατευόμενους μάρτυρες και ότι, όταν αλλάξει η κυβέρνηση, ο ίδιος (Στουρνάρας) μαζί με δύο ακόμη πολιτικά πρόσωπα από τα ερευνώμενα για την υπόθεση είχαν αποφασίσει να “τσακίσουν” τόσο τους εισαγγελείς όσο και τους μάρτυρες. Επίσης, τους είπε ότι ο κ. Στουρνάρας του έστελνε απειλητικά μηνύματα. Εκείνοι τον προέτρεψαν να κάνει σχετική καταγγελία, πλην όμως στην περίπτωση αυτή θα αποκαλυπτόταν η ταυτότητά του». – Ο Νίκος Μανιαδάκης «φαίνεται ότι ενήργησε ως άνω και εκδικητικά και για τον λόγο ότι απώλεσε την ιδιότητα του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος».
Επομένως, οι δικαστές του Δικαστικού Συμβουλίου αποδέχτηκαν: ότι ορθώς τέθηκαν οι προστατευόμενοι μάρτυρες στο ειδικό καθεστώς προστασίας, πως όσα είπαν είχαν αξία γιατί συνοδεύονταν από στοιχεία και πως ο Νίκος Μανιαδάκης απειλήθηκε από τον Γιάννη Στουρνάρα και στη συνέχεια έδρασε εκδικητικά προς τους εισαγγελείς, επειδή έχασε το καθεστώς του μάρτυρα δημοσίου συμφέροντος.
Εν ολίγοις, το πενταμελές Δικαστικό Συμβούλιο, μελετώντας όλο το υλικό της ανάκρισης, αποδόμησε ολοκληρωτικά το σκεπτικό των πολιτικών προσώπων που είχαν καταθέσει τις μηνύσεις με βάση τις οποίες πυροδοτήθηκε η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής και στη συνέχεια η έρευνα της Δικαιοσύνης. Πιο εκκωφαντική κατάρρευση πολιτικής ρητορικής δεν έχει συμβεί στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας μας!
Γιατί παραπέμπονται Παπαγγελόπουλος και Τουλουπάκη
Από όλο το τερατούργημα των αβάσιμων κατηγοριών που εκτοξεύθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια και το οποίο θα χρησιμοποιούν ως ανεκδοτολογία ακόμη και -πολλές- επόμενες γενιές απέμεινε ένα κουβάρι να κείτεται στο έδαφος καμωμένο από ελάχιστες αλλά και άσχετες με κάποια σκευωρία κατηγορίες.
Συγκεκριμένα: – Η Ελένη Τουλουπάκη τελικά παραπέμπεται για το αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας, για το σκέλος της υπόθεσης που αφορούσε μήνυση του πρώην υπουργού Ανδρέα Λοβέρδου κατά του πρώην υπουργού Υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή.
Τρεις από τους πέντε ανώτατους δικαστές έκριναν ότι καθοδηγούμενη από τον κ. Παπαγγελόπουλο δεν έστειλε έγκαιρα αμελλητί αυτή τη δικογραφία στη Βουλή, με αποτέλεσμα η υπόθεση να παραγραφεί. Ωστόσο δύο μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου έκριναν πως η κυρία Τουλουπάκη δεν έπρεπε να παραπεμφθεί ούτε και γι’ αυτό.
Η αρεοπαγίτης Ολγα Σχετάκη-Μπονάτου και ο σύμβουλος Επικρατείας Βασίλειος Ανδρουλάκης θεώρησαν ότι δεν προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις ενοχής της πρώην εισαγγελέως κατά της Διαφοράς για τη συγκεκριμένη πράξη. Εκριναν πως η κυρία Τουλουπάκη στον χρόνο που ανέλαβε τα καθήκοντά της δεν είχε επαρκή ενημέρωση για τη συγκεκριμένη υπόθεση.
– Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος παραπέμπεται για την «αυτοτελή πράξη της παράβασης καθήκοντος κατ’ εξακολούθηση γιατί με πρόθεση και κατά παράβαση των υπηρεσιακών καθηκόντων του, ως ασύμβατο με αυτά, παρενέβη» στο έργο της εισαγγελέως Εφετών Ελένης Ράικου, του πρώην οικονομικού εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου αλλά και στο έργο της εισαγγελέως Εφετών Γεωργίας Τσατάνη.
Άνθρακες ο «θησαυρός» του Σάμπυ Μιωνή
Οι εκφοβισμοί κατά της Δικαιοσύνης, τους οποίους είχε εξαπολύσει όλο το προηγούμενο διάστημα με τη βοήθεια πολλών πρόθυμων «δημοσιογράφων» ο Σάμπυ Μιωνή προκειμένου να γίνουν αποδεκτοί οι εξωφρενικοί και ανυπόστατοι ισχυρισμοί του περί εκβιασμού, έπεσαν προφανώς στο κενό. Το πενταμελές Συμβούλιο αποδέχτηκε πλήρως την πρόταση της εισαγγελέως Ελένης Μετσοβίτου – Φλουρή, η οποία είχε κρίνει πως όλοι οι φερόμενοι ως εμπλεκόμενοι έπρεπε να απαλλαγούν από τις κατηγορίες που σχετίζονταν με το παραληρηματικό αφήγημά του.
Αξίζει να υπενθυμίσουμε πως η κυρία εισαγγελέας είχε επισημάνει «ότι η πλευρά του μηνυτή (σ.σ.: δηλαδή του Σάμπυ Μιωνή) δεν εμφανιζόταν αδύναμη και ανίσχυρη, ώστε να υπάρχει πρόσφορο έδαφος για εκβιαστικές συμπεριφορές εναντίον της, αλλά απεναντίας διέθετε σημαντική νομική υποστήριξη και δυνατά ερείσματα υπέρ της».
Η κυρία Μετσοβίτου είχε βασίσει ακόμη την πρότασή της στο σκεπτικό ότι είχαν δημιουργηθεί εύλογα ερωτήματα από το «γεγονός ότι ο μηνυτής Μιωνής, παρότι φέρεται ότι υφίστατο τόσο σοβαρή κι έντονη εκβιαστική συμπεριφορά και δράση εναντίον του για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα και παρότι διέθετε ισχυρή και έγκυρη νομική υποστήριξη και καθοδήγηση, ο ίδιος δε, ως επιτυχημένος επιχειρηματίας με διεθνή επιχειρηματική οικονομική δραστηριότητα, ασφαλώς διέθετε όλες τις ικανότητες που είναι χρήσιμες και απαραίτητες στην αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων, επέλεξε να καταθέσει τη μήνυσή του σε βάρος των Φιλιππάκη, Τάρκα και Παπαδάκου μόλις την 26-2-2020, αμέσως μετά την από 10-2-2020 απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Αγγλίας […].
Σε όλο δε το ως άνω χρονικό διάστημα και με τον τρόπο που διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών δεν προέκυψε ότι αποκλείσθηκε ή κάμφθηκε το αυτοπροαίρετο των αποφάσεών του έναντι των αντιδίκων του, αντιθέτως υπερασπιζόταν τα συμφέροντά του δυναμικά μέσω της δικαστικής οδού και ασφαλώς υπό την καθοδήγηση των νομικών συμβούλων του».
Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει ακόμη η τοποθέτηση του Δικαστικού Συμβουλίου σε σχέση με τις δύο παράνομες ηχογραφήσεις συνομιλιών μέσα στο Μαξίμου, τις οποίες κατέθεσε ο Ελληνοϊσραηλινός επιχειρηματίας στον Αρειο Πάγο αμέσως μετά την πρόταση της εισαγγελέως. Με βάση όσα αναφέρονται στο βούλευμα, «τα προσκομισθέντα μετά το πέρας της ανάκρισης έγγραφα από τον διάδικο Σάμπυ Μιωνή δεν ασκούν ουσιώδη επιρροή στη διάγνωση της υπόθεσης».
Ποιος θυμάται την Προανακριτική της Βουλής;
Δύο χρόνια πριν από την έκδοση του βουλεύματος η Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής, που συστήθηκε δήθεν για να ερευνήσει το σενάριο της σκευωρίας, είχε καλέσει ως υπόπτους τον εκδότη της «δημοκρατίας» Γιάννη Φιλιππάκη και τους δημοσιογράφους Αλέξανδρο Τάρκα και Γιάννα Παπαδάκου, στήνοντας ένα ανεπανάληπτο θέατρο του παραλόγου, προκειμένου να στηριχθεί το πολιτικό αφήγημα ξεπλύματος των μεγάλων σκανδάλων μέσω του διασυρμού της δημοσιογραφίας.
Την τιμή της δημοκρατίας είχε σώσει τότε το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, που έβαλε φρένο στις κλήσεις, ξεκαθαρίζοντας ότι η Προανακριτική δεν μπορεί να εξετάσει μη πολιτικά πρόσωπα ως ύποπτα, καθώς δεν νοείται καμία ανακριτική πράξη σε βάρος τους στη συγκεκριμένη διαδικασία. Ασφαλώς και γι’ αυτά τα κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα πρέπει κάποιος σήμερα να λογοδοτήσει.